Η ελληνική χρηματαγορά στην παρούσα φάση μπορεί σε αδρές γραμμές να χαρακτηριστεί από έλλειψη κατευθυντικότητας. Τούτο συνεπικουρείται από τους χαμηλούς μεσοσταθμικούς όγκους συναλλαγών που παρατηρούνται εδώ και αρκετές συνεδριάσεις, συνυπολογίζοντας μάλιστα και το κλίμα διεθνώς, που μάλλον προσιδιάζει στο εγχώριο (ή και το αντίθετο).
Εν γένει, υφίσταται ανοδικότητα στις τιμές, καθώς έχει προηγηθεί ένα έντονα θετικό δίμηνο σε αποδόσεις και διάχυση ρευστότητας, επιτυγχάνοντας συν αυτώ και διάφορα -στατιστικού χαρακτήρα- ρεκόρ, όπως αυτό των συνεχόμενων ανοδικών συνεδριάσεων, ή αυτό των απόλυτων αποδόσεων, ιδίως σε συγκεκριμένους κλάδους (λ.χ. τραπεζικό).
Το δίλημμα που συνήθως ταλανίζει τους επενδυτές σε τέτοιες περιπτώσεις είναι εάν το επόμενο βήμα θα είναι προς την ίδια κατεύθυνση, ή αντίθετα η αγορά θα πισωγυρίσει στο σύνολό της, προς αναζήτηση «φθηνότερων» αποτιμήσεων.
Το δίλημμα αυτό εδράζεται στην δυσκολία εξαγωγής αφενός ασφαλών συμπερασμάτων ως προς το τι μέλλει γενέσθαι, είτε επιχειρηματικά είτε και μακροοικονομικά, αφετέρου ισχυρών στατιστικών ενδείξεων υπέρ της μίας ή της άλλης κατεύθυνσης.
Βεβαίως, υφίσταται ήδη ένα δεδομένο ως μια γενικώς παραδεκτή αρχή, ότι οι τάσεις δεν σταματούν εύκολα, και ειδικότερα δίχως γεγονότα ή καταστάσεις που θα δικαιολογούσαν κάτι τέτοιο. Αλλιώς λογιζόμενο αυτό, η προ διμήνου υγιέστατη ανοδική τάση, αλλά και τα μακροπρόθεσμα επιχειρήματα, φαίνεται να έχει δρόμο ακόμα, καθώς τόσο η προαναφερθείσα διάχυση όσο και τα μεγέθη που ανταλλάχθηκαν ή/και αναμένονται να εισέλθουν στην εγχώρια (και όχι μόνο) οικονομία είναι μεγάλα για να μην επηρεάσουν περαιτέρω τη χρηματαγορά.
Επομένως, οι πιθανότητες να συνεχιστεί το ανοδικό μοτίβο σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα είναι μεγαλύτερες από ένα αντίθετο σενάριο. Ωστόσο, ο αντίλογος δεν εστιάζει στο αν θα συνεχιστεί η τάση, αλλά αν πρώτα θα υποχωρήσουν κι άλλο οι τιμές.
Το τελευταίο αφορά και στον κυριότερο λόγο εμφάνισης διαστακτικότητας στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου, καθώς κάθε ορθολογικός επενδυτής προσπαθεί να τοποθετηθεί σε όσο το δυνατόν «καλύτερα» επίπεδα.
Μολονότι αυτό είναι ευκταίο, είναι παράλληλα και μάταιο. Διότι είναι κρισιμότερη η επιλογή των υγιών επενδυτικών οχημάτων, όπως κρίσιμος είναι και ο χρόνος εισόδου ή/και διακράτησης αυτών, εν αντιθέσει με την αναζήτηση «των χαμηλών επιπέδων». Με άλλα λόγια, το ζητούμενο πάντα δεν είναι η τιμή, αλλά η απόδοση, η οποία στέκεται σε δύο πυλώνες. Την τιμή εξόδου και τη σύγκριση με τον αναληφθεισόμενο κίνδυνο.
Η τιμή εξόδου, ήτοι η μελλοντική τιμή της μετοχής, θα εξαρτηθεί από την πορεία της εταιρείας, την πορεία της οικονομίας, το κλίμα διεθνώς, κ.α., αλλά και από τυχαίους παράγοντες. Ο κίνδυνος δε είναι συναρτώμενος με την πρότερη συμπεριφορά της μετοχής στο ταμπλό και με τον τρόπο διαχείρισης της θέσης.
Επομένως, ο επενδυτής δεν θα πρέπει εξαρχής να αναλώνεται στο να μαντέψει τα «χαμηλότερα τοπικά» επίπεδα, ή τη «μέγιστη διόρθωση», κ.α. Ιδίως αν αναφερόμεθα σε επενδυτή που ψάχνει να τοποθετηθεί, και όχι να κερδοσκοπήσει ή να περάσει τον χρόνο του μπροστά στο ταμπλό.
Προσέτι, είναι όντως σημαντικό να ειπωθούν τα σενάρια τόσο στην περίπτωση ανοδικής συνέχισης, όσο και σε αυτήν της περαιτέρω διόρθωσης. Προς το παρόν, η χώνεψη των υψηλών αποδόσεων στο τέλος του 2020 είναι μια διαδικασία που αναμένετο, και συνεχίζει να επιβεβαιώνεται με τα ως άνω παρατιθέμενα χαρακτηριστικά (χαμηλοί όγκοι, στενό εύρος διακύμανσης, κ.α.). Δεν είναι σίγουρο πότε θα αλλάξει αυτό το μοτίβο, επομένως οριοθετούμε διάφορα επίπεδα όπως το σημαντικό μεσοπρόθεσμο 760 του ΓΔ (1800 του FTSE25) ως στήριξη.
Τούτο σημαίνει ότι έως εκεί, δεν υπάρχει καμία» επικίνδυνη κατάσταση. Ωστόσο, ακόμα και παρακάτω, δύσκολα κάποιος θα άλλαζε το μεσοπρόθεσμο ανοδικό του σενάριο, εφόσον βέβαια δεν υπάρχουν ιδιαίτερες συνθήκες.
Αντίθετα, η αναζήτηση επενδυτικών επιλογών είναι σημαντικός παράγοντας επιτυχίας. Μετοχές όπως οι Mytilineos, OTE, ΟΠΑΠ, Τέρνα Ενεργειακή, Σαράντης, Κρι Κρι, Entersoft, Profile, Performance, Byte, Infoquest, Δομική Κρήτης, Epsilon Net είναι κάποιες από τις πολύ καλές, έχοντας αποδείξει αυτό τόσο σε χρηματοοικονομική ανάλυση βάσει αποτελεσμάτων κ.λπ. όσο και σε συμπεριφορά στο ταμπλό.
Είναι επίσης σαφές ότι η διασπορά είναι ένα όπλο για τον επενδυτή. Τούτο είναι αληθές είτε σε επίπεδο κλάδου, είτε σε επίπεδο επιλογής εταιρειών κατά μόνας. Διότι κατά περιόδους, δικαιολογείται η υπεροχή κάποιων κλάδων έναντι του συνόλου (όπως λ.χ. η τεχνολογία, οι ΑΠΕ και οι κατασκευές στην τρέχουσα χρονική συγκυρία), ενώ και κάποιες εταιρείες έχουν καλύτερη «εικόνα» από άλλες (δανεισμός, ταμειακά διαθέσιμα, αριθμοδείκτες κ.α.).
Τέλος, και σχετικά με την περίπτωση ο επενδυτής «να μπει νωρίς», δηλαδή την περίπτωση που ο επενδυτής αποφασίσει να αγοράσει στα τρέχοντα επίπεδα, θεωρώντας ότι αφενός θα ανεχθεί την ενδεχόμενη περαιτέρω διόρθωση, αφετέρου θα τοποθετηθεί τώρα με σκοπό να δει τα αποτελέσματα «μετα» ήτοι πιο μεσοπρόθεσμα, υπάρχει ένας τρόπος να απορροφηθεί αυτή η ανασφάλεια. Και αυτός είναι η ορθή διαχείριση της θέσης σε ποσότητα, ποσοστιαία στο σύνολο της υπο διαχείρισης περιουσίας. Ώστε να μην πληγωθεί -ποσοστιαία- το χαρτοφυλάκιο, με σημαντικότερο αποτέλεσμα να μην επηρεαστεί η ψυχολογία του επενδυτή, που συνιστά τον σημαντικότερο παράγοντα επιτυχίας.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.