Η Γαλλία ανάμεσα σε δύο άκρα - Οι αγορές σε αναβρασμό
shutterstock
shutterstock

Η Γαλλία ανάμεσα σε δύο άκρα - Οι αγορές σε αναβρασμό

Τριγμούς σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ενδέχεται να προκαλέσουν οι πρόωρες βουλευτικές εκλογές που διεξάγονται στη Γαλλία και είναι σίγουρο ότι το τελικό αποτέλεσμα θα έχει επιπτώσεις για το σύνολο των ευρωπαϊκών assets. Με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι ο Εμανουέλ Μακρόν θα κληθεί να κυβερνήσει με ένα κοινοβούλιο στο οποίο θα κυριαρχούν τα άκρα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη προετοιμάζονται για το σενάριο στο οποίο θα… απολέσουν τη γαλλική μηχανή, μία εξέλιξη που έχει τη δυναμική να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα. 

Με τον δείκτη CAC 40 στο Παρίσι να σημειώνει απώλειες της τάξης του 7% από τότε που προκηρύχθηκαν οι πρόωρες εκλογές και τον πανευρωπαϊκό Stoxx 50 έχει αντιδρά πολύ πιο ήπια με πτώση που δεν ξεπερνά το 3,5%, οι αγορές δείχνουν για μία ακόμη φορά ότι ενώ αγωνιούν για τις πολιτικές εξελίξεις, δεν προεξοφλούν το χειρότερο σενάριο.

Περιμένουν το αποτέλεσμα του α’ γύρου των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία, αν και η πιθανότητα να μην κυριαρχήσουν τα δύο άκρα είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Το spread των γαλλικών με τα γερμανικά ομόλογα έχει αυξηθεί στις 80 μονάδες βάσης και σε υψηλό 12 ετών, ενώ είναι δεδομένο ότι θα εκτιναχθεί αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις που θέλουν τα άκρα να κυριαρχούν.

Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν θα είναι και πάλι πρώτο κόμμα, φτάνοντας μάλιστα κοντά στην αυτοδυναμία. Τη δεύτερη θέση δείχνει να κατακτά ο συνασπισμός των αριστερών κομμάτων και στην τρίτη θέση βρίσκεται το κόμμα του Μακρόν με τους συμμάχους του. Όπως πολύ εύστοχα ανέλυσε ο Νίκος Μελέτης χτες, ο μεγάλος κίνδυνος πλέον για τη Γαλλία είναι να βρεθεί έρμαιο μεταξύ ενός αδύναμου προέδρου που δεν θα μπορεί να περάσει τους νόμους και τις μεταρρυθμίσεις που θέλει, καθώς το κοινοβούλιο θα ελέγχεται από μια σκληρή αντιευρωπαϊκή δύναμη.

Τι σημαίνει αυτό για τις αγορές; Αρχικά να πούμε ότι ελέγχοντας το κοινοβούλιο, οι ευρωσκεπτικιστές έχουν τη δυνατότητα να παραλύσουν πολιτικά τη Γαλλία. Πιθανή πολιτική παράλυση της Γαλλίας θα οδηγήσει σε μακρά περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας, η οποία με τη σειρά της θα προκαλέσει μεγάλες αναταράξεις σε χρηματιστήρια, αγορά ομολόγων και ευρώ. Τα δύο πολιτικά άκρα της Γαλλίας μοιάζουν να βρίσκονται πολύ μακριά μεταξύ τους για να σχηματίσουν κυβέρνηση συνεργασίας. Παρ’ όλα αυτά, είναι σαφές ότι μπορούν να συμμαχήσουν για να μην περάσουν ή ακόμη και να καταργηθούν αρκετές μεταρρυθμίσεις του Μακρόν.

Βασικός στόχος τους θα είναι η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, η οποία στην περίπτωση που καταργηθεί θα επηρεάσει αρνητικά τα δημόσια οικονομικά της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, αυξάνοντας το έλλειμμα κατά περίπου 0,6%-0,7% του ΑΕΠ. Η δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας ανησυχεί ήδη την Ευρώπη, πόσω μάλλον όταν η κυριαρχία των άκρων στο κοινοβούλιο θα μπλοκάρει κάθε νομοσχέδιο του προέδρου Μακρόν, ενδεχομένως μέχρι να τον αναγκάσουν σε παραίτηση. Στο σενάριο δε, που καταφέρουν να περάσουν κάποιες από τις δικές τους υποσχέσεις, τότε εκφράζονται φόβοι για γενικευμένη κρίση χρέους σε μία χώρα με χρέος άνω των 3 τρισ. ευρώ.

Όπως σημειώνει ο Ιταλός αναλυτής Λορέντζο Κοντόνιο, τα όρια μεταξύ των αρμοδιοτήτων του προέδρου και του πρωθυπουργού δεν καθορίζονται τόσο ξεκάθαρα από το γαλλικό σύνταγμα, κάτι που έχει φανεί και στην προϊστορία των γαλλικών θεσμών, ενώ ενδέχεται να υπάρξουν σημαντικά προβλήματα και για τις ευρωπαϊκές πολιτικές. Τέλος, την ώρα που ο Μακρόν θα προσπαθεί να κυβερνήσει, σημαντικά είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και η γερμανική κυβέρνηση, που συνεπάγεται ότι ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα – και κυρίως η περαιτέρω ενοποίηση - δέχεται πιέσεις.

Για όλους αυτούς τους λόγους οι αγορές ανησυχούν αλλά προς ώρας τηρούν στάση αναμονής καθώς δε θέλουν να προεξοφλήσουν πρόωρα το χειρότερο δυνατό σενάριο. Αναπόφευκτα, ωστόσο, πολύ σύντομα θα αυξηθεί το επίπεδο κινδύνου που συνοδεύει τα ευρωπαϊκά assets, οδηγώντας σε άνοδο τις αποδόσεις των ομολόγων και σε πτώση το ευρώ. Παράλληλα, δεν αποκλείεται να σημειωθούν εκροές κεφαλαίων από τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, ιδιαίτερα στην περίπτωση που το κλίμα επιδεινωθεί.