Για πολλοστή φορά, οι αγορές μας μπέρδεψαν. Τα άσχημα νέα για τον αμερικανικό πληθωρισμό και η αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων δεν κατάφεραν να κλονίσουν το αμερικανικό χρηματιστήριο, το οποίο κινήθηκε καθαρά ανοδικά. Η υπερβολική προεξόφληση μίας επερχόμενης ύφεσης, οι εκτιμήσεις πως πλησιάζουμε στο τέρμα των αυξήσεων των επιτοκίων στις ΗΠΑ, το γεγονός πως το ρωσικό αέριο εξακολουθεί να ρέει, έστω και σε μειωμένες ποσότητες, είναι κάποιες από τις αιτίες της ανόδου. Το ερώτημα όμως είναι ένα. Μπορεί να τελειώσει τόσο εύκολα αυτή η πτωτική χρηματιστηριακή αγορά, ή πρόκειται για ένα ακόμα – προσωρινό – ανοδικό διάλειμμα;
Τα νέα για τον πληθωρισμό ήταν πάλι άσχημα την προηγούμενη εβδομάδα. Οι περισσότεροι σχετικοί δείκτες στις ΗΠΑ, όπως ανακοινώθηκαν την 13η Ιουλίου, ήταν χειρότεροι του αναμενόμενου, δείχνοντας πως μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τα διεθνή χρηματιστήρια είναι ακόμα ζωντανή. Η αρχική αντίδραση των επενδυτών ήταν πολύ αρνητική, με τους βασικούς δείκτες των αμερικανικών χρηματιστηρίων να πέφτουν κατά σχεδόν 2%, και τα χρηματιστήρια εμπορευμάτων του Σικάγου να ποντάρουν σε μεγάλη αύξηση των επιτοκίων αναφοράς της Fed την ερχόμενη Τετάρτη 27 Ιουλίου.
Ενώ μέχρι εκείνη την ημέρα όλοι σχεδόν ήταν σίγουροι πως η Κεντρική Αμερικανική Τράπεζα θα προχωρούσε σε αύξηση των επιτοκίων κατά 0,75% το πολύ, ξαφνικά είδαμε τους επενδυτές να εκτιμούν πως τα πράγματα είναι τόσο άσχημα που η Fed θα αποφάσιζε τελικά αύξηση κατά 1%. Φαίνεται όμως πως το χρηματιστήριο μάλλον τα ήξερε ήδη όλα αυτά, αφού σταδιακά ανέκαμψε και μειώνοντας στο ελάχιστο τις ημερήσιες απώλειες.
Κάτι αντίστοιχο έγινε και την επόμενη μέρα, την 14η Ιουλίου, όταν τα, χειρότερα των αναμενομένων, οικονομικά αποτελέσματα της μεγάλης τράπεζας JPMorgan πυροδότησαν νέες πωλήσεις μετοχών μεγάλων εταιρειών, οδηγώντας τον δείκτη S&P 500 σε απώλειες μεγαλύτερες του 2%, οι οποίες όμως ελαχιστοποιήθηκαν στο τέλος της συνεδρίασης. Αυτή την φορά, σημαντικό ρόλο έπαιξαν ορισμένοι αξιωματούχοι της Κεντρικής Τράπεζας, οι οποίοι έδωσαν στις αγορές ένα ενδιαφέρον μήνυμα, πως δηλαδή δεν υπάρχει λόγος να περιμένουμε αύξηση των επιτοκίων κατά 1%, το οποίο λειτούργησε καθησυχαστικά.
Τις επόμενες ημέρες συνεχίστηκε η θετική προδιάθεση των αμερικανικών αγορών, με αποκορύφωμα την μεγάλη άνοδο της Τρίτης, όταν ο S&P 500 ανέβηκε κατά 2,76% ξεπερνώντας με άνεση τις 3.900 μονάδες, ενώ την Πέμπτη 14 Ιουλίου είχε κατεβεί μέχρι τις 3.720. Οι αγορές δεν πτοήθηκαν ούτε από την – μάλλον μεγαλύτερη του αναμενομένου – αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ούτε από τα κακά αποτελέσματα επιχειρήσεων όπως η SNAP (SNAP NYSE), η Seagate (STX NASDAQ), η Baker Hughes (BKR NASDAQ) και η AT & T (T NYSE), οι οποίες τιμωρήθηκαν από τους επενδυτές χωρίς να παρασύρουν μαζί τους πολλές ακόμα. Τελικά, η χρηματιστηριακή εβδομάδα έκλεισε με τον δείκτη S&P 500 στις 3.961,63 μονάδες, υψηλότερα από την τιμή του την 13η Ιουλίου, όταν ανακοινώθηκαν τα κακά νέα για τον πληθωρισμό (3.801,78 μονάδες).
Αυτή η κίνηση αιφνιδίασε αρκετούς επενδυτές και αναλυτές, καθώς μεγάλο μέρος τους περίμενε, και περιμένει ακόμα, την περαιτέρω πτώση των χρηματιστηριακών αγορών, μέσα σε ένα πολύ αρνητικό περιβάλλον, με τα επιτόκια σε άνοδο, την ύφεση προ των πυλών, τις τιμές των καυσίμων στα ύψη, τον πληθωρισμό να δείχνει πολύ ανθεκτικός και τον πόλεμο να συμπληρώνει όλα αυτά τα κακά.
Αυτός πρέπει να είναι ο βασικότερος λόγος της ανοδικής αντίδρασης, δηλαδή το γεγονός πως περιμέναμε πολλά αρνητικά γεγονότα. Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πολύ εύκολο να δούμε ξαφνική αλλαγή της συμπεριφοράς των αγορών αν τα αρνητικά νέα έρθουν χωρίς στην πραγματικότητα να προκαλέσουν κάποια έκπληξη. Μπορούμε άνετα να υποστηρίξουμε πως κάτι τέτοιο συμβαίνει εδώ και μία εβδομάδα.
Μπορεί ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ να μας τρόμαξε, αλλά η μεγάλη πτώση των τιμών των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων σημαίνει πως σύντομα αρκετές τιμές θα αρχίσουν να πέφτουν και στα είδη που αγοράζουν οι καταναλωτές. Μπορεί η JPMorgan να αιφνιδίασε μέρος της αγοράς, αλλά οι υπόλοιπες τράπεζες έδειξαν πως η κατάσταση δεν είναι και τόσο τραγική (όχι ακόμα τουλάχιστον).
Μπορεί να υπάρχουν αρκετά σημάδια επιβράδυνσης του ρυθμού της οικονομικής ανάπτυξης αλλά οι εκτιμήσεις των διοικήσεων των μεγάλων επιχειρήσεων δεν αναφέρουν σημάδια επικείμενης κατάρρευσης καθώς οι μεγάλες επιχειρήσεις ανακοινώνουν τα οικονομικά τους αποτελέσματα. Μιλώντας για οικονομικά αποτελέσματα, μέχρι αυτή την στιγμή δεν έχουν συνοδευτεί από πολλές μεγάλες αρνητικές εκπλήξεις.
Μπορεί η Ευρώπη να κινδυνεύει να μείνει χωρίς ενέργεια αλλά οι τιμές των μετοχών των βιομηχανιών της ηπείρου μας έχουν ήδη ενσωματώσει ένα σημαντικό μέρος αυτών των φόβων. Κάτι που σίγουρα έχει παίξει ρόλο στην προσπάθεια χρηματιστηριακής ανάκαμψης είναι το γεγονός πως το ευρώ κατάφερε, στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας, να ανακόψει (προσωρινά πιθανώς) την πτώση του και δεν έπεσε κάτω από την αναλογία του ενός δολαρίου ανά ένα ευρώ.
Ακόμα πιο σημαντικό όμως είναι – κατά την άποψή μας τουλάχιστον – το γεγονός πως ένα μέρος της χρηματιστηριακής κοινότητας στις ΗΠΑ, μαζί με πολλούς αναλυτές, εκτιμά πως οι αυξήσεις των επιτοκίων που έχει ξεκινήσει από τον Μάρτιο η Fed έχουν αρχίσει να πλησιάζουν το τέλος τους.
Ναι, θεωρείται βέβαιο πως από το 1,75% που βρίσκονται τώρα θα περάσουν μέχρι το φθινόπωρο προς το 3,5%, αλλά από κει και έπειτα, οι προθεσμιακές αγορές επιτοκίων βλέπουν πως δεν θα έχουμε και άλλες αυξήσεις, με τις πρώτες μειώσεις να αναμένονται στις αρχές του επόμενου χρόνου. Είτε σωστή, είτε λανθασμένη, αυτή η εκτίμηση κάνει αρκετούς συμμετέχοντες στην αγορά να θέλουν να δοκιμάσουν να ανεβάσουν το επίπεδο κινδύνου και να δουν πως θα τα πάνε.
Οι απόπειρες ανοδικών κινήσεων βρίσκουν και σύμμαχο στην υπερβολική απαισιοδοξία των επενδυτών, όπως αυτή καταγράφηκε σε μία έρευνα των αναλυτών της Bank of America πριν δύο ημέρες. Το συμπέρασμα της έρευνας ήταν πως τέτοια απαισιοδοξία και μειωμένη διάθεση ανάληψης χρηματιστηριακού κινδύνου έχουμε δει μόνο σε περιπτώσεις μεγάλων καταστροφών, όπως την κατάρρευση που είχε φέρει η έλευση της πανδημίας ή η χρηματοοικονομική κρίση του 2008.
Αν οι συγκυρίες παραμείνουν ευνοϊκές, δηλαδή αποφύγουμε τις πολύ μεγάλες αρνητικές εκπλήξεις κατά τις ανακοινώσεις των οικονομικών αποτελεσμάτων των αμερικανικών επιχειρήσεων και δεν διακοπεί και πάλι η ροή του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, η ανοδική κίνηση μπορεί να κρατήσει και άλλο.
Το πόσο πιο πάνω μπορεί να κινηθούμε δεν είναι εύκολο να το πούμε, δεν αποκλείουμε όμως κανένα ενδεχόμενο, ειδικά αν για κάποιο λόγο αρχίσουν να εμφανίζονται φαινόμενα τύπου short squeeze, δηλαδή επενδυτές που έχουν πουλήσει να «αναγκαστούν» να κλείσουν τις θέσεις τους αγοράζοντας μετοχές, φοβούμενοι πως θα μείνουν έξω από την αγορά ακόμα και αν τη θεωρούν ακριβή.
Η προηγούμενη παράγραφος είναι φυσικά ένα σενάριο το οποίο συγκεντρώνει μικρές αλλά όχι εντελώς αμελητέες πιθανότητες πραγματοποίησης. Οφείλουμε όμως να πούμε πως η λογική λέει πως η χρηματιστηριακή ταλαιπωρία που ξεκίνησε στις αρχές του χρόνου για τις μετοχές των μεγάλων επιχειρήσεων και εδώ και έναν χρόνο για τις μετοχές πολλών μικρότερων, δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Εκτός αν αποδειχθεί πως ο διοικητής Πάουελ και οι συνάδελφοί του στην Fed έχουν καταφέρει αυτό που θεωρείται ακατόρθωτο, δηλαδή την τιθάσευση του πληθωρισμού σε συνδυασμό με την ομαλή προσγείωση της οικονομίας. Αν έχει γίνει κάτι τέτοιο, προφανώς θα φανεί αργότερα αλλά τότε οι αγορές θα βρίσκονται αρκετά υψηλότερα. Αν δεν ισχύει αυτό, τότε το πιθανότερο είναι πως η ανοδική κίνηση που επιχειρούν εδώ και λίγες ημέρες τα μεγάλα χρηματιστήρια θα αποδειχθεί αυτό που λέμε bear market rally, δηλαδή μία προσωρινή ανάπαυλα εν μέσω μίας παρατεταμένης πτωτικής κίνησης των χρηματιστηρίων.
Διαβάζοντας την διεθνή ειδησεογραφία βλέπουμε πως αυτή είναι μία δημοφιλής άποψη, τουλάχιστον αυτή την στιγμή. Το πότε θα τελειώσει αυτή η ανάπαυλα δεν μπορούμε βέβαια να το προβλέψουμε, από την πείρα μας όμως θυμόμαστε πως αυτού του τύπου οι κινήσεις, τα bear market rallies δηλαδή, τελειώνουν εκεί που αρχίζουμε να αναρωτιόμαστε μήπως η πτωτική αγορά και η ταλαιπωρία μας όντως έχουν φτάσει στο τέλος τους.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.