Ας μην γελιόμαστε και ας δούμε τα πράγματα ολόγυμνα. Δίχως κοινωνικά ή πολιτικά περιτυλίγματα και δήθεν προθέσεις σωτηρίας του κόσμου. Τα μεγάλα μακροοικονομικά διλήμματα από τον περασμένο αιώνα, εστιάζουν πάνω στη ζυγαριά, που από τη μια μεριά έχει τον πληθωρισμό και από τη άλλη την ανεργία. Και όλοι, φροντίζουν να κρατήσουν εναγωνίως τις δυο πλευρές της ζυγαριάς, σε ισορροπία.
Η λέξη «ανεργία», φέρνει στους Αμερικανούς, μνήμες από το Κραχ του ?29, από αυτοκτονίες στη Wall Street και από απέραντη φτώχεια. Η δε λέξη «πληθωρισμός», φέρνει στην μνήμη των Ευρωπαίων και πρωτίστως των Γερμανών, τον εφιάλτη της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης που οδήγησε στη νίκη του εθνικοσοσιαλισμού και στον B? Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όμως σήμερα το δίλημμα είναι διαφορετικό. Και είναι ιδιαίτερα απλό, αλλά και δύσκολο. Και έχει να κάνει με τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζιτών σχετικά με το ύψος των επιτοκίων και τις ποσοτικές χαλαρώσεις QE, που έλυναν μέχρι πρόσφατα όλα τα προβλήματα και επούλωναν όλες τις οικονομικές πληγές.
Το γεγονός ότι τα χαμηλά επιτόκια και οι ποσοτικές χαλαρώσεις, απλά συντηρούσαν την ανάπτυξη των οικονομιών, επέτρεπε στους έχοντες το γενικό πρόσταγμα, να κλείνουν τα μάτια μπροστά στο υπερμέγεθες τέρας, που οι ίδιοι έτρεφαν. Που δεν είναι άλλο από τις «πληθωρισμένες αξίες» των περιουσιακών στοιχείων. Η απογείωση των χρηματιστηριακών αποτιμήσεων, η έκρηξη στις τιμές των ακινήτων, η εμφάνιση και διατήρηση πάσης φύσεως κερδοσκοπικών προϊόντων και εργαλείων, που δεν έχουν παραμικρή σχέση με την πραγματική οικονομία, ήταν το ουσιαστικό αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών.
Οπότε σήμερα, που ο κίνδυνος του πληθωρισμού ήρθε από την πίσω πόρτα, όπως αναλύσαμε στο χθεσινό άρθρο με τίτλο: «Πληθωρισμός: Εκρηκτικό κοκτέιλ από το ράλι στην ενέργεια και τις ελλείψεις προϊόντων», τόσο οι κυβερνήσεις όσο και οι κεντρικές τράπεζες, στην ουσία δεν ξέρουν τι να κάνουν. Και έτσι συνεχίζουν τις εκτιμήσεις και τις αναλύσεις για το είδος του πληθωρισμού και την διάρκεια του, δίχως ωστόσο να κινούνται στη κατεύθυνση επίλυσης του προβλήματος.
Η αλήθεια είναι, ότι αν οι κεντρικοί τραπεζίτες αποπειραθούν να αυξήσουν τα επιτόκια, το πιθανότερο είναι ότι θα προκληθεί πανικός, με αποτέλεσμα οι εύφορες κοιλάδες των μετοχικών υπεραξιών, των παραγώγων, των εξωτικών χρηματιστηριακών προϊόντων και των κρυπτονομισμάτων, να μετατραπούν σε καμένο σιτοβολώνα.
Αν όμως δεν αυξήσουν τα επιτόκια, τότε ο πληθωρισμός, που όπως προαναφέραμε άρχισε να κλιμακώνεται λόγω της στρέβλωσης της εφοδιαστικής αλυσίδας και της ενεργειακής έκρηξης, θα φουντώσει ακόμα περισσότερο, με τις γνωστές παρενέργειες του.
Αυτήν την εξίσωση, που μοιάζει με την κίνηση του ακροβάτη πάνω στο σκοινί, καλούνται να λύσουν οι κεντρικές τράπεζες και οι κυβερνήσεις. Προς το παρόν, ολιγωρούν και δεν δίνουν απαντήσεις, μεταφέροντας τις αποφάσεις τους στο μέλλον. Ίσως, διότι έχει εξαντληθεί το «οπλοστάσιο» που έχουν στα χέρια τους. Ίσως διότι το ρίσκο των αγορών, έχει λάβει διαστάσεις συστημικού κινδύνου. Ωστόσο, όσο αναβάλλεται η ανάληψη πρωτοβουλιών, το πρόβλημα μεγεθύνεται και το πιθανότερο είναι, ότι η ιστορία θα επαναληφθεί.