«Τις ιδέες τις σκεφτόμαστε, δεν τις βλέπουμε» μεταφέρει η Ανδρονίκη Χειλά από τον Πλάτωνα προκειμένου να μιλήσει για το έργο της. Λέγοντας ιδέα, ο Πλάτων εννοούσε τη μορφή. Οι μορφές τον συντρόφευαν παντού. Έβλεπε στη γλυπτική της εποχής του τις προσπάθειες του ανθρώπου να αποδώσει τη μορφή. Ο γλύπτης έπαιρνε την εντολή να φτιάξει ένα άγαλμα και μελετώντας τους σχετικούς μύθους προσπαθούσε να «δει», να φανταστεί πως είναι ο θεός.
Ο Πλάτων κατανόησε ότι ο γλύπτης δεν φτιάχνει ένα έργο παρά μόνο αφού δώσει απάντηση πώς είναι αυτό που θέλει να φτιάξει. Δεν μπορεί να δημιουργήσει ένα γλυπτό χωρίς να δει (να συλλάβει) τη μορφή του στο νου του. Αυτός λοιπόν είναι ο κόσμος: μια σειρά από απεικονίσεις μορφών. Αυτό είναι η πραγματικότητα: απεικονίσεις. Ο Πλάτων δεν είδε τα όντα και την πραγματικότητα, παρά μέσα από τη γλυπτική, μέσα από τις ιδέες/μορφές των όντων που αυτή θέτει.
Στο αίθριο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ακριβώς δίπλα από τα αγάλματα, η Ανδρονίκη Χειλά θέτει τις δικές της ιδέες/μορφές. Μέσα από μια εξπρεσιονιστική γραφή, με κινήσεις βίαιες επάνω στην επιφάνεια του χαρτιού, όπως αυτές που αφήνει η βελόνα του σεισμογράφου, σώζει στα έργα της, έστω υπαινικτικά, τη μορφή ή ένα σύμπλεγμα από μορφές. Ιδιότυπα πορτρέτα που πασχίζουν να βγουν από αντιφατικά δίπολα, ανάμεσα από σκιές και φως. Το χέρι «προλαβαίνει» το μυαλό και η χειρονομία φέρνει στην επιφάνεια την ιδέα που υπάρχει πίσω από τα σχήματα.
Σε αυτή τη σειρά σχεδίων η ζωγράφος επιχειρεί ένα είδος πορτρέτων «δυναμικά κινούμενων». Δεν έχει καμία καλλιγραφική διάθεση, μα την ενδιαφέρει η τροχιά μιας παθιασμένης χειρονομίας που έρχεται σαν έκφραση αναγκαιότητας. Οι φιγούρες μεταμορφώνονται διαρκώς, εξελίσσονται και διεκδικούν την ένταξή τους στο χώρο.
Ο Πλάτων ένιωθε να στέκονται απέναντί του οι αγαλματώδεις μορφές, σαν κεραυνοί μέσα στο σκοτάδι του, σαν μια έναρθρη φράση μέσα στο σάλαγο της τρικυμίας. Δεν αποσύρθηκε στον κόσμο του, δεν κατασκεύασε ένα δικό του ιδεατό κόσμο μέσα στον οποίο θέλησε να κρύψει την ύπαρξή του. Αποπειράθηκε κάτι ανήκουστο: να φτιάξει το άγαλμα της πολιτείας, και το άγαλμα του ανθρώπου. Η Χειλά υπακούει στην εντολή αυτή κι αποζητά το πραγματικό επέκεινα του κόσμου των απεικονίσεων.
Γεννημένη στον Πειραιά, η Ανδρονίκη Χειλά σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας, με δάσκαλο τον Χρόνη Μπότσογλου. Για πολλά χρόνια δούλεψε στο Βερολίνο (συνδημιουργός του Metal Workshop Tacheles, στο Lilienkulturgarten) και έργα της βρίσκονται στη συλλογή του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Γουλανδρή και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Η «Πρώτη Ιδέα» της Ανδρονίκης Χειλά εγκαινιάζεται την Κυριακή 3 Απριλίου (11.30-15.30). Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ώρες λειτουργίας: Δευτέρα, Τετάρτη-Κυριακή 08:00-20:00, Τρίτη 12:30-20:00