Ας κλωτσήσει το σύστημα και ας πάει παρακάτω

Σε τι φάση βρισκόταν η κυβέρνηση πριν δυο-τρία χρόνια; Έδινε μια αύξηση και όσοι την έπαιρναν κουνούσαν ικανοποιημένοι το κεφάλι τους λέγοντας «κάτι είναι κι αυτά, ολόκληρη την περασμένη δεκαετία μόνο μειώσεις και περικοπές βλέπαμε». Σήμερα σε τι φάση βρίσκεται; Δίνει σ’ έναν κλάδο ή σε μια κατηγορία, εκείνοι που τα παίρνουν φωνάζουν «κοροϊδία, μας δίνει ψίχουλα», οι δε γύρω τους ουρλιάζουν «αίσχος, που δεν πήραμε κι εμείς (τα ψίχουλα)». Είμαστε πια στην απόλυτη εφαρμογή του δόγματος των παλιών πολιτευτών, «όταν κάνεις ένα ρουσφέτι δημιουργείς έναν αχάριστο και εννιά δυσαρεστημένους».

Έτσι είναι η πολιτική βέβαια. Ένα εκκρεμές που πάει κι έρχεται. Όταν βρίσκεται στη μια άκρη, ο πρωταγωνιστής κάρβουνο πιάνει και χρυσάφι γίνεται, ενώ όταν η κρεμασμένη μπίλια πάει στην απέναντι πλευρά, χρυσάφι μοιράζει αλλά για κάρβουνο το εκλαμβάνουν όσοι το παίρνουν στα χέρια τους. Θα μου πείτε ότι γράφω κοινοτοπίες, δίχως να δίνω κάποια λύση ή έστω να διατυπώνω κάποια πρόταση. Να το δεχτώ, αλλά όταν δείχνει να στερεύει ολόκληρος κυβερνητικός μηχανισμός που ως χθες έκανε θαύματα, τι να κάνει και ο πολιτικός συντάκτης που τα βλέπει απ’ έξω;

Συνεχίζοντας λοιπόν, σας λέω ότι στις κυβερνήσεις που έχουν περάσει στη φάση του χρυσαφιού που μετατρέπεται σε κάρβουνο, υπάρχει ένα δεύτερο κρίσιμο σημείο. Είναι το περίφημο όριο της ματαιότητας. Αν ξεπεραστεί αυτό το όριο, τότε κάθε προσπάθεια αναστροφής της πορείας είναι ανέλπιδη και κάθε πρωτοβουλία καταλήγει μπούμερανγκ. Καλή ώρα σαν τις αυξήσεις στους στρατιωτικούς. Αντί να ικανοποιήσει τους αποδέκτες, ξεσήκωσε το σύνολο των ένστολων.

Πώς καταλαβαίνουμε αν μια κυβέρνηση έχει περάσει το όριο της ματαιότητας; Όταν βλέπουμε να διαλύεται ο σκληρός πυρήνας της, όταν αρχίζουν να εγκαταλείπουν τον αρχηγό ακόμα και οι πιο στενοί του άνθρωποι και συνεργάτες. Τότε ο αρχηγός, είτε παίρνει το καπελάκι του και φεύγει θεωρώντας ότι ευδοκίμως ετερμάτισε την πορεία του, είτε δίνει μια κλωτσιά στο σύστημα, το κατεδαφίζει και προσφεύγει στο λαό από τον οποίον πιστεύει ότι αντλεί τη δύναμη του. Μέση οδός δεν υπάρχει.

«Τώρα πλάκα μας κάνεις;» θα ρωτήσετε. «Μας λες δηλαδή ότι ο Μητσοτάκης πρέπει να πάει σε εκλογές;». Ναι, αυτό μου λέει η ανάλυση μου. Αλλιώς θα ζούμε καθημερινά την επανάληψη της γελοίας ιστορίας που προέκυψε από τις αυξήσεις στους στρατιωτικούς. Όσο πιο πολλά θα δίνει, τόσο περισσότερους δυσαρεστημένους θα φτιάχνει. Κι όσο θα ζορίζεται η κυβέρνηση, τόσο οι διάφοροι παράγοντες της, αντί να βοηθούν θα αυτονομούνται υπηρετώντας προσωπικές στρατηγικές.

Θα μου πείτε, «μα οι εκλογές τώρα ή σε λίγους μήνες θα φέρουν ακυβερνησία». Ισχύει, αλλά νομοτελειακά σε πρόωρη προσφυγή θα καταλήξει το πράγμα και μάλιστα με δυσμενέστερους από τους σημερινούς όρους.