Τα lockdown στην Κίνα, η μείωση της κατανάλωσης και η ύφεση έχουν δημιουργήσει υπερπλεόνασμα πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και έχουν οδηγήσει σε βουτιά τις τιμές των ναύλων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κατάρρευση των ναύλων με το κόστος αποστολής εμπορευματοκιβωτίων από τη Σαγκάη στο Λος Άντζελες να σημειώνει μεγάλη πτώση 83% από τα υψηλά, οδηγώντας την τιμή στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από τον Ιούνιο του 2020.
Τότε που η πανδημική κρίση δημιουργούσε προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η ζήτηση για προϊόντα είχε παγώσει. Το ακόλουθο γράφημα είναι κατατοπιστικό:
Τρεις είναι οι κύριοι παράγοντες που οδήγούν στην πτώση της τιμής των ναύλων. Πρώτον η παγκόσμια οικονομία οδεύει προς ύφεση. Ο αυξημένος δε πληθωρισμός μειώνει την καταναλωτική δαπάνη και ζήτηση. Είναι χαρακτηριστικές οι πρόσφατες εκτιμήσεις της Commerzbank, με τον CEO Μάνφρεντ Κνοφ να δηλώνει σε συνέντευξή του στο CNBC πως η τράπεζα έχει προετοιμαστεί για αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά δεν περιμένει «καταστροφή ούτε χρεοκοπία», κάνοντας λόγο για «ήπια ύφεση».
Οι οικονομολόγοι της JP Morgan προβλέπουν «ήπια ύφεση» στις Ηνωμένες Πολιτείες το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους, δεδομένων των προσδοκιών ότι η Fed θα συσφίξει περαιτέρω τη νομισματική πολιτική στη μάχη κατά του πληθωρισμού. Η επενδυτική τράπεζα βλέπει την οικονομία να συρρικνώνεται κατά 0,5% μέχρι το τέταρτο τρίμηνο του επόμενου έτους και πιθανώς μέχρι το 2024.
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) των ΗΠΑ αναμένεται να πέσει στο 1% το 2023, σχεδόν στο μισό της αντίστοιχης πρόβλεψης για το 2022. Η JPM αναμένει νέες αυξήσεις αξίας 100 μονάδων βάσης (bps) από τη Fed μέχρι τον Μάρτιο του 2023, μετά από αύξηση άνω των 300 bps μέχρι στιγμής φέτος. Παράλληλα, βλέπει τον πληθωρισμό να μειώνεται στο 4,1% μέχρι το τέλος του έτους 2023. Τον Οκτώβριο, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 7,7%.
Παράλληλα, Fitch και Moody's μιλούν ήδη για επιβράδυνση της ανάπτυξης της οικονομίας της Κίνας. H δεύτερη αιτία για την πτώση των ναύλων είναι η πολιτική των μηδενικών κρουσμάτων στην Κίνα, καθώς μέσω των lockdown επιβραδύνεται η ζήτηση για προϊόντα.
Ο τρίτος λόγος (και κυριότερος) είναι το υπερπλεόνασμα των κοντέινερ. Όπως ήδη έχει δηλώσει ο CEO της Container xChange, Κρίστιαν Ρέλοφς «υπάρχει αύξηση των αδειών ίδρυσης εταιρειών containerships, ενώ παράλληλα πολλά από αυτά βρίσκονται εκτός λιμανιών και περιμένουν να φορτώσουν. Η αύξηση αυτή δημιουργεί νέες πιέσεις στην αγορά των ναύλων, καθώς η υπερπροσφορά των πλοίων βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχεία με τη μειωμένη ζήτηση για μεταφορά προϊόντων». Στο ίδιος μήκος κύματος και ο CEO της εταιρείας αποθήκευσης προϊόντων Sogese, Αντρέα Μόντι, που αναφέρει πως «οι αποθήκες μας είναι γεμάτες και ακυρώνουμε παραγγελίες».
Η ανισορροπία αυτή προσφοράς και ζήτησης έχει οδηγήσει σε νέες τάσεις τις αγορές, όπως είναι η ενοικίαση χώρου αποθήκευσης των εμπορευματοκιβωτίων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως στο λιμάνι του Χιούστον τα άδεια κοντέινερ παραμένουν στο λιμάνι και τις αποθήκες, όπως αναφέρει ο Ντάριν Μίλλερ της Sedwick, προχώρησε η ενοικίαση χώρων για τα κοντέινερ.
Η ανάλυση του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου
Στην αποκλιμάκωση των ναύλων αναφέρεται με ανάλυσή της η επιτροπή Logistics του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου. Στις ναυτιλιακές μεταφορές και τη διακίνηση των εμπορευματοκιβωτίων το σημαντικότερο γεγονός ήταν η αισθητή αποκλιμάκωση των ναύλων από την 'Απω Ανατολή, σε ποσοστό άνω του 60% σε σχέση με το 2021, εξέλιξη η οποία αποδόθηκε κατά κύριο λόγο στο πλεόνασμα εμπορευματοκιβωτίων που έχει δημιουργηθεί στα λιμάνια της Ασίας.
Επίσης, συνεχίστηκαν, αποσπασματικά, lockdowns σε λιμάνια της Κίνας εξαιτίας της πανδημίας με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν καθυστερήσεις στη διακίνηση, ενώ ελλείψεις σε πρώτες ύλες στην Κίνα κράτησαν την παραγωγή πίσω σε πολλά προϊόντα, οπότε επηρεάστηκαν ανάλογα κι οι αναχωρήσεις.
Οι πολιτικές μισθοδοσίας στους εργαζόμενους των λιμένων του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά και λιμένων στην Βόρεια Ευρώπη, όπως αυτού στην Αμβέρσα, οδήγησαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις προκαλώντας καθυστερήσεις και στη διακίνηση των εμπορευματοκιβωτίων.
Το ίδιο σκηνικό καταγράφηκε και στα λιμάνια της Νοτιοδυτικής Ευρώπης, σε χώρες, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Τέλος, η υπερβολική αύξηση των τιμών ενέργειας στην Ευρώπη αναμένεται τους επόμενους μήνες να μειώσει τη ζήτηση, αλλά και την παραγωγή, επιδρώντας αρνητικά στα δίκτυα μεταφορών και στους χρόνους διακίνησης.