Από το σούπερ μάρκετ έως το φυσικό αέριο τη βενζίνη και το πετρέλαιο, από τους υπολογιστές και τα ρούχα, έως τα αυτοκίνητα και την ανακαίνιση του σπιτιού μας ή την αγορά ενός νέου σπιτιού, πληρώνουμε ήδη περισσότερα, είτε ζούμε στις ΗΠΑ και τον Καναδά, είτε στην Ευρώπη, τη Μεγάλη Βρετανία ή την Ασία.
Το κόστος για τα καθημερινά μας έξοδα έχει πάρει την ανηφόρα και η ερώτηση που «καίει» την τσέπη όλων μας είναι για πόσο καιρό θα συνεχιστούν οι αυξήσεις των τιμών που ροκανίζουν κάθε μέρα την αγοραστική μας δύναμη.
Βλέπετε, εάν η τάση συνεχιστεί, οι αυξήσεις στις τιμές θα μπορούσαν να αρχίσουν να ξεπερνούν την αύξηση του εισοδήματος και τη νομισματική υποστήριξη από κυβερνήσεις και Κεντρικές Τράπεζες. Και αυτό είναι κάτι που θα πλήξει πρωτίστως τα κατώτατα εισοδήματα αλλά και τους συνταξιούχους οι οποίοι δεν διαθέτουν τα ίδια αντανακλαστικά αύξησης των προσόδων τους με τις νεότερες ηλικίες.
Επίσης πλήττονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ΜμΕ, οι οποίες εκ των πραγμάτων είναι πιο ευάλωτες στο αυξανόμενο κόστος εισροών. Όπως συμβαίνει με την στήριξη του εισοδήματος από τα κυβερνητικά προγράμματα στα μεσαία εισοδήματα, έτσι και εδώ τα περιθώρια κέρδους των προσανατολισμένων επιχειρήσεων στις εξαγωγές παρέμειναν ανέπαφα λόγω των ισχυρών νέων παραγγελιών και των αυξημένων τιμών παραγωγής.
Όμως η αύξηση της ζήτησης δεν είναι σίγουρο ότι θα συνεχίσει να απορροφά την αύξηση των πρώτων υλών, των μεταφορών κ.ο.κ, πόσο μάλλον αν επιμείνουν ανοδικά για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ελπίδα όλων των θεσμικών φορέων είναι ο πληθωρισμός να αποτελεί παροδικό φαινόμενο ή η αύξηση του διαθέσιμου προσωπικού εισοδήματος να βοηθήσει τους καταναλωτές ν’ απορροφήσουν τις αυξήσεις των τιμών ανώδυνα.
Πληθωρισμός παντού
Ο δείκτης πρώτων υλών τροφίμων και ποτών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Commodity Food and Beverage Price Index Monthly Price) καταγράφει σε ένα μόλις χρόνο εξαιρετικά μεγάλη αύξηση άνω του 30%.
Αντίστοιχα ευρήματα προκύπτουν και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO).Ο δείκτης τιμών τροφίμων -FAO Food Price Index (FFPI)- μετράει τη μηνιαία μεταβολή στις διεθνείς τιμές ενός καλαθιού πρώτων υλών. Ο δείκτης κατέγραψε για 12ο συνεχόμενο μήνα αύξηση στην τιμή του, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.
Από τις 92,42 μονάδες τον Απρίλιο του 2020 βρίσκεται πλέον στις 127,10 μονάδες όπως φαίνεται στο παρακάτω σχήμα.
Περισσότερες πληροφορίες αποκομίζουμε από το παρακάτω γράφημα, στο οποίο βλέπουμε τις αλλαγές σε ετήσια βάση –YoY- σε μια σειρά προϊόντων.
Το γράφημα αποκαλύπτει με μια ματιά τις ραγδαίες αυξήσεις τιμών που έχουν πολλές από τις βασικές ομάδες τροφίμων. Ο δείκτης τιμών των τροφίμων του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ αυξήθηκε σχεδόν κατά 16,9 % μέσα στο 2021, με τις τιμές των γαλακτοκομικών προϊόντων, των δημητριακών, της ζάχαρης και του φυτικών ελαίων να παρουσιάζουν αύξηση κατά διψήφιο ποσοστό. Επί της ουσίας κάθε ομάδα τροφίμων με εξαίρεση τις τιμές του κρέατος κινείται πλέον σε νέα τριετή υψηλά.
Οι ραγδαίες αυξήσεις των τιμών δεν εντοπίζονται μόνο στο σιτάρι τη ζάχαρη ή τη σόγια αλλά και στα βασικά μέταλλα όπως ο χαλκός, ο σίδηρος, το αλουμίνιο ή το κοβάλτιο, τα οποία βρίσκονται σε υψηλά ετών.
Το παρακάτω διάγραμμα αποκαλύπτει την πορεία τους από τον Ιανουάριο του 2020 έως τον Μάιο του 2021.
Παρόμοιες μεταβολές παρατηρούνται στο κόστος της ξυλείας, το οποίο μπορεί εύκολα πλέον να συγκριθεί με τις παραβολικές ανόδους των κρυπτονομισμάτων και στην ενέργεια, με το πετρέλαιο να αγγίζει τιμές άλλων εποχών, καθώς οι παραγωγοί δεν μπόρεσαν να επαναφέρουν άμεσα την προσφορά στα επίπεδα αύξησης της ζήτησης, ενώ ο OPEC+ αυξάνει σιγά σιγά την προσφορά προκειμένου να διατηρήσει ένα επίπεδο τιμών που θα εξασφαλίσει τους πόρους για τον «πράσινο» μετασχηματισμό των πετρελαιοπαραγωγών χωρών και επιχειρήσεων.
Για πόσο καιρό θα αυξάνονται οι τιμές
Το βασικό ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής : Ο πληθωρισμός που έχει αρχίσει να διαχέει όλες τις κατηγορίες αγαθών θα έχει διάρκεια ή έχουν δίκιο οι Κεντρικοί Τραπεζίτες που τονίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι πρόκειται για ένα παροδικό φαινόμενο;
Η απάντηση κρύβεται στους λόγους που κυοφόρησαν τις πληθωριστικές πιέσεις και κατά πόσο θα συνεχίσουν να υφίστανται. Κάποιοι από αυτούς οφείλονται στις στρεβλώσεις της πανδημίας και εως εκ τούτου είναι θέμα χρόνου να εξομαλυνθεί η ισορροπία στις εφοδιαστικές αλυσίδες όσο προχωρούν οι εμβολιασμοί και επανερχόμαστε στην κανονικότητα.
Πόσο γρήγορα όμως θα επέλθει αυτή η ισορροπία; Οι απόψεις διίστανται με τους Κεντρικούς Τραπεζίτες να μιλούν για λίγους μήνες ενώ φορείς του επιχειρηματικού κόσμου όπως για παράδειγμα ο CEO της Ιntel να εκτιμούν ότι θα χρειαστούν από 2-3 χρόνια για να αποκατασταθούν πλήρως οι εφοδιαστικές αλυσίδες ανά τον κόσμο.
Ένας από τους λόγους της αύξησης που διατρέχει σχεδόν όλα τα αγαθά, από τις πρώτες ύλες μέχρι τα τελικά προϊόντα είναι η εκτίναξη του κόστους μεταφοράς, το οποίο όπως είναι ευνόητο χτυπά κυρίως την ΜμΕ επιχείρηση.
Καθώς η μια χώρα μετά την άλλη αναγκαζόταν να κατεβάσει τα ρολά της οικονομίας κατά το πρώτο εξάμηνο της πανδημίας, οι ναυτιλιακές εταιρείες αναγκάζονταν με τη σειρά τους να ακυρώσουν εκατοντάδες δρομολόγια.
Από το δεύτερο εξάμηνο όμως του 2020, όταν η ζήτηση από τη Δύση για προϊόντα κατασκευασμένα στην Ασία ανέκαμψε, οι μεταφορικές κονταροχτυπήθηκαν για τα διαθέσιμα κοντέινερ με αποτέλεσμα οι ναύλοι να εκτοξευτούν.
Μέχρι και σήμερα, σε πολλές περιπτώσεις οι όγκοι των παραγγελιών είναι πολύ μεγαλύτεροι από αυτούς που μπορούν να χειριστούν αποτελεσματικά τα terminals με αποτέλεσμα η συμφόρηση στα λιμάνια να δημιουργεί έναν δεύτερο γύρο αύξησης τιμών λόγω των τελών αποζημίωσης για τους μεγαλύτερους χρόνους αναμονής.
Αυτός ο παράγοντας της αύξησης τιμών κάποια στιγμή λογικά θα εξομαλυνθεί, όπως και ο παράγοντας της προσφοράς.
Βλέπετε, η προσφορά η οποία μειώθηκε σχεδόν σε όλο το φάσμα της μεταποίησης το πρώτο εξάμηνο του 2020 εξαιτίας της πανδημίας δεν ήταν εφικτό να επιστρέψει άμεσα στα πρότερα επίπεδα προκειμένου να ικανοποιήσει την αύξηση της ζήτησης από το δεύτερο εξάμηνο του 2020 και μετά. Χρειάζεται τον χρόνο της και όσο μεγαλύτερος είναι αυτός ο χρόνος προσαρμογής τόσο περισσότερο θα επιμείνουν οι πληθωριστικές πιέσεις.
Τα ίδια ισχύουν λίγο πολύ και για την προσφορά των βασικών οικοδομικών υλικών όπως για παράδειγμα ο χάλυβας και ο σίδηρος, τα οποία έχουν σημειώσει αυξήσεις τους τελευταίους μήνες ακόμα και πέριξ του 50%.
Ειδικά η αγορά του χάλυβα χτυπήθηκε από τους δασμούς της τάξης του 25% που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Τραμπ σε όλες τις εισαγωγές των ΗΠΑ από το 2018, ενώ το 2021 μπήκε με τις εκκρεμείς παραγγελίες να κυμαίνονται στα υψηλότερα επίπεδα πενταετίας, τα αποθέματα στο χαμηλό 31/2 ετών και την τιμή αναφοράς του χάλυβα θερμής έλασης στα υψηλά των τελευταίων 13 ετών.
Οι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι οι υψηλότερες τιμές χάλυβα θα μπορούσαν να καταλήξουν σε κίνητρο αύξησης προσφοράς από τους παραγωγούς, με τους τελευταίους να ανάβουν πάλι τους κλιβάνους.
Λίγο πολύ αυτή είναι η πεποίθηση για όλες τις πρώτες ύλες της οικοδομής και της μεταποίησης όπως για παράδειγμα τα χημικά-πλαστικά που έχουν ανέβει ως και 22% τους τελευταίους μήνες, ή ο χαλκός που κινείται εδώ και καιρό πέριξ των υψηλών 9ετίας:
Η αύξηση της ζήτησης σε συνδυασμό με τον εμβολιασμό και την ανοσία της αγέλης που θα εξασφαλιστεί κάποια στιγμή σε παγκόσμιο επίπεδο, θα οδηγήσουν την προσφορά σε ανοδική τροχιά και θα αρχίσουν να αποκλιμακώνονται οι τιμές.
Πώς η κλιματική αλλαγή μπαίνει στο παιχνίδι του πληθωρισμού
Μπορεί η αποκατάσταση της προσφοράς και των εφοδιαστικών αλυσίδων να είναι θέμα χρόνου, όμως τι γίνεται με τον παράγοντα της κλιματικής αλλαγής που δυστυχώς επηρεάζει τον πιο καθοριστικό παράγοντα για την διατήρηση της αγοραστικής δύναμης του μέσου καταναλωτή, το κόστος των τροφίμων;
Η αλήθεια είναι ότι ένα μεγάλο μέρος της αύξησης των τιμών των τροφίμων οφείλεται στο γεγονός ότι η παραγωγή και η συγκομιδή σε πολλές χώρες βασίζεται σε ένα πλήθος εργατών των οποίων οι χαμηλές αμοιβές και οι συνθήκες εργασίας τους- συνωστισμός-τους καθιστούν ευάλωτους στη Covid-19.
Όλα αυτά μαζί με την αύξηση των τιμών ενέργειας που επηρεαζουν τις μεταφορές συν την έλλειψη εμπορευματοκιβωτίων, πυροδότησαν την αύξηση των τιμών των τροφίμων από το χωράφι έως τον τελικό καταναλωτή.
Το πρόγραμμα των εμβολιασμών και κυρίως ο συντονισμός τους στον αναπτυσσόμενο κόσμο αναμένεται να θέσουν υπό έλεγχο την πανδημία και να αναιρέσουν έναν σημαντικό πληθωριστικό παράγοντα.
Το ερώτημα του χρόνου παραμένει βέβαια στο πλάνο, αλλά τουλάχιστον υπάρχει ορατότητα για τον τερματισμό ενός από τους λόγους που εκτόξευσαν τις τιμές των τροφίμων.
Όμως η γεωργική παραγωγή εξαρτάται και από τον καιρό, με αποτέλεσμα τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η αλλαγή των καιρικών προτύπων να επηρεάζουν τα χρονοδιαγράμματα φύτευσης και τις αποδόσεις των καλλιεργειών. Αυτός ο παράγοντας δεν αναμένεται να αναιρεθεί εξίσου γρήγορα με τον παράγοντα της πανδημίας.
Επιπλέον, η απανθρακοποίηση παγκοσμίως είναι ένας από τους βασικούς καταλύτες για τον έλεγχο της κλιματικής αλλαγής. Όμως ταυτόχρονα υποστηρίζει τις τιμές πολλών βιομηχανικών μετάλλων, όπως ο χαλκός, το κοβάλτιο, το ατσάλι κ.α που χρησιμοποιούνται στις νέες «πράσινες» τεχνολογίες.
Ο πυροσβεστικός ρόλος των επιτοκίων
Για συντομία, θα χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα για να εξηγήσουμε τον πυροσβεστικό ρόλο των επιτοκίων στις πληθωριστικές πιέσεις, εκείνο των τιμών της ξυλείας.
Σύμφωνα με το National Association of Home Builders, οι αυξήσεις των τιμών της ξυλείας μετά την πανδημία COVID-19 προκάλεσαν την αύξηση κόστους για την κατασκευή ενός νέου σπιτιού για μια οικογένεια κατά 24.000 δολάρια.
Η τιμή της ξυλείας έχει αυξηθεί κατά την διάρκεια των τελευταίων 13 μηνών από 127% έως 193%, ανάλογα το είδος. Οι πυρκαγιές σε τεράστιες δασικές εκτάσεις τα δύο προηγούμενα καλοκαίρια σε συνδυασμό με την πανδημία, αποτέλεσαν για τις τιμές ξυλείας σχεδόν την τέλεια καταιγίδα.
Βλέπετε, κατά τους πρώτους μήνες της υγειονομικής κρίσης περιορίστηκε μεν η παραγωγή, αλλά η πανδημία και ο εγκλεισμός στο σπίτι πυροδότησε την τάση «φτιάξτο μόνος σου».
Αυτή η αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης επιδεινώθηκε λόγω των χαμηλών επιτοκίων ρεκόρ και ενός ιστορικά σφιχτού αποθέματος κατοικιών που προκάλεσε τους αγοραστές να σπεύσουν σε νέες κατασκευές, με αποτέλεσμα οι τιμές να επιμένουν ανοδικά, παρά το γεγονός ότι η παραγωγή ξύλου βρέθηκε στο υψηλό 13 ετών τον Φεβρουάριο.
Πότε θα υπάρξει η διόρθωση σύμφωνα με επιχειρηματίες του κλάδου; Όταν η αύξηση των πρώτων υλών προσκρούσει στην αύξηση των επιτοκίων, με αποτέλεσμα να μειωθεί η διάθεση για αγορές σπιτιών.
* Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.