Όταν ο επικεφαλής πωλήσεων ενός εκ των μεγαλύτερων εκπροσώπων επεξεργασίας ελαιόλαδου κρούει με δραματικούς τόνους τον κώδωνα του κινδύνου, γίνεται κατανοητό ότι οι περιπέτειες σε έναν από τους σημαντικότερους κλάδους τροφίμων δεν έχουν τελειώσει, παρά τη διαφαινόμενη ηρεμία τη φετινή χρονιά.
Η Deoleo, είναι μια ισπανική πολυεθνική εταιρεία επεξεργασίας ελαιολάδου. Για την ακρίβεια είναι ο μεγαλύτερος εμφιαλωτής στον κόσμο με πολύ γνωστά στο εξωτερικό εμπορικά σήματα όπως Bertolli, Carapelli, Carbonell, Figaro και Koipe.
Σύμφωνα με συνέντευξη του Miguel Angel Guzman, επικεφαλή πωλήσεων της Deoleo στο CNBC, ο κλάδος είναι αντιμέτωπος με μια από τις δυσκολότερες στιγμές στην ιστορία του, δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή, ο πληθωρισμός και τα υψηλά επιτόκια έχουν δημιουργήσει την τέλεια καταιγίδα πάνω από την αλυσίδα αξίας του ελαιολάδου.
Αν δε ο κλάδος δεν προχωρήσει έγκαιρα σε μια «βαθιά μεταμόρφωση», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Guzman, θα έρθουν ακόμα δυσκολότερες μέρες παρά την όποια νημεμία το 2024.
Αν θέλει κανείς με μια ματιά να δει τις πιέσεις που υφίσταται ο κλάδος, η πορεία της μετοχής της Deoleo τα τελευταία τρία χρόνια είναι ενδεικτική.
Η άνοδος της θερμοκρασίας και οι επίμονες συνθήκες ξηρασίας προκάλεσαν τις δύο προηγούμενες χρονιές σοβαρό πλήγμα στην παραγωγή ελαιολάδου σε όλη τη νότια Ευρώπη, με αποτέλεσμα τη σημαντική άνοδο των τιμών.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Ισπανία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας ελαιολάδου στον κόσμο, ακολουθούμενη από την Ιταλία, το Μαρόκο και την Πορτογαλία. (σ.σ:Η Ελλάδα, η Τυνησία και η Τουρκία είναι επίσης σημαντικές χώρες παραγωγής και εξαγωγής ελαιολάδου).
Σε συλλογικό επίπεδο τώρα, η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιπροσωπεύει τα 2/3 της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου, μαζί με 900.000 τόνους επιτραπέζιων ελιών.
Δεδομένου ότι η Ισπανία αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου, αποτελεί και την βάση για την παγκόσμια αναφορά για τις τιμές. Δύο συνεχόμενα χρόνια καύσωνα στην Ισπανία λοιπόν οδήγησαν σε σημαντικές απώλειες στη συγκομιδή της ελιάς, με αποτέλεσμα ένα άνευ προηγουμένου ράλι τιμών που έπληξε όχι μόνο τους καταναλωτές, αλλά και τους βετεράνους της βιομηχανίας.
Ο Miguel Angel Guzman της Deoleo πέραν των δυσμενών προβλέψεων για τη συγκομιδή του ελαιολάδου –τόσο από άποψη ποσότητας όσο και ποιότητας λόγω του κύκλου ξηρασίας- επισημαίνει ότι ο πληθωρισμός και τα επιτόκια έχουν επίσης πλήξει την αγορά.
Είναι όμως αισιόδοξος ότι η τρέχουσα κατάσταση είναι κυκλική και αναμένει επιστροφή σε μια «πιο λογική κατάσταση τιμών», αρκεί οι μελλοντικές αποδόσεις της συγκομιδής να επανέλθουν στο φυσιολογικό.
Προς το παρόν υπάρχει ένα «διάλειμμα» στις πιέσεις των τιμών, εν μέρει λόγω της ανόδου των εκτιμήσεων παραγωγής χάρη στις ευεγερτικές βροχές τον Μάρτιο και τον Απρίλιο που «εξασφάλισαν» την ανθοφορία.
Αν εξασφαλισθεί και η φάση της λιπογένεσης, ή δημιουργίας ελαιολάδου, από το τέλος Αυγούστου έως τον Νοέμβριο, όταν ο ελαιώνας «απαιτεί» υγρασία στο έδαφος, τότε πράγματι θα υλοποιηθούν οι εκτιμήσεις για μια καλή φετινή παραγωγή.
Αν ωστόσο συμβεί ένα «μετεωρολογικό ατύχημα» κατά τη διάρκεια αυτών των δύο φάσεων, τότε όλα μπορούν να συμβούν, ακόμα και μια επανάληψη του 2023. Γι’αυτόν ακριβώς τον λόγο και παρά τις πρόσφατες βροχές στην Ισπανία, η Deleo διατηρεί τις επιφυλάξεις όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών του ελαιόλαδου.
Προς το παρόν πάντως σύμφωνα με τον δείκτη αναφοράς της Mintec, οι τιμές του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην ισπανική Ανδαλουσία μετά το υψηλό ρεκόρ των 9,2 ευρώ/ κιλό τον Ιανουάριο έχουν αποκλιμακωθεί πέριξ των 7,8 ευρώ στα τέλη Απριλίου.
Σύμφωνα με τον Guzman όμως, «Έχουμε ακόμη μήνες μπροστά μας μέχρι να μάθουμε τους πιθανούς όγκους της συγκομιδής 2024/2025 και μέχρι εκείνη τη στιγμή, οι τιμές θα συνεχίσουν να είναι ασταθείς... εν τω μεταξύ, ο κλάδος χρειάζεται έναν βαθύ μετασχηματισμό».
Γιατί είναι αναγκαίος ο μετασχηματισμός του κλάδου
Αυτό που θέλει να πει ο Gruzman όταν αναφέρεται στον βαθύ μετασχηματισμό του κλάδου είναι ότι όλοι όσοι συμμετέχουν στην αλυσίδα αξίας του ελαιόλαδου, από την παραγωγή έως την επεξεργασία και τη συσκευασία, θα πρέπει να επενδύσουν σε βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τη βιωσιμότητα, την καινοτομία και την ποιότητα, με έμφαση τον καταναλωτή.
Βλέπετε, ανεξάρτητα από τις ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες την φετινή άνοιξη, τα ελαιόδεντρα είναι υπερβολικά ευάλωτα στην κλιματική κρίση. Αν και συνήθως μπορούν να αντιμετωπίσουν τις υψηλές θερμοκρασίες και είναι αρκετά ανθεκτικά στην ξηρασία, οι συνθήκες που καλούνται να αντιμετωπίσουν γίνονται ολοένα και συχνότερα ακραίες.
Οι ξηρασίες και οι εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες κατά τις κρίσιμες φάσεις της ανάπτυξης του ελαιοκάρπου τα τελευταία χρόνια έχουν οδηγήσει σε σοβαρές ελλείψεις στις ισπανικές συγκομιδές, επηρεάζοντας σημαντικά και τον ευρύτερο κλάδο του ελαιολάδου, ο οποίος από τη φύση του είναι ένας κλάδος που επηρεάζεται από την υψηλή αστάθεια των «τιμών προέλευσης».
Παρά το πιθανό φετινό «τάιμ άουτ» λοιπόν, είναι θέμα χρόνου να βρεθούμε μπροστά όχι μόνο στο ίδιο πρόβλημα, αλλά και σε ένα πρόβλημα που αναδύεται ολοένα και περισσότερο ως νέος εφιάλτης πάνω από την αγροτική παραγωγή, που δεν ειναι άλλο από την υφαλμύρωση του υδροφόρου ορίζοντα.(σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Ο κλάδος λοιπόν θα πρέπει να ανασυνταχθεί προκειμένου να προστατευθούν καλύτερα τα ελαιόδεντρα από τα ακραία καιρικά φαινόμενα που τροφοδοτούνται από την αλλαγή του κλίματος και να μειωθεί η αστάθεια των τιμών μέσα από την αύξηση της προβλεψιμότητας.
Σύμφωνα με τον Gruzman αυτό είναι το κλειδί για να αποτρέψουμε εξωτερικούς παράγοντες να έχουν τόσο μεγάλο αντίκτυπο στην τιμή του προϊόντος και, κατά συνέπεια, στις ενέργειες που αναγκάζονται να προχωρήσουν οι εταιρείες.
Πώς μπορούμε όμως να αυξήσουμε την προβλεψιμότητα;
Στην Ανδαλουσία σήμερα βρίσκεται η πιο σημαντική καλλιέργεια ελαιοδένδρων στον πλανήτη, όχι μόνο όσον αφορά την έκταση και το μέγεθος παραγωγής, αλλά και για την κοινωνικο-οικονομική της σημασία. Γι’αυτό και η περιοχή ηγείται στις πρωτοβουλίες προστασίας και προσαρμογής της ελαιοπαραγωγής στην κλιματική αλλαγή, μέσα από μοντέλα πρόβλεψης που αναπαραγάγουν τις μελλοντικές συνθήκες διαβίωσης για την ελιά.
Μια μεγάλη ομάδα από διαφορετικούς οργανισμούς και ινστιτούτα έρευνας εργάζεται πάνω στα συμπτώματα που πιθανότατα να εμφανίσουν τα δένδρα, ειδικά στο στάδιο της ανθοφορίας.
Για την ακρίβεια οι ομάδες μελέτης καλλιεργούν κάποιες ποικιλίες στα Κανάρια Νησιά, σε θερμοκήπια και θαλάμους που αναπαριστούν μελλοντικές συνθήκες, όπως την αύξηση των μέσων θερμοκρασιών, τη μείωση των βροχοπτώσεων κατά 20%, τις λιγότερες μέρες έντονου κρύου, κάτι το οποίο επιδρά αρνητικά στην ανθοφορία, αλλά και την αύξηση των επιπέδων του διοξειδίου του άνθρακα, κάτι που ευνοεί τις καλλιέργειες, αφού χρειάζονται λιγότερο νερό.
Κάποια πρώτα συμπεράσματα έχουν ήδη διεξαχθεί. Για παράδειγμα, παρά την κλιματική αλλαγή, η ανθοφορία πιθανότατα να συνεχίσει και η ωρίμανση να επιταχυνθεί, αλλά να υπάρχουν περισσότεροι κίνδυνοι από παράσιτα και ασθένειες.
Όλα αυτά οδηγούν στην πρόβλεψη για την αλλοίωση της ποιότητας των ελαιολάδων, καθώς αναμένεται οι ελιές να έχουν χαμηλότερη περιεκτικότητα σε έλαιο και ελαϊκό οξύ. Αυτό θα οδηγήσει νομοτελειακά σε περισσότερο ασταθή ελαιόλαδα με μικρότερο χρόνο ζωής στο ράφι.
Για να το αποφύγουμε αυτό, η μεσογειακή γεωργία θα πρέπει να προσαρμοστεί από τώρα στις νέες συνθήκες που φαίνεται ότι θα επικρατήσουν, προκειμένου να προστατέψει την αποδοτικότητα της, μέσω σημαντικών επενδύσεων στην έρευνα, στα βιώσιμα συστήματα άρδρευσης, σε βελτιωμένες δομές φύτευσης κ.ο.κ.
Θα πρέπει το μήνυμα της επιστημονικής κοινότητας για τη δυνατότητα της ελιάς να προσαρμοστεί στις δυσκολίες της κλιματικής αλλαγής να το λάβουν όλες οι χώρες με σημαντική παραγωγή υπόψιν και να εργαστούν με την επιμέλεια της Ανδαλουσίας προκειμένου να εφοδιάσουν τον αγροτικό τομέα με τα σωστά εργαλεία.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική με τις σωστές προσαρμογές θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ίσως από τα πολυτιμότερα εργαλεία σε αυτή τη μάχη. Το πολιτικό προσωπικό χωρών με ευμεγέθη ελαιοπαραγωγή όπως η χώρα μας θα πρέπει να ασχοληθεί ενεργά για να επιτευχθεί αυτή η προσαρμογή.
Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι η Ελλάδα, πέραν της μειωμένης υγρασίας του εδάφους και του έντονου καλοκαιριού που έχει μπροστά της, φέτος αντιμετωπίζει και το πρόβλημα ότι ούτε καν το κλάδεμα δεν ολοκληρώθηκε, λόγω έλλειψης εργατικών χεριών, με αποτέλεσμα τα δένδρα να είναι πολύ «φορτωμένα».
Η παραγωγή για να σωθεί χρειάζεται μέριμνα, έρευνα και επενδύσεις. Προς το παρόν, έχουμε «δρόμο» για να εξασφαλίσουμε τις τρεις παραπάνω συνισταμένες.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.