Αν «παίξει» κανείς με το κομπιουτεράκι υπολογίζοντας τις επιδόσεις από την αρχή του χρόνου των διεθνών δεικτών μέχρι σήμερα, θα δει ότι το ελληνικό χρηματιστήριο είναι από εκείνα με τις λιγότερες απώλειες, πέριξ του 9%, τη στιγμή που ο γαλλικός δείκτης CAC επιδεικνύει διπλάσιες απώλειες, ο βιομηχανικός δείκτης DAX σημειώνει απώλειες πέριξ του 23% ενώ διψήφιες είναι οι απώλειες και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με τον S&P 500 και τον Nasdaq να έχουν απωλέσει το 24,5%, και 33% της κεφαλαιοποίησης τους αντίστοιχα.
To Χρηματιστήριο Αθηνών έχει μάλιστα ελάχιστα χειρότερη απόδοση από το επενδυτικό καταφύγιο του χρυσού -σε όρους δολαρίου βέβαια- καθώς το πολύτιμο μέταλλο κινείται με απώλειες πέριξ του 8% από τις αρχές του έτους.
Ποιος να μας το έλεγε πραγματικά ότι μια χρονιά σαν τη φετινή, με το επενδυτικό συναίσθημα λόγω των διεθνών συνθηκών στο ναδίρ και την αβεβαιότητα στο ζενίθ, η Ελλάδα θα εμφάνιζε παρεμφερείς αποδόσεις με τις αποδόσεις του επενδυτικού καταφυγίου του χρυσού, σε όρους δολαρίου πάντα!
H στήλη σταθερά τα τελευταία χρόνια προσεγγίζει με αισιοδοξία τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και κατ’επέκταση του ελληνικού χρηματιστηρίου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζουμε τα σημεία αδυναμίας. (σ.σ:περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ και εδώ).
Φυσικά είναι ακόμα καλύτερα η αισιοδοξία αυτή να προέρχεται από έναν διεθνή οργανισμό με το βάρος του ονόματος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Σύμφωνα λοιπόν με την αναθεωρημένη έκθεση World Economic Outlook του ΔΝΤ, η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των οικονομιών της Ευρωζώνης που θα εμφανίσουν τον ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης το 2022.
Το Ταμείο εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα φθάσει φέτος στο 5,2%, σημαντικά αυξημένος σε σύγκριση με το 3,5% της πρότερης πρόβλεψης του Απριλίου.
Στα «μαλακά» προβλέπει το ΔΝΤ ότι θα πέσει η ελληνική οικονομία και το δύσκολο 2023, καθώς η Ελλάδα αναμένεται να είναι μία από τις χώρες της Ευρωζώνης που θα κατορθώσει να αποφύγει την ύφεση.(σ.σ: θα εξηγήσουμε παρακάτω το γιατί).
Πιο συγκεκριμένα, το Ταμείο εκτιμά ότι ναι μεν η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα υποχωρήσει στο 1,8% από το 2,6% της πρότερης πρόβλεψης, εντούτοις πρόκειται για υπερτριπλάσια απόδοση έναντι του μέσου όρου της Ευρωζώνης, ο οποίος αναμένεται να κινηθεί στο 0,5%.
Την ίδια στιγμή ύφεση αναμένεται να παρουσιάσει η γερμανική οικονομία- αναμένεται να συρρικνωθεί 0,3%- και η ιταλική – συρρίκνωση κατά 0,2%- ενώ η ανάπτυξη της Γαλλίας θα φθάσει μόλις στο 0,7%.
Το Ταμείο ανέβασε επίσης ελαφρώς τον μακροχρόνιο, προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης της Ελλάδας, με ορίζοντα ως το 2027, από το 1,2% στο 1,4%, ενώ για τον πληθωρισμό προβλέπει ότι θα κινηθεί στην χώρα μας στο 9,2% φέτος έναντι πρότερης εκτίμησης για 4,5% και θα υποχωρήσει στο 3,2% το 2023 και μεσοπρόθεσμα στο 1,9%.
Σε αντίθεση με την ελληνική οικονομία, το Ταμείο εμφανίζεται αρκετά απαισιόδοξο για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας καθώς εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί από 6% το 2021 σε 3,2% το 2022 και 2,7% το 2023, επιδεικνύοντας το ασθενέστερο αναπτυξιακό προφίλ από το 2001, με εξαίρεση την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και την οξεία φάση της πανδημίας COVID-19.
Μέσα από το πρίσμα των προσδοκιών για την παγκόσμια οικονομία, οι προσδοκίες του ΔΝΤ για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας είναι ακόμα εντυπωσιακές.
Από πού προέρχεται η ελληνική «λάμψη»
- Ψηφιοποίηση και «πράσινη» μετάβαση
Η επανάσταση της ελληνικής οικονομίας ξεκίνησε πριν δύο περίπου χρόνια όταν έγιναν τα πρώτα βήματα της ψηφιοποίησης του κράτους. Χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης αναπτύχθηκαν –και αναμένεται να αναπτυχθούν και άλλα- σημαντικά έργα ψηφιακής μετάβασης, όπως η ψηφιοποίηση της υγείας, της παιδείας, της δικαιοσύνης κ.α με στόχο να μειωθεί η γραφειοκρατία και να τονωθεί η απασχόληση στη μετά Covid-19 εποχή.
Το σύγχρονο οικονομικό μοντέλο παραγωγής που δειλά δειλά άρχισε να υιοθετεί η χώρα μας –κάλιο αργά παρά ποτέ- δεν αφορά μόνο την σύγχρονη ψηφιακή εποχή αλλά και την πράσινη μετάβαση.
Οι επενδύσεις σε υποδομές που έχουν ξεκινήσει και θα ολοκληρωθούν τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα, είτε αφορούν λιμάνια, είτε οδικούς άξονες, είτε ενεργειακά έργα, ενεργειακούς δρόμους και διασυνδέσεις, θα ενορχηστρωθούν από ένα ψηφιακό κράτος βασισμένο στις νέες τεχνολογίες της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης.
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα αναδύεται ταχέως σε μία πρωταγωνίστρια στις ΑΠΕ και κατατάσσεται στην 7η θέση παγκοσμίως για το 2021 σε ό,τι αφορά στο μερίδιο ήλιου και ανέμου ως πηγές της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Την Παρασκευή που μας πέρασε μάλιστα και για διάστημα πέντε ωρών, η πανελλαδική ανάγκη για ηλεκτρικό ρεύμα καλύφθηκε για πρώτη φορά εξολοκλήρου με «πράσινη ενέργεια».
Οι προοπτικές που θα δημιουργήσουν τα έργα αντλησιοταμίευσης ώστε να αποθηκεύουμε την «πράσινη» ενέργεια, τα υπεράκτια αιολικά πάρκα και τα έργα «πράσινου» υδρογόνου, θα μας οδηγήσουν σε ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό του πράσινου μίγματος στην ηλεκτροπαραγωγή.
- Εξέλιξη της Ελλάδας σε μεγάλο τουριστικό brand name
Ενώ η «πράσινη» μετάβαση της χώρας μας έχει ξεκινήσει τη διαδρομή της, η «βαριά βιομηχανία» μας που δεν είναι άλλη από τον τουρισμό, έχει ήδη φτάσει στον προορισμό της.
Εν έτη 2022 η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που κατάφερε να πετύχει αύξηση των πτήσεων σε σύγκριση με το 2019 και σύμφωνα με τα στοιχεία του Eurocontrol έως και τις 20 Νοεμβρίου, οι πτήσεις θα συνεχίσουν να ξεπερνούν το επίπεδο του 2019.
Το κλείσιμο ταξιδιωτικών πακέτων που φτάνει μέχρι το τέλος του 2022 και το ενδιαφέρον για επέκταση των πτήσεων τον χειμώνα με στόχο την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, έχουν οδηγήσει το Υπουργείο Οικονομικών να μην κάνει ακόμα «ταμείο» για τα τουριστικά έσοδα της φετινής χρονιάς, τα οποία χάρη στο στοίχημα της επέκτασης της τουριστικής σεζόν αναμένεται να εκτιναχθούν πάνω από τα 18,2 δις του 2019, προσεγγίζοντας πιθανότατα ακόμα και τα 19 δις ευρώ.
Η εξέλιξη αυτή είναι κάτι παραπάνω από σημαντική αν σκεφτούμε ότι ο φετινός προϋπολογισμός προέβλεπε το 80% των εσόδων του 2019. Δημιουργείται, λοιπόν, ένα σημαντικό μαξιλάρι. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τα έσοδα από τον τουρισμό είναι άμεσα έσοδα.
Βέβαια το στοίχημα της επέκτασης της τουριστικής σεζόν δεν κερδήθηκε τυχαία. Το Υπουργείο Τουρισμού ανέλαβε φέτος πολλές αποστολές σε πολλές χωρές με στόχο την επέκταση της τουριστικής περιόδου αλλά και την προετοιμασία της επόμενης σεζόν , με τελευταία εκείνη στο Βερολίνο όπου πραγματοποιήθηκε μια σειρά επαφών με τις μεγάλες αεροπορικές εταιρείες και tour operators.
Προφανώς οι μακροοικονομικές και οι γεωπολιτικές εξελίξεις δημιουργούν βάσιμες ανησυχίες για την επόμενη χρονιά. Θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι η αγοραστική δύναμη των βασικών αγορών του ελληνικού τουρισμού, κυρίως των ευρωπαϊκών, θα μειωθεί.
Για αυτόν ακριβώς το λόγο είναι καίριας σημασίας το γεγονός ότι η χώρα μας έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να δημιουργήσει ένα πάρα πολύ ισχυρό τουριστικό brand name.
Eίτε το πιστεύουμε, είτε όχι, είμαστε πλέον στα πέντε σημαντικότερα τουριστικά brands παγκοσμίως.
Αυτό σημαίνει ότι στις βασικές αγορές-στόχους, η Ελλάδα σε επίπεδο επιθυμίας των πολιτών τους να την επισκεφθούν είναι στις θέσεις από 1 έως 3.
Η μετάφραση αυτής της επιθυμίας είναι η εξής: Αν πάρουμε σαν δεδομένο ότι το 2023 λόγω του πληθωρισμού, του αυξημένου ενεργειακού και μεταφορικού κόστους κ.ο.κ, θα έχουμε μια μικρότερη δεξαμενή επισκεπτών, η Ελλάδα θα είναι στις τρεις πρώτες επιλογές.
Τηρουμένων των αναλογιών λοιπόν, το 2023 δεν αποκλείεται να είναι μια θετική χρονιά. Παραδοχή που προφανώς έχει κάνει και το ΔΝΤ στις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη της χώρα μας το 2023.
- Η αξιοποίηση ποικίλων επενδυτικών κεφαλαίων
Η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και των ιδιωτικών κεφαλαίων που έχει κινητοποιήσει το «Ελλάδα 2.0», οι πόροι του ΕΣΠΑ, αλλά και η ώθηση που θα δώσουν στις επενδύσεις η οικοδομική δραστηριότητα και η υιοθέτηση πράσινων μορφών ενέργειας , θα βοηθήσουν τη χώρα μας να κλείσει το «επενδυτικό κενό» και να προσεγγίσει επιτέλους τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.
Η πρόκληση της επιτυχίας εν μέσω ύφεσης και αύξησης επιτοκίων
Σίγουρα όλα θα ήταν πιο εύκολα για την χώρα μας αν συνεχιζόταν το πάρτι των χαμηλών επιτοκίων. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε στην τρέχουσα συγκυρία της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης.
Υπενθυμίζουμε ότι το ελληνικό χρέος έχει ρυθμιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ήτοι το μεγαλύτερο ποσοστό του χρέους είναι στα χέρια του Επίσημου Τομέα και όχι των ιδιωτών. (σ.σ: περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Επιπλέον, οι εποχές που η Ελλάδα ήταν απομονωμένη και δακτυλοδειχτούμενη έχουν παρέλθει. Πλέον, οι περισσότερες χώρες της ΕΕ είναι στην ουσία σε μια κούρσα υπερχρέωσης. Για την ακρίβεια, σχεδόν όλος ο πλανήτης είναι ένα χρέος με πολλά πολλά μηδενικά.
Αυτό σημαίνει ότι από τη στιγμή που αυτή τη φορά κοινωνοί του προβλήματος είναι όχι μόνο οι πιο σημαντικές οικονομίες της Ευρωζώνης αλλά και του υπόλοιπου κόσμου, θα κατευθυνθούμε σε μια «συνολική λύση» προκειμένου να αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί την διόγκωση του χρέους.
Αυτό που είναι σημαντικό και αυτή τη φορά φαίνεται ως η ικανή συνθήκη για «να κάνουμε σαν χώρα τη διαφορά», ακόμα και σε ένα περιβάλλον ήπιας και βραχυχρόνιας ύφεσης, είναι ότι ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου αλλά και των πολιτών, έχει συνειδητοποιήσει ότι χωρίς ζωτικές μεταρρυθμίσεις σε καίριες πτυχές της οικονομικής δραστηριότητας, η χώρα μας δεν πρόκειται να αλλάξει σελίδα.
Αν καταφέρουμε σαν οικονομία να επιδείξουμε μια διαχρονικά σταθερή ανοδική πορεία των ρυθμών ανάπτυξης, αυτό είναι κάτι που δεν θα περάσει απαρατήρητο από τις αγορές, όπως ακριβώς δεν περνάει απαρατήρητη η προοπτική αυτή από το ΔΝΤ.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.