Η οικονομική ανάπτυξη αλλά και η πολιτική σταθερότητα που παρουσιάζει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι οι δύο βασικοί παράγοντες για τους οποίους ο επενδυτικός οίκος Société Générale την θεωρεί ως έναν ασφαλή επενδυτικό προορισμό.
Γενικότερα, για τις ευρωπαϊκές αγορές, η Société Générale σε report της δείχνει σαφώς την προτίμησή της για την περιφέρεια ενώ παράλληλα, εκτιμά ότι τα spreads των ομολόγων της περιφέρειας θα συγκλίνουν με εκείνα των γαλλικών τίτλων. Για τον λόγο αυτό αυξάνει τις τοποθετήσεις της στα ομόλογα (στο 41% από 36%).
Την ίδια στιγμή σε ό,τι αφορά τις μετοχές οι αναλυτές της Societe Generale εκτιμούν ότι θα βρουν στήριξη στο εξαιρετικό momentum των εταιρικών αποτελεσμάτων, κάτι που είναι που είναι ιδιαίτερα εμφανές στον κλάδο των τραπεζών.
Σε ό,τι αφορά τις οικονομίες του ευρωπαϊκού «πυρήνα», οι αναλυτές της Societe Generale εκτιμούν ότι στη Γερμανία, οι πρόσφατες περιφερειακές εκλογές έδειξαν την αποδυνάμωση του κυβερνητικού συνασπισμού και τον όλο και μεγαλύτερο κατακερματισμό του πολιτικού σκηνικού, κάτι που δυσκολεύει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται.
Στη Γαλλία, η οποία επίσης παρουσιάζει πολιτικό κατακερματισμό μετά τις ευρωεκλογές, η «εκεχειρία» των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και ο διορισμός του νέου πρωθυπουργού δεν κατάφεραν να μειώσουν την πολιτική αβεβαιότητα.
Ταυτόχρονα, η Societe Generale, μειώνει τις θέσεις της στις μετοχές της αγοράς των ΗΠΑ καθώς, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, έπειτα από τουλάχιστον 10 χρόνια βλέπει ρωγμές στον αμερικανικό «εξαιρετισμό».
Ειδικά για τις αμερικανικές μετοχές, η Société Générale συστήνει μείωση θέσεων κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, στο 27%, καθώς βλέπει μια αλλαγή στη μακροπρόθεσμη τάση που επικρατεί εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία. Από το χαμηλότερο σημείο του οικονομικού κύκλου, το πρώτο τρίμηνο του 2009, η αμερικανική οικονομία και η Wall Street έχουν υπεραποδώσει σημαντικά έναντι του υπόλοιπου κόσμου, με το δολάριο να σημειώνει το τρίτο ρεκόρ ανόδου του από τη δεκαετία του 1970.
Ωστόσο, η επιθετική Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, όπως τη χαρακτηρίζει η Société Générale και οι ισχυρές θέσεις στα αμερικανικά assets, σε συνδυασμό με την εξασθένιση ττων αποτελεσμάτων των τεχνολογικών εταιρειών, κάνουν τον οίκο να αμφισβητεί την αμερικανική υπεροχή κάτι το οποίο εκτιμά ότι φαίνεται εντονότερα στο δολάριο.
Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της Société Générale, «το κεντρικό σενάριο βλέπει μια επιβράδυνση της ανάπτυξης και λιγότερες μειώσεις επιτοκίων απ' ό,τι αξιολογούν οι αγορές. Σε αυτές τις συνθήκες, το πιο πιθανό σενάριο είναι αυτό της σταθεροποίησης του δολαρίου».
Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκονται και οι αναλυτές της Barclays, οι οποίοι εξακολουθούν να βλέπουν θετικά τις ευρωπαϊκές μετοχές, αναμένοντας μια ήπια προσγείωση της οικονομίας λόγω του κύκλου μείωσης των επιτοκίων και παρά το γεγονός ότι δεν προβλέπουν ράλι ή υπεραπόδοση των ευρωαγορών στη συνέχεια.
Μάλιστα, η Barclays δίνει ως πρόβλεψη την άνοδο του πανευρωπαϊκού δείκτη EuroStoxx 600, στις 545 μονάδες ως το τέλος του έτους.
Σε ό,τι αφορά τις αγορές των ΗΠΑ, η Barclays εκτιμά ότι οι μακροοικονομικές προοπτικές παραμένουν υποστηρικτικές για επενδύσεις υψηλού ρίσκου, όπως οι μετοχές.
Μάλιστα, όπως αναφέρει, οι μειώσεις των επιτοκίων θα επηρεάσουν θετικά τις αγορές και παρά τον κίνδυνο ότι πολλοί επενδυτές θα «φύγουν από τις μετοχές» μέχρι να γίνουν οι αμερικάνικες εκλογές.
Από την άλλη πλευρά η Barclay’s εκτιμά ότι το πολιτικό σκηνικό στην ΕΕ, όπως για παράδειγμα στη Γαλλία, είναι επίσης προβληματικό. Και για αυτόν τον λόγο δίνει σύσταση marketweight (απόδοση ίση της αγοράς) στην Ευρώπη έναντι των ΗΠΑ.
Οι θετικές εκτιμήσεις της Barclays για την αγορά της Νέας Υόρκης εδράζονται και στο γεγονός ότι η αγορά μετοχών έχει αρχίσει να μειώνει την εξάρτησή της από τον κλάδο των μετοχών της τεχνολογίας τους τελευταίους μήνες.
Για παράδειγμα, τον Αύγουστο, ο S&P 500 σημείωσε θετικές αποδόσεις παρά την πτώση της Nvidia, ενώ οι μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης κατέγραψαν ένα δικό τους εντυπωσιακό ράλι, όπως σημειώνει η Barclays. Η αγορά έδειξε επίσης εντυπωσιακή ανθεκτικότητα μετά το κλείσιμο των θέσεων στο carry trade του γεν στις αρχές Αυγούστου. Ωστόσο, οι αναλυτές αναφέρουν πως οι αποτιμήσεις στη Wall Street είναι ιδιαίτερα υψηλές.
Σε ό,τι αφορά τους μετεκλογικούς κινδύνους η Barclays εκτιμά ότι ο εμπορικός πόλεμος θα αποφευχθεί, είτε λόγω υποχώρησης από τις «σκληρές» θέσεις μιας νέας ρεπουμπλικανικής κυβέρνηση είτε επειδή η Χάρις θα κερδίσει τις εκλογές.Συνεπώς, για το υπόλοιπο του 2024, παραμένει overweight στις μετοχές έναντι των κρατικών ομολόγων, ενώ διατηρεί την πρόβλεψή της ότι ο S&P 500 θα κλείσει το έτος στις 5.600 μονάδες.