Διακρίνοντας αυξημένες πιθανότητες για μια ήπια προσγείωση της αμερικανικής οικονομίας καθώς και ανοδικά περιθώρια για την κερδοφορία των επιχειρήσεων, η Citigroup ανεβάζει τον στόχο του δείκτη S&P500 κατά 15%.
Η επενδυτική τράπεζα βλέπει τον δείκτη αναφοράς της χρηματιστηριακής αγοράς των ΗΠΑ να κλείνει τη χρονιά στις 4.600 μονάδες, επίπεδο που απέχει μόλις 0,4% από το κλείσιμο της Παρασκευής.
Για το 2024 βλέπει άνοδο του δείκτη στις 5.000, αναθεωρώντας υψηλότερα τον προηγούμενο στόχο των 4.400 μονάδων, επίπεδο που ισοδυναμεί με άνοδο 9%.
Η Citigroup εκτιμά ότι η πιθανότητα ύφεσης στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου απομακρύνεται χρονικά. Είναι πιθανότερη, αν συμβεί, στο πρώτο εξάμηνο του 2024 αντί για το τελευταίο τρίμηνο της φετινής χρονιάς.
Στην αναζήτηση του λεγόμενου «soft landing» της οικονομίας, όπου επιτυγχάνεται η πτώση του πληθωρισμού χωρίς μεγάλες απώλειες στην αγορά εργασίας, το πότε θα μειωθούν τα επιτόκια ώστε να χαλαρώσει η πίεση στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις θα παίξει σημαντικό ρόλο. Δεν είναι όμως εύκολη υπόθεση να πετύχει η Fed τον χρονισμό.
Στις τρεις υφέσεις πριν από την πανδημία του κορονοϊού, το 1990-1991, το 2001 και το 2007-2009, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ άρχισε να μειώνει το κόστος δανεισμού από τρεις έως 13 μήνες πριν από το ξεκίνημα της ύφεσης.
Το εύρος είναι ενδεικτικό του πόσο δύσκολο είναι για τις νομισματικές αρχές να σταματήσουν τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας αφού αρχίσει, όπως επίσης και το να συγχρονίσουν τις αργές επιπτώσεις της νομισματικής πολιτικής με τις πραγματικές ανάγκες που θα έχει η οικονομία στους επόμενους μήνες. Είναι θέμα συμμετρίας.
Για τις κεντρικές τράπεζες το να επιτρέψεις στον πληθωρισμό να εμπεδωθεί στην οικονομία είναι η μέγιστη αμαρτία. Η Fed θα προτιμούσε να κάνει το λάθος της υπερβολής για να είναι σίγουρη ότι ο πληθωρισμός είναι υπό έλεγχο από το να σταματήσει την προσπάθεια της νωρίς, ρισκάροντας την επιστροφή του.
Αυτό εξηγεί γιατί μπορεί να υπάρξει άλλη μια αύξηση παρά την πεποίθηση των επενδυτών ότι οι αυξήσεις επιτοκίων της Fed έχουν τελειώσει. Στην αγορά παραγώγων τα επιτοκιακά futures δεν τιμολογούν πάνω από 25% πιθανότητα άλλης μιας αύξησης, που αν συμβεί θα είναι η δωδέκατη στον τρέχοντα κύκλο νομισματικής σύσφιξης.
Μετά από 16 μήνες ταχείας νομισματικής σύσφιξης, η οικονομία των ΗΠΑ αναπτύχθηκε με ρυθμό που ξεπέρασε τις προσδοκίες το δεύτερο τρίμηνο, με ετήσιο ρυθμό 2,4%, και η δυναμική φαίνεται να συνεχίζεται στο τρέχον τρίμηνο.
Αναφερόμενος στο πόσο χρόνο παίρνει μέχρις ότου οι μεταβολές στο παρεμβατικό επιτόκιο της Fed γίνουν αισθητές στην οικονομία, ο επικεφαλής της Jerome Powell επεσήμανε στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου: «Σταματάς τις αυξήσεις πολύ πριν ο πληθωρισμός φτάσει το 2% και αρχίζεις να μειώνεις τα επιτόκια πριν φτάσεις στο 2%».