Η επίσκεψη του Σι Τζινπίνγκ στη Μόσχα έχει ανάψει τα αίματα σε διεθνές επίπεδο. Ρωσία και Κίνα υποστηρίζουν ότι η συμμαχία τους δεν είναι στρατιωτικοπολιτική, ενώ ο Πούτιν διαβεβαιώνει τον Κινέζο πρόεδρο ότι θα βοηθήσει τις κινεζικές επιχειρήσεις να αντικαταστήσουν τις αμερικανικές που έφυγαν από τη Ρωσία. Μήπως τελικά ο αρραβώνας Κίνας-Ρωσίας έχει περισσότερες οικονομικές προεκτάσεις και συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία;
Ο σοβαρότερος κίνδυνος σήμερα είναι να μεγαλώσει περαιτέρω το χάσμα μεταξύ των δυτικών οικονομιών - που εξαρτώνται ολοένα και περισσότερο από την τεχνολογική και στρατιωτική ισχύ των Αμερικανών - και της Κίνας, η οποία λειτουργεί ως μαγνήτης για τις χώρες του αναδυόμενου κόσμου.
Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν, την οποία ενορχήστρωσε η Κίνα, είναι ενδεικτική του πως το Πεκίνο αυξάνει τη γεωπολιτική του επιρροή και παίζει σημαντικό ρόλο στη διεθνή διπλωματία. Στο ίδιο πλαίσιο είναι και η επίσκεψη Σι στη Ρωσία.
Η εποχή της παγκοσμιοποίησης που οι πλούσιες χώρες αναζητούσαν φθηνά εργατικά χέρια στην Ασία, με αποτέλεσμα να ωφελούνται οι παγκόσμιοι επιχειρηματικοί κολοσσοί αλλά την ίδια ώρα και πολλές αναδυόμενες χώρες - και πάνω απ’ όλους η Κίνα - να ξεφεύγουν από τη φτώχεια και να γίνονται σημαντικοί παίκτες της παγκόσμιας οικονομίας, έχει περάσει.
Τώρα το παιχνίδι παίζεται με διαφορετικούς όρους και σε άλλο τερέν. Όλα… τα λεφτά είναι η τεχνολογία. Οι ψηφιακές εφαρμογές και τα μικροτσίπ, η τεχνητή νοημοσύνη και η επαυξημένη πραγματικότητα, τα δίκτυα 5G και όλος αυτός ο κόσμος που μοιάζει με ταινία επιστημονικής φαντασίας. Με τις νέες τεχνολογίες, ο πόλεμος για την κυριαρχία στον ψηφιακό κόσμο θα ενταθεί και εκεί ίσως δούμε τον επόμενο πραγματικό παγκόσμιο πόλεμο.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τη συνάντηση Σι-Πούτιν; Όσο μεγαλώνει το χάσμα ΗΠΑ-Κίνας, το οποίο μετεξελίσσεται σε χάσμα Δύσης-Κίνας, και όσο το Πεκίνο ενισχύει τους δεσμούς με τη Μόσχα, τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος παγκόσμιων αναταράξεων σε γεωπολιτικό αλλά και σε οικονομικό επίπεδο.
Εξάλλου, η Κίνα βρίσκεται σε υπόγειο – και μη – οικονομικό πόλεμο με την Αμερική εδώ και πολλά χρόνια, ακόμη περισσότερο από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ κήρυξε τον υπέρ πάντων εμπορικό αγώνα κατά του ασιατικού δράκου.
Να θυμίσουμε εδώ, ότι πέρυσι τον Ιούλιο, το Κογκρέσο ενέκρινε ένα σχέδιο 200 δισ. δολαρίων για να ενισχύσει την επόμενη πενταετία την έρευνα και την παραγωγή μικροτσίπ σε αμερικανικό έδαφος. Για όσους λάβουν επιδοτήσεις και άλλα κίνητρα, θα απαγορευτεί η επέκταση της παραγωγής στην Κίνα για δέκα χρόνια.
Λίγο αργότερα, τον Νοέμβριο, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ απαγόρευσε την εξαγωγή επόμενης γενιάς υπεραγωγών και προηγμένης τεχνολογίας στην Κίνα. Οι αποφάσεις αυτές ισχύουν και για τις εταιρείες της Ταϊβάν που χρησιμοποιούν αμερικανική τεχνολογία, ενώ απαγορεύτηκε ακόμη και σε Αμερικανούς πολίτες να εργάζονται για κινεζικές εταιρείες μικροτσίπ. Αν δεν είναι αυτό οικονομικός πόλεμος τότε τι είναι;
Η Κίνα απάντησε δίνοντας κίνητρα και επιδοτήσεις ύψους 143 δισ. δολαρίων για να περιοριστεί η εξάρτηση της κινεζικής βιομηχανίας από την Ταϊβάν, η οποία Ταϊβάν προμηθεύει την Κίνα με το 70% των αναγκών της σε μικροτσίπ.
Στην αγορά μικροτσίπ κυριαρχούν κυρίως η Ταϊβάν και δευτερευόντως η Νότια Κορέα. Όλοι γνωρίζουν πλέον πόσο σημαντικά είναι τα μικροτσίπ. Από την παραγωγή αυτοκινήτων και κινητών τηλεφώνων, μέχρι τον πιο εξελιγμένο ιατρικό εξοπλισμό και τη ρομποτική. Η Αμερική ποντάρει στα μικροτσίπ για να παραμείνει κυρίαρχη στα πεδία της τεχνητής νοημοσύνης και της πολεμικής βιομηχανίας, ενώ η Ευρώπη είναι εκτός συναγωνισμού, ουραγός των εξελίξεων.
Όμως στις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή υπάρχει ανοιχτή διαμάχη μεταξύ εταιρειών που έχουν σημαντικά συμφέροντα και επενδύσεις στην Κίνα και της κυβέρνησης Μπάιντεν που απαιτεί να κοπούν οι όποιοι δεσμοί για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Η Κίνα, από την άλλη, έχει στρατηγικό ενδιαφέρον και θέλει η Ρωσία να κερδίσει τον πόλεμο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί να της επιβληθούν και νέες οικονομικές κυρώσεις από τη Δύση. Δεν πρόκειται να πάρει μεγάλα οικονομικά ρίσκα για να ενισχύσει έναν Πούτιν που δείχνει ευάλωτος.
Το θέμα είναι αν η Δύση θα δει την Κίνα ως ισότιμο παίκτη στην παγκόσμια σκηνή ή ως εχθρό που χτίζει το αντίπαλο μπλοκ με τη Ρωσία και άλλες αναδυόμενες οικονομίες.
Σε έναν ιδεατό κόσμο, ΗΠΑ, Ευρώπη και Κίνα θα έβρισκαν μεταξύ τους τις απαιτούμενες ισορροπίες για να δώσουν πρόσβαση σε πόρους σε όλες τις χώρες και να διασφαλίσουν την ισότιμη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Θα μπορούσαν έτσι να ξεπεραστούν πολλά προβλήματα.
Επειδή όμως αυτό είναι ένα σχεδόν ουτοπικό σενάριο, το πιθανότερο είναι να διαιρεθεί η παγκόσμια οικονομία σε δύο μπλοκ, χωρίς κανείς να μπορεί να αποκλείσει ότι οι οικονομικές συμμαχίες δεν θα εξελιχθούν και σε στρατιωτικές. Αναλυτές εκτιμούν ότι η τεράστια καταστροφή που έχει προκαλέσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, ωχριά μπροστά στους πιθανούς κινδύνους που κρύβει η τάση δημιουργίας μεγάλων μπλοκ, όπως αυτό που σχεδιάζουν Κίνα και Ρωσία.