Η νέα δημοσιονομική πολιτική της Γερμανίας μπορεί να ενισχύσει την ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη, αλλά για τους γείτονές της, που έχουν υψηλά χρέη, το υψηλότερο κόστος δανεισμού περιορίζει ακόμη περισσότερο την ήδη ικανότητά τους να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες.
Στην Ιταλία, τη Γαλλία και την Ισπανία, το κόστος δανεισμού έχει αυξηθεί κυρίως λόγω της ανόδου κατά 20 μονάδες βάσης στις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων, της μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ. Η άνοδος αυτή σημειώθηκε μετά τη συμφωνία για μια ιστορική αναθεώρηση του χρέους στις αρχές Μαρτίου, που επιτρέπει στη Γερμανία να αυξήσει τις δαπάνες για υποδομές και άμυνα.
Η περαιτέρω και πιο ισόρροπη αύξηση των αμυντικών δαπανών θα απαιτούσε μεγαλύτερο κοινό δανεισμό της ΕΕ για τη χρηματοδότηση επιχορηγήσεων, σύμφωνα με οικονομολόγους και επενδυτές. «Το αυξανόμενο κόστος δανεισμού επηρεάζει ήδη τις δαπάνες για τόκους, ιδίως αν υποθέσουμε ότι πρόκειται για μόνιμη αύξηση», δήλωσε ο Eiko Sievert, εκτελεστικός διευθυντής της Scope Ratings.
Η Fitch Ratings εκτιμά ότι τα κράτη - μέλη της Ε.Ε. θα μπορέσουν να δαπανήσουν μόλις 500 δισ. ευρώ για την άμυνα τα επόμενα τέσσερα με πέντε χρόνια, εν μέρει λόγω των δημοσιονομικών περιορισμών. Το ποσό αυτό είναι χαμηλότερο από τα σχέδια της ΕΕ να επιτρέψει δαπάνες έως και 800 δισ. ευρώ, τροποποιώντας τους δημοσιονομικούς κανόνες ώστε να επιτρέπονται υψηλότερες εθνικές δαπάνες.
Οι πρόσφατες κινήσεις της αγοράς δείχνουν ότι το κόστος χρηματοδότησης στην Ευρώπη θα αυξηθεί περαιτέρω, δυσκολεύοντας τις κυβερνήσεις να αντισταθμίσουν τα έξοδά τους μέσα στα επόμενα τέσσερα ή πέντε χρόνια, σημείωσε ο Federico Barriga-Salazar, ανώτερος διευθυντής κρατικών εταιρειών στη Fitch.
Αυτό θα περιορίσει τις αμυντικές δαπάνες, δεδομένου ότι υπάρχει μικρή πολιτική βούληση για αύξηση φόρων ή περικοπή δαπανών σε άλλους τομείς.
Μέχρι το 2028, η Fitch προβλέπει ότι η Γαλλία θα δαπανήσει το 2,5% του ΑΕΠ της στην άμυνα, η Ιταλία και η Ισπανία θα παραμείνουν κάτω από τον στόχο του 2% - τον οποίο το ΝΑΤΟ επιδιώκει να αυξήσει σε πάνω από 3% - ενώ η Γερμανία θα φτάσει το 3,2%.
Αυξημένο κόστος δανεισμού
Οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων αυξήθηκαν κατά περίπου 40 μονάδες βάσης στις αρχές Μαρτίου, πριν η προσοχή στραφεί στους εμπορικούς δασμούς των ΗΠΑ.
Στη Γαλλία, όπου οι δημοσιονομικές ανησυχίες προκάλεσαν αναταραχές στις αγορές πέρυσι, οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο από την κρίση χρέους της ευρωζώνης.
Στην Ιταλία, τη δεύτερη πιο υπερχρεωμένη χώρα της Ε.Ε., οι αποδόσεις άγγιξαν το 4%, ενώ η χώρα εξακολουθεί να δαπανά πολύ λιγότερο από το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα.
Ορισμένοι αναλυτές προβλέπουν ότι οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά μία ποσοστιαία μονάδα τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας το 4% - επίπεδο που είχε να παρατηρηθεί από το 2008.
Ως η μεγαλύτερη οικονομία και βασικός δανειολήπτης της ΕΕ, μια περαιτέρω άνοδος των αποδόσεων της Γερμανίας θα μπορούσε να μεταδοθεί και στις υπόλοιπες χώρες του μπλοκ.
Η ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη θα μπορούσε να αντισταθμίσει το υψηλότερο κόστος δανεισμού και να ενισχύσει τις αμυντικές δαπάνες. Ωστόσο, πολλοί οικονομολόγοι αμφιβάλλουν κατά πόσο τα οφέλη από την οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας θα υπερκαλύψουν την αύξηση του κόστους δανεισμού στις υπόλοιπες χώρες.
«Για τις άλλες χώρες, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι το καθαρό αποτέλεσμα είναι αρνητικό. Το υψηλότερο κόστος δανεισμού μπορεί να αντισταθμίσει πλήρως τα οφέλη από την ανάπτυξη της Γερμανίας», δήλωσε ο Jens Eisenschmidt, επικεφαλής οικονομολόγος της Morgan Stanley.
Ο πρώην οικονομολόγος της ΕΚΤ προβλέπει ότι μια αύξηση της γερμανικής ανάπτυξης κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες το επόμενο έτος θα αποδώσει μόλις 0,1 ποσοστιαία μονάδα επιπλέον ανάπτυξης στην ευρωζώνη, πέρα από τον άμεσο αντίκτυπο στη γερμανική οικονομία.
Ωστόσο, η BNP Paribas είναι πιο αισιόδοξη, εκτιμώντας ότι η συνολική ανάπτυξη θα είναι ισχυρότερη, ειδικά εάν η Ευρώπη κατευθύνει τις αμυντικές δαπάνες προς την εγχώρια παραγωγή.
Κοινός δανεισμός
Προς το παρόν, τα περιθώρια κινδύνου που πληρώνουν η Ιταλία και η Γαλλία έναντι της Γερμανίας έχουν σταθεροποιηθεί λίγο πάνω από 100 και 70 μονάδες βάσης, αντίστοιχα, βοηθούμενα από εγχώριους επενδυτές που εκμεταλλεύονται τις υψηλότερες αποδόσεις, σύμφωνα με τους traders.
Ο μεγαλύτερος επενδυτής της Ευρώπης, η Amundi, εκτιμά ότι οι αμυντικές δαπάνες εκτός Γερμανίας δεν θα αυξηθούν σημαντικά, σύμφωνα με τον διευθυντή fund Reine Bitar. Ωστόσο, οι ανησυχίες θα μπορούσαν να ενταθούν εάν υπάρξουν ενδείξεις για αλλαγή πολιτικής.
Η αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 3% του ΑΕΠ χωρίς αντισταθμιστικά μέτρα θα μπορούσε να αυξήσει το δημόσιο χρέος της Ιταλίας στο 145% του ΑΕΠ έως το 2029, από περίπου 135% πέρυσι, σύμφωνα με τη Scope Ratings, ενώ για τη Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό αναμένεται να φτάσει μόλις το 73%.
Για την επίτευξη ισόρροπης αύξησης των δαπανών, η ΕΕ σχεδιάζει να διαθέσει 150 δισ. ευρώ σε δάνεια προς τα κράτη-μέλη. Ωστόσο, η Societe Generale εκτιμά ότι η απορρόφηση αυτών των κονδυλίων θα είναι περιορισμένη.
Αντίθετα, ένας νέος μηχανισμός κοινής χρηματοδότησης, κατά το πρότυπο του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ, θα μπορούσε να καταστήσει τις αμυντικές δαπάνες πιο ισόρροπες, σύμφωνα με οικονομολόγους.