Όταν οι χρηματιστηριακές αγορές έχουν κατεύθυνση, είναι δύσκολο οι επενδυτές να χάσουν τα λεφτά τους. Κατά τη διάρκεια των bull markets, μόνο οι μη εχέφρονες πάνε κόντρα στο κλίμα, αφού τόσο η ισχυρή ζήτηση για μετοχικούς τίτλους, όσο και οι κεφαλαιακές εισροές στο σύστημα, είναι ανιχνεύσιμες δια γυμνού οφθαλμού ακόμα και από τους πλέον αδαείς. Το ίδιο συμβαίνει και κατά τη διάρκεια των bear markets, αφού όποιος πάει κόντρα στο κύμα φόβου και απελπισίας, είναι σαν να θέλει να πιάσει με γυμνά χέρια τα πιο κοφτερά μαχαίρια που βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση.
Με δυο λόγια, στις αγορές όπου οι τάσεις είναι εμφανείς, ο μέσος επενδυτής σπάνια χάνει τα κεφάλαια του. Εκτός κι αν πιστεύει ότι αυτός έχει δίκιο και οι αγορές έχουν άδικο. Αλλά και τούτο να συμβαίνει, όπως έλεγε ο John Maynard Keynes, οι αγορές μπορεί να συμπεριφέρονται ανορθολογικά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, από όσο μπορεί να αντέξει ένας επενδυτής που έχει καθαρότερη άποψη.
Πότε υφίστανται οι επενδυτές τις μεγαλύτερες απώλειες στα χαρτοφυλάκιά τους; Όταν προσπαθούν να κάνουν κινήσεις για να εκμεταλλευτούν τη μεταβλητότητα των αγορών. Όταν προσπαθούν να κερδοσκοπήσουν πάνω στις υψηλές διακυμάνσεις και τα «πάνω – κάτω» που κάνουν οι μετοχές. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι οι επενδυτές αναζητούν σαν τους δύτες τον πυθμένα των πτώσεων και σαν τους ορειβάτες τις κορυφές των αντιδράσεων. Κάτι που είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο σε μια αγορά που αναζητά ισορροπίες, ανάμεσα στα σφυροκοπήματα των πωλητών, στα “margin calls” των χαρτοφυλακίων και στην αρνητική ειδησεογραφία που ακολουθεί συνήθως τις ασταθείς αγορές.
Στην προσπάθειά του, ο επενδυτής να εκμεταλλευτεί τους βυθούς αγοράζοντας και τις κορυφές πωλώντας, συνήθως καταλήγει ακριβώς στο αντίθετο. Αφού η αγορά είναι συνήθως πιο σοφή, πιο ψύχραιμη, πιο ενημερωμένη και πιο ισχυρή από τους μικροεπενδυτές που επιδίδονται στο κυνήγι των συγκυριακών «ευκαιριών».
Ο επενδυτής πρέπει να επιλέξει εάν θα παραμείνει ψύχραιμος ή εάν θα πανικοβληθεί. Η χρηματιστηριακή ιστορία της Wall Street και των ισχυρότερων αγορών του πλανήτη έχει δείξει ότι ο μακροχρόνιος επενδυτής βγαίνει κερδισμένος και ότι μετά από κάθε «κραχ» ακολουθεί πάντα η καταγραφή νέων υψηλών. Αντιθέτως, εάν ο επενδυτής επιλέξει να πανικοβληθεί, τότε θα είναι καλύτερα για τον ίδιο να πανικοβληθεί πρώτος. Και να ρευστοποιήσει πρώτος τις μετοχές του.
Η ρευστοποίηση των μετοχών πρέπει να αποτελεί απόφαση λογικής και όχι απόφαση πίεσης. Διότι όταν οι ρευστοποιήσεις έρχονται σαν αποτέλεσμα ψυχικής καταπόνησης και απόγνωσης, τότε το πιθανότερο είναι τα «ρευστά» να μείνουν για πάντα στην άκρη και εκτός αγοράς. Οι στατιστικές δείχνουν ότι μετά από ένα κραχ, μικρό ή μεγάλο, υπάρχει ένα μη ευκαταφρόνητο ποσοστό επενδυτών, που δεν επανακάμπτουν στα χρηματιστήρια και αφήνουν τα κεφάλαια τους σε τραπεζικές καταθέσεις.
Η λαιμητόμος των επενδυτών, κατά την περίοδο υψηλής μεταβλητότητας ή πτώσης, είναι το λεγόμενο «μουαγέν». Είναι μια επενδυτική τακτική, που ακολουθούν οι επενδυτές, όταν αρνούνται να αποδεχθούν μια λάθος επιλογή. Αγοράζοντας τις ίδιες μετοχές σε χαμηλότερες τιμές με σκοπό να μειώσουν το μέσο όρο κτήσης των μετοχών τους. Δηλαδή, εάν έχουν αγοράσει μια μετοχή στα 10 ευρώ και τη βλέπουν να κατρακυλάει, εξακολουθούν να την αγοράζουν και στα 9 ή στα 8 ή στα 7 ακόμα και στα 5 ευρώ, για να ρίξουν τον μέσο όρο της αγοράς τους. Με αυτόν τον τρόπο ο επενδυτής εγκλωβίζεται και ενσωματώνεται στη δύνη συνεχόμενων ζημιών, που καθιστούν ψυχικά εξαντλητική τη συμμετοχή του στην αγορά.
Αντιθέτως, η επιλογή του “stop loss”, ίσως να αποτελεί και μια επιτυχημένη θεραπευτική αγωγή, για τους επενδυτές που επιμένουν να κινούνται εν μέσω έντονων διακυμάνσεων. Με το «stop loss» ο επενδυτής καθορίζει σε κάθε αγορά που πραγματοποιεί, το ποσοστό της ανοχής του στη ζημία, σε περίπτωση που η κίνηση του δεν είναι επιτυχής. Βάζει δηλαδή ένα φρένο στις ζημίες του. Γνωρίζοντας εκ των προτέρων τον βαθμό ρίσκου και το μαξιλάρι ασφαλείας που συνοδεύουν την πλοήγηση του στις τρικυμιώδεις χρηματιστηριακές αγορές.
Με δυο λόγια, κατά τη διάρκεια της υψηλής μεταβλητότητας στις χρηματιστηριακές αγορές, οι έντονες μάχες ανάμεσα στους «ταύρους» και τις «αρκούδες», καθιστούν τη συμμετοχή των μικροεπενδυτών ιδιαίτερα επώδυνη και εξαντλητική. Καθώς οι μικροεπενδυτές, δεν διαθέτουν το παραμικρό συγκριτικό πλεονέκτημα στην ανάγνωση των δεδομένων της αγοράς. Η αναμονή για την επάνοδο της ομαλότητας και της εμφάνισης μιας σαφούς τάσης είναι ίσως η μόνη σανίδα σωτηρίας, εντός της χρηματιστηριακής τρικυμίας.