Με το αμερικανικό ΑΕΠ να έχει ήδη εμφανίσει σημάδια επιβράδυνσης, οι ειδικοί υποβαθμίζουν τις προβλέψεις για το σύνολο του 2025, με την Fed να «βλέπει» πλέον ανάπτυξη 1,7%, από 2,1% προηγουμένως και την Morgan Stanley να ρίχνει τον πήχη ακόμα χαμηλότερα στο 1,5%, από 1,9% προηγουμένως. Ο κεντρικός ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό και ευρύτερο οικονομικό σύστημα, αποτελεί τη βασική αιτία που οι αγορές εμφανίζονται ιδιαίτερα… ευαίσθητες απέναντι στον κίνδυνο ύφεσης στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Είναι πιθανό το σενάριο συρρίκνωσης της αμερικανικής οικονομίας και τι θα σημαίνει μία τέτοια εξέλιξη; Αρχικά, να πούμε πως παρά το γεγονός ότι οι πιθανότητες ύφεσης στις ΗΠΑ έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, το βασικό σενάριο των αναλυτών θέλει τις ΗΠΑ να τη… γλιτώνουν. Ακόμα, όμως, και στο ενδεχόμενο που η οικονομία των ΗΠΑ διανύσει μία περίοδο στασιμότητας ή διαδοχικά τρίμηνα κοντά σε… υφεσιακό έδαφος (αλλά χωρίς επίσημη ύφεση) οι τριγμοί που θα προκληθούν στις παγκόσμιες αγορές μπορεί να αποδειχθούν ικανοί να ανατρέψουν το ράλι που ξεκίνησε στα τέλη του 2022.
Τα όργανα έχουν ήδη αρχίσει. Χθες, η Barclays προχώρησε στην υποβάθμιση του στόχου για τον S&P 500 στις 5.900 μονάδες, από 6.600 προηγουμένως, επικαλούμενη τους δασμούς και την επιδείνωση των οικονομικών δεικτών. Με άλλα λόγια, η Barclays δίνει περιθώριο ανόδου της τάξης του 3% για τον δείκτη αναφοράς των παγκόσμιων μετοχών. Οι αναλυτές της βρετανικής τράπεζας θεωρούν ότι τα εταιρικά κέρδη θα πληγούν καθώς οι δασμοί θα συμβάλλουν στη σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ, η οποία, ωστόσο, δεν θα εξελιχθεί σε ύφεση, επιτρέποντας έτσι στις αποτιμήσεις να ανακάμψουν.
Έχουμε επομένως μία εκτίμηση που λέει ότι με σοβαρή επιβράδυνση αλλά όχι ύφεση οι μετοχές δεν θα καταρρεύσουν αλλά ούτε και θα ολοκληρώσουν το 2025 σε νέα υψηλά.
Υπάρχουν, βέβαια, και στοιχεία που προμηνύουν ύφεση, όπως ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος του Conference Board, σύμφωνα με τον οποίο οι συνθήκες είναι οριακές. Και εξηγούμαστε. Το 70% του αμερικανικού ΑΕΠ οφείλεται στην κατανάλωση. Ο δείκτης, λοιπόν, υποδηλώνει ότι οι καταναλωτές ανησυχούν για την ακρίβεια, τους δασμούς και τις αγορές, σε σημείο μάλιστα που δεν αποκλείεται η ύφεση να εξελιχθεί σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Εξάλλου, η ύφεση είναι αποτέλεσμα της χαμένης εμπιστοσύνης στην οικονομία.
Σύμφωνα τόσο με το Conference Board, όσο και με τη Moody’ s, η ύφεση δεν είναι το επικρατέστερο σενάριο στις ΗΠΑ, αλλά οι πιθανότητες στασιμοπληθωρισμού έχουν αυξηθεί. Στην περίπτωση που οι καταναλωτές μειώσουν τις δαπάνες ή/και το επιχειρηματικό κλίμα επιδεινωθεί περαιτέρω, το Conference Board θεωρεί πολύ πιθανό να εγκλωβιστεί η οικονομία των ΗΠΑ σε συνθήκες περιορισμένης οικονομικής δραστηριότητας και υψηλού πληθωρισμού, ήτοι σε στασιμοπληθωρισμό.
Πότε ακριβώς θα συμβεί αυτό και πως μπορούν οι επενδυτές να προετοιμαστούν; Όπως σημειώνει ο Μαρκ Ζάντι, επικεφαλής αναλυτής της Moody’s Analytics, ένας από τους καλύτερους πρόδρομους δείκτες ύφεσης είναι ο εξής: όταν ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος του Conference Board υποχωρεί πάνω από 20 μονάδες σε διάστημα τριών μηνών, προμηνύει ότι οι καταναλωτές… σφίγγουν το ζωνάρι και ακολουθεί ύφεση έπειτα από έξι μήνες.
Ο σχετικός δείκτης του Conference Board υποχώρησε κατά 7,2 μονάδες τον Μάρτιο, στο 92,9 που είναι το χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2021. Είναι ο τέταρτος διαδοχικός μήνας πτώσης. Ο δείκτης έχει μειωθεί κατά 17 μονάδες στο τελευταίο τρίμηνο και κατά 20 μονάδες στο τετράμηνο, που συνεπάγεται ότι δεν ικανοποιεί πλήρως τον άτυπο ορισμό του Ζάντι, αλλά βρισκόμαστε πολύ κοντά στο σημείο που «δείχνει» ύφεση.
Την ίδια ώρα, ο λόγος του S&P 500 προς την τιμή του χρυσού έχει υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο από την πανδημία, υποδηλώνοντας τη μεγάλη στροφή των επενδυτών προς την αναζήτηση ασφαλών καταφυγίων. Πρόκειται για μία εξέλιξη που παραδοσιακά αποτελεί ηχηρό «καμπανάκι» για τις αγορές και τον κίνδυνο σημαντικής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας ή ακόμα και ύφεσης.
Οι κινήσεις των επενδυτών αντανακλούν τις ανησυχίες για τις επιπτώσεις που θα έχουν οι δασμοί, πόσω μάλλον ένας γενικευμένος εμπορικός πόλεμος, κυρίως μεταξύ των ΗΠΑ, της Ευρώπης και της Κίνας. Μην ξεχνάμε ότι πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές και κινεζικές εταιρείες παράγουν μεγάλο ποσοστό των κερδών τους στις ΗΠΑ και οποιαδήποτε αναταραχή θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραία. Γι’ αυτό βλέπουμε κινήσεις, όπως της κινεζικής BYD, η οποία σκοπεύει να μεταφέρει τη συναρμολόγηση των αυτοκινήτων της σε αγορές του εξωτερικού, έτσι ώστε να ξεπεράσει το εμπόδιο των δασμών.
Να υπενθυμίσουμε, τέλος, ότι ορισμένα αναπάντεχα ασθενή οικονομικά στοιχεία για τις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την αυξημένη αβεβαιότητα γύρω από τις πολιτικές που θα εφαρμόσει ο Τραμπ, καθώς και οι συνεχιζόμενες ανησυχίες για την κυριαρχία του αμερικανικού τεχνολογικού κλάδου, συνετέλεσαν στη διόρθωση του S&P 500 κατά περίπου 10%, από τα ιστορικά υψηλά που καταγράφηκαν στις 19 Φεβρουαρίου, έως το χαμηλό της 13ης Μαρτίου. Στις τελευταίες δύο εβδομάδες, η Wall έχει επιχειρήσει μία αξιοσημείωτη ανάκαμψη με κέρδη της τάξης του 4,62%, ωστόσο οι ανησυχίες δεν έχουν μετριαστεί σε τέτοιο βαθμό που να αλλάξει το επενδυτικό κλίμα διεθνώς.