Credit Suisse: Γιατί δεν θα «σκάσει» σαν τη Lehman Brothers
Shutterstock
Shutterstock

Credit Suisse: Γιατί δεν θα «σκάσει» σαν τη Lehman Brothers

Το τελευταίο χρονικό διάστημα οι ανησυχίες για την εμφάνιση μιας νέας Lehman Brothers, αφορούσαν περισσότερο κάποιες αναπτυσσόμενες οικονομίες, που κινδυνεύουν να εκτροχιαστούν από την άνοδο του δολαρίου και των επιτοκίων.

Διότι αφενός η άνοδος του δολαρίου ανατρέπει όλη την οικονομική ισορροπία και τις δυνατότητες ανάπτυξης αυτών των χωρών και αφ’ ετέρου τα υψηλά επιτόκια θέτουν σε κίνδυνο την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους τους.

Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών όμως δείχνουν, ότι ούτε η Σρι Λάνκα, ούτε κάποια άλλη χώρα της περιφέρειας, κινδυνεύουν άμεσα να πτωχεύσουν. Απεναντίας, αυτή που κινδυνεύει να γίνει η νέα Lehman Brothers του 2022, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας, η Credit Suisse. 

Οι αγορές εκτιμούν ότι η Credit Suisse αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας. Και αυτό αποτυπώνεται με δυο τρόπους. Ο πρώτος είναι μέσω των μαζικών ρευστοποιήσεων των μετοχών της τράπεζας στα χρηματιστήρια και ο δεύτερος μέσω της «απογείωσης» του κόστους των ασφαλίστρων κινδύνου.

Των περίφημων CDS (credit default swaps) που όλοι θυμόμαστε από τις άγριες εποχές της δικής μας πτώχευσης πριν από το PSI. Τα CDS αποτιμούν τον κίνδυνο αθέτησης των υποχρεώσεων και των πληρωμών της τράπεζας, προς τους πιστωτές της. Για να αντιληφθούμε καλύτερα τι συμβαίνει, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας, πως το κόστος των CDS της ελβετικής τράπεζας έχει υπερεξαπλασιαστεί από τις αρχές του 2022.

Ας εξετάσουμε τις επιπτώσεις από αυτό το γεγονός, πρώτα στην ίδια την Credit Suisse και ακολούθως στο ευρύτερο διεθνές χρηματοπιστωτικό οικοσύστημα και στις αγορές.

Η άνοδος των CDS, σημαίνει πως η αγορά εκτιμά πως υπάρχει πρόβλημα φερεγγυότητας της τράπεζας. Σαν αποτέλεσμα οι πιστωτές της «απαιτούν» υψηλότερα επιτόκια, ώστε να υπερκαλύψουν όχι μόνο την αύξηση του κόστους του χρήματος σαν αποτέλεσμα της πολιτικής της Fed και της ECB, αλλά και την αύξηση του ρίσκου που εμπεριέχει ο δανεισμός προς την Credit Suisse. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και με τα Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, όταν οι αγορές «αρνιόντουσαν» να δανείσουν την Ελλάδα. Ακραίο παράδειγμα, που ωστόσο μας βοηθάει στην κατανόηση του προβλήματος.

Η άνοδος των CDS, δεν φοβίζει μόνο τους πιστωτές. Φοβίζει τους αποταμιευτές, αλλά ακόμα περισσότερο τους πελάτες του private banking και του wealth management. Οι οποίοι λογικά δεν θα θέλουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, να τα διαχειρίζεται μια τράπεζα που μπορεί να πτωχεύσει. Επομένως η ενδεχόμενη βίαιη απόσυρση καταθέσεων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων θα δυσχεράνει ακόμα περισσότερο το σχέδιο εξυγίανσης της τράπεζας.

Εκτός από τις πιστωτές και τους πελάτες της τράπεζας, φόβος διακατέχει και τους μετόχους της, τα στελέχη της, αλλά και την ευρύτερη επενδυτική κοινότητα. 

Τους μετόχους της, διότι η αξία των μετοχών τους είτε θα εκμηδενιστεί, είτε θα απομειωθεί σε σημαντικό βαθμό. 

Τα στελέχη της, διότι αυτά θα επωμισθούν μεγάλο τμήμα από το βάρος της «εταιρικής αναδιάρθρωσης» που τις περισσότερες φορές καταλήγει σε μαζικές απολύσεις. 

Και την ευρύτερη επενδυτική κοινότητα που θα είναι ακόμα πιο επιφυλακτική, αφού το σενάριο πτώχευσης μιας ελβετικής τράπεζας έμοιαζε μέχρι πριν από λίγο καιρό, σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας. 

Η Credit Suisse, βρίσκεται σήμερα στη δίνη της αβεβαιότητας και της αφερεγγυότητας, αναζητώντας λύσεις σωτηρίας και επιβίωσης, μετά από την άμεση ή έμμεση συμμετοχή της σε μια σειρά σκανδάλων κατά τη διάρκεια της τελευταίας 40ετίας. 

Το 1986 είχε κατηγορηθεί για την αποδοχή χρημάτων ύψους 10 δισ. δολ. από τον Φιλιππινέζο Πρόεδρο Ferdinand Marcos και τη σύζυγο του Imelda, μέσω λογαριασμών που ανήκαν σε ανύπαρκτους καταθέτες, όπως ήταν ο “Williams Saunders" και «Jane Ryan». Χρήματα που είχαν χαρακτηριστεί ως κλοπιμαία.

Το 1999 η Credit Suisse είχε χάσει την άδεια λειτουργίας της στην Ιαπωνία, μετά από μαζική καταστροφή ενοχοποιητικών εγγράφων της τράπεζας. 

Το 2000 η Credit Suisse είχε δεχθεί καταθέσεις ύψους $214 εκατ. από τον στρατιωτικό ηγέτη της Νιγηρίας Sani Abacha, με αποτέλεσμα η τράπεζα να τιμωρηθεί από την εποπτεύουσα αρχή Swiss Federal Banking Commission.

Το 2004, μετά την επαναλειτουργία της Credit Suisse στην Ιαπωνία, στέλεχος της τράπεζας συνελήφθη με την κατηγορία του ξεπλύματος μαύρου χρήματος που προέρχονταν από την yakuza, την περίφημη ιαπωνική μαφία.

Κατά την περίοδο 2004 – 2008 οι ελβετικές διωκτικές αρχές στράφηκαν κατά της τράπεζας για το ξέπλυμα $146 εκατ. που σχετίζονταν με δίκτυο ναρκωτικών στη Βουλγαρία. Όταν είχε αποκαλυφθεί το σχετικό σκάνδαλο, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΡΡ - European People's Party) είχε καλέσει τη Ευρωπαϊκή Ένωση να αλλάξει τη στάση της απέναντι στην Ελβετία.

Ακολούθησαν τα δύο πρόσφατα «σκάνδαλα», με την Archegos και την Greensill Capital, για να καταλήξουμε την άνοιξη του 2022, στην έρευνα από την πλευρά των Αμερικανικών διωκτικών αρχών για τη καταστροφή εγγράφων, που σχετίζονταν με δανειοδοτήσεις της Credit Suisse προς Ρώσους ολιγάρχες, όπως είχε αποκαλύψει το CNN. 

Η σωτηρία της Credit Suisse, περνάει μέσα από ένα πρόγραμμα κεφαλαιακής αναδιάρθρωσης και ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων. Το εγχείρημα αυτό συμπεριλαμβάνει και μια αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους 4 δισ. ελβετικών φράγκων, όταν η τρέχουσα χρηματιστηριακή αποτίμηση της τράπεζας βρίσκεται στα 10,9 δισ. ελβετικά φράγκα. Η μετοχή της Credit Suisse βρίσκεται σήμερα στα 4,18 ελβετικά φράγκα, έχοντας απωλέσει περισσότερο από το 75% της αξίας της μέσα στη τελευταία 5ετία, όπως βλέπουμε και στο ακόλουθο γράφημα.

5ετές διάγραμμα μετοχής Credit Suisse

Η προσπάθεια συγκέντρωσης νέων επενδυτικών κεφαλαίων, που αντιστοιχούν στο 40% περίπου της χρηματιστηριακής αξίας της τράπεζας, θα δημιουργήσει πολύ ισχυρό dilution στα ποσοστά των υπαρχόντων μετόχων της εταιρείας. Δηλαδή τα ποσοστά τους θα υποχωρήσουν θεαματικά.

Όμως είναι κάτι που θα πρέπει να αποδεχθούν, για να μην δουν την Credit Suisse να μεταμορφώνεται σε Lehman Brothers του 2022. Άλλωστε ουδείς επιθυμεί, εν καιρώ ενεργειακής κρίσης και υψηλού πληθωρισμού, να εκδηλωθεί και μια ακόμα κρίση. Kαι μάλιστα χρηματοπιστωτική.