Μία εβδομάδα μετά από τις ανακοινώσεις του Αμερικανού προέδρου σχετικά με τους εισαγωγικούς δασμούς, η κατάσταση στις χρηματιστηριακές αγορές έχει αλλάξει ριζικά. Η άγρια χρηματιστηριακή πτώση οδήγησε πολλές χρηματιστηριακές αγορές στα όρια του bear market (κατά την επικρατούσα ορολογία, μία χρηματιστηριακή αγορά εισέρχεται σε bear market όταν καταγράψει απώλειες της τάξης του 20% από το πιο πρόσφατο υψηλό) και σχεδόν όλες στην περιοχή της διόρθωσης ή όπως συνηθίζεται να λέγεται διεθνώς, του correction (με την ίδια ορολογία, ορίζεται όπως το bear market αλλά για ποσοστό πτώσης 10%).
Αυτό που μας ενδιαφέρει πλέον είναι το αν οι αγορές θα παραμείνουν στην περιοχή του bear market και για πόσο καιρό. Δηλαδή αν η εμφάνιση των αρκούδων στις χρηματιστηριακές αγορές θα είναι πρωταγωνιστική ή αν θα είναι κάτι σαν το κινηματογραφικό cameo appearance, όπου ένα γνωστό πρόσωπο εμφανίζεται για λίγο και σύντομα εξαφανίζεται.
Τις τελευταίες λίγες ημέρες, οι δηλώσεις σημαντικού αριθμού χρηματιστηριακών αναλυτών και σημαντικών παραγόντων της διεθνούς χρηματοοικονομικής βιομηχανίας, παραπέμπουν σε μία διαρκή παρουσία των αρκούδων για αρκετούς μήνες από τώρα.
Οι εκτιμήσεις τους για την επίπτωση της πολύ επιθετικής δασμολογικής πολιτικής του προέδρου Τραμπ στις διεθνείς οικονομίες και κατ’ επέκταση στα διεθνή χρηματιστήρια δεν είναι αισιόδοξες. Το γεγονός πως οι δασμοί που ανακοινώθηκαν είναι αρκετά πιο υψηλοί από τους αναμενόμενους, καθώς και το γεγονός πως όλοι πλέον έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν πως ο Τραμπ εννοεί ό,τι έχει πει από την ορκωμοσία του και έπειτα σχετικά με τους δασμούς και το διεθνές εμπόριο, έχουν επιδράσει καταλυτικά στις νέες εκτιμήσεις.
Όλοι συμφωνούν πως σύντομα θα παρουσιαστεί έξαρση στον πληθωρισμό στις ΗΠΑ εξαιτίας της επιβολής των δασμών. Ομοφωνία υπάρχει και στην εκτίμηση πως η άνοδος των τιμών και η αναταραχή που θα προκληθεί στις εφοδιαστικές αλυσίδες σχεδόν όλων των βιομηχανικών και εμπορικών κλάδων θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Λίγοι αμφιβάλλουν επίσης πως αποτέλεσμα των υψηλών δασμών στις ΗΠΑ θα είναι και η αύξηση των ποσοστών ανεργίας. Τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα και από τη φανερή διάσταση απόψεων μεταξύ του προέδρου Τραμπ και του προέδρου της Fed Τζέι Πάουελ, ο οποίος θεωρητικά απολαμβάνει πλήρους ανεξαρτησίας αλλά στην πράξη έχει να αντιμετωπίσει τη σαφώς εχθρική στάση του προέδρου.
Αυτό δεν αρέσει καθόλου στις αγορές, καθώς σε όλες τις οικονομικές και χρηματιστηριακές κρίσεις των τελευταίων 40 ετών, η κεντρική τράπεζα και η πολιτική ηγεσία των ΗΠΑ ήταν στην ίδια πλευρά, όπως και σχεδόν στις περισσότερες δυτικές χώρες. Η λογική λοιπόν των απαισιόδοξων αναλυτών είναι πως η επιβάρυνση των προϊόντων με υψηλούς δασμούς θα ανεβάσει τον πληθωρισμό, θα πλήξει ταυτόχρονα τα περιθώρια κέρδους πλήθους επιχειρήσεων, θα αδυνατίσει την οικονομία και θα αυξήσει την ανεργία. Την ίδια στιγμή, η Fed δεν θα ξέρει ακριβώς τι να κάνει καθώς η άνοδος του πληθωρισμού θα κάνει δύσκολη την μείωση των επιτοκίων για την τόνωση της οικονομίας και την καταπολέμηση της ανεργίας. Και θα έχει και απέναντι της και τον πρόεδρο.
Οι αρνητικές συνέπειες δεν περιορίζονται στις ΗΠΑ αλλά επεκτείνονται σε όλο τον κόσμο, ακόμα και αν όλες οι χώρες δεχθούν τις αμερικανικές απαιτήσεις και δεν προχωρήσουν σε αντίποινα σαν αυτά που εξήγγειλε η Κίνα και πιθανώς να αποφασίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εφόσον δεν αλλάξει κάτι σύντομα, και η στάση του προέδρου Τραμπ δείχνει πως αυτό είναι αρκετά δύσκολο, σύντομα η διεθνής οικονομία θα βρεθεί αντιμέτωπη με τη ριζική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του διεθνούς εμπορίου, την επιβάρυνση σχεδόν όλων των βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων με διεθνή παρουσία και με μία μεγάλη αναστάτωση των επιχειρήσεων και των καταναλωτών.
Την ίδια στιγμή, αναπόφευκτη είναι η αύξηση της παγκόσμιας οικονομικής αβεβαιότητας. Επίσης, κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει ακόμα τι θα γίνει αν τα κινεζικά προϊόντα που ίσως μείνουν εκτός ΗΠΑ αρχίζουν να κατακλύζουν τις διεθνείς αγορές και να πιέζουν ακόμα περισσότερο τα περιθώρια κέρδους των μεγάλων δυτικών επιχειρήσεων.
Όλα αυτά είναι αρνητικά για τα διεθνή χρηματιστήρια: η σχεδόν βέβαιη μείωση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων, η αναστάτωση στις εφοδιαστικές αλυσίδες, η μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, η απώλεια θέσεων εργασίας, η έλλειψη πνεύματος συνεργασίας μεταξύ της μεγαλύτερης καταναλωτικής αγοράς στον κόσμο (αυτής των ΗΠΑ) και των εμπορικών της εταίρων και το εχθρικό κλίμα που επικρατεί ανάμεσα στην αμερικανική κυβέρνηση και την Fed.
Η υποβάθμιση των εκτιμήσεων για την κερδοφορία των επιχειρήσεων και για την πορεία της διεθνούς οικονομίας φέρνει προφανώς χαμηλότερους στόχους για τις τιμές των μετοχών, και η κατάσταση γίνεται ακόμα χειρότερη λόγω της επικρατούσας αβεβαιότητας. Ακόμα και να μην είχαν ξεκινήσει οι υποβαθμίσεις των στόχων από την μεριά των αναλυτών, είναι βέβαιο πως ένας μεγάλος αριθμός επενδυτών είναι υποχρεωμένος να μειώσει την έκθεσή του σε κινδύνους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αν κάποιος πιστεύει πως ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει καμία διάθεση συμβιβασμού και πως θα επιδιώξει την επίτευξη όλων των στόχων του, πρέπει να βλέπει τα χρηματιστήρια πολύ επιφυλακτικά και να χρησιμοποιεί πιθανές ανοδικές εξάρσεις για να μειώσει την έκθεσή του σε μετοχές ή να αλλάξει το μείγμα των επενδύσεών του επί το συντηρητικότερο.
Με βάση λοιπόν αυτή τη λογική, οι προσδοκίες μας από τις χρηματιστηριακές αγορές πρέπει να είναι χαμηλότερες από πριν. Εκτός αν κάποιος πιστεύει πως σχετικά σύντομα θα δούμε τον Αμερικανό πρόεδρο να προχωρά σε συμφωνίες με σημαντικούς εμπορικούς εταίρους, βάζοντας και αυτός «νερό στο κρασί του».
Ή πως η άποψη του προέδρου πως ο πόνος που θα φέρουν οι δασμοί θα είναι προσωρινός και σύντομα θα ξεχαστεί, ανεβάζοντας τα αμερικανικά και – πιθανότατα – και τα διεθνή χρηματιστήρια. Υπάρχουν αρκετοί χρηματιστηριακοί αναλυτές και επενδυτές που πιστεύουν κάτι τέτοιο και θεωρούν πως η πρόσφατη μεγάλη πτώση των χρηματιστηριακών αγορών έχει ήδη ενσωματώσει τις πιθανές αρνητικές συνέπειες της δασμολογικής πολιτικής Τραμπ.
Οι ίδιοι υποστηρίζουν πως οι πολύ απαισιόδοξες προβλέψεις είναι αποτέλεσμα υπεραντίδρασης της πλειοψηφίας των αναλυτών που είχαν πάρει αψήφιστα τις υποσχέσεις του Αμερικανού προέδρου. Το «αισιόδοξο» στρατόπεδο πιστεύει πως η πολύ σημαντική πτώση των μετοχών αποτελεί μία μεγάλη ευκαιρία για φθηνές αγορές και εκτιμά πως όσοι αγόρασαν στα πολύ χαμηλά των τελευταίων ημερών θα δικαιωθούν όπως όσοι είχαν αγοράσει στις χειρότερες μέρες της κρίσης που είχε προκαλέσει το 2020 η πανδημία.
Όπως είπαμε πιο πριν, η λογική είναι μάλλον με το απαισιόδοξο στρατόπεδο, θεωρώντας πως η σκληρή και επιθετική στάση του Αμερικανού προέδρου δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα. Όσοι επενδυτές συμφωνούν με αυτή την εκτίμηση θα πρέπει να κινούνται πλέον πολύ συντηρητικά και να αποφύγουν τις κινήσεις υψηλού ρίσκου, προσαρμόζοντας τη στρατηγική τους καθώς η κατάσταση στο διεθνές εμπόριο θα αρχίσει να ξεκαθαρίζει. Ακόμα και αν οι αρκούδες των αγορών δεν επιθυμούν να κάνουν καθημερινά αισθητή την παρουσία τους, μπορεί να εμφανιστούν απροειδοποίητα οποιαδήποτε στιγμή.
Στην περίπτωση βέβαια που κάνουμε λάθος και ο πρόεδρος μας αιφνιδιάσει σύντομα με σημαντικές κινήσεις φιλικές προς το διεθνές εμπόριο, όσοι τηρούν συντηρητική επενδυτική στάση θα χάσουν ένα μέρος των κερδών που θα φέρει αυτή η αλλαγή στάσης. Στο μεταξύ πάντως, θα κοιμούνται ήσυχα.