Μεγαλώνει η σκιά της μεταποίησης πάνω από τη γερμανική οικονομία
Shutterstock
Shutterstock

Μεγαλώνει η σκιά της μεταποίησης πάνω από τη γερμανική οικονομία

Μπορεί η ναυαρχίδα των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, ο γερμανικός δείκτης Dax, να απέχει μόλις 1% από τα ιστορικά υψηλά του, όμως η αλήθεια είναι ότι μόνο ξέγνοιαστοι δεν μπορούν να κοιμούνται οι επενδυτές το βράδυ.  
 
Η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη συνεχίζει να καταγράφει συρρίκνωση, τόσο λόγω της αδύναμης εγχώριας κατανάλωσης όσο και λόγω των αδύναμων εξαγωγών, κυρίως λόγω της επιβράδυνσης της Κίνας, χωρίς να δίνει ενδείξεις ανάκαμψης το αμέσως επόμενο διάστημα. 
 
Ο δείκτης μεταποίησης αν και κατέγραψε αύξηση μεγαλύτερη των εκτιμήσεων -45,9 έναντι 45,1- παραμένει πεισματικά καθηλωμένος από τον Ιούνιο του 2022 στην περιοχή συρρίκνωσης.  
 
Αντίθετα, ο τομέας των υπηρεσιών συνεχίζει να οδηγεί την οικονομική ανάπτυξη προς το παρόν, αλλά τα στοιχεία έδειξαν περαιτέρω αποδυνάμωση στις νέες παραγγελίες για τον κλάδο.  
 
Πιο συγκεκριμένα, αν και ήταν χειρότερη η μέτρηση για τον μήνα του Οκτωβρίου για τον δείκτη υπηρεσιών PMI -51,2 έναντι εκτίμησης 51,5- εντούτοις παραμένει πάνω από τις 50 μονάδες, ήτοι στη ζώνη που ορίζει την ανάπτυξη.  

Συναγερμός στην ΕΚΤ

Οι συνεχείς πιέσεις στον κλάδο της μεταπίεσης οδήγησαν κάποια μέλη της ΕΚΤ, όπως για παράδειγμα τον M. Kazaks σε δηλώσεις σχετικά με το  ενδεχόμενο η ΕΚΤ να αποφασίσει μείωση των επιτοκίων κατά 0,50% στη σύσκεψη του Δεκεμβρίου.  

Η αλήθεια είναι ότι μετά από τα νέα στοιχεία, η συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς η ευρωπαϊκή βιομηχανία χρειάζεται ίσως περισσότερο από ποτέ τις «πλάτες» της Κεντρικής Τράπεζας προκειμένου να αντιμετωπίσει  την υποτονικότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων, αλλά και τη μεγαλύτερη του επιθυμητού επιβράδυνση των Τιμών Καταναλωτή. (σ.σ: Υπενθυμίζουμε ότι η προσδοκία για χαμηλότερες τιμές στο μέλλον δημιουργεί έναν αυτοτροφοδοτούμενο καθοδικό κύκλο, με τους καταναλωτές να αναβάλλουν τις αγορές τους. Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).  
 
Άλλωστε  οι κακές επιδόσεις του PMI ήταν αυτές που ανάγκασαν εξαρχής την ΕΚΤ  να επιταχύνει τον ρυθμό μείωσης των επιτοκίων της, με την Πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ να δίνει μεγάλο βάρος κατά την αιτιολόγηση των αποφάσεων νομισματικής πολιτικής στη συνεδρίαση του Οκτωβρίου στην επιδείνωση των δεδομένων των οικονομικών στοιχείων. 
 
Αν και δεν αποκλείεται λοιπόν το ΑΕΠ τρίτου τριμήνου της Ευρωζώνης να μας εκπλήξει ευχάριστα -τα μακροοικονομικά στοιχεία του Ιουλίου και του Αυγούστου δεν ήταν ιδιαίτερα απογοητευτικά- επιβεβαιώνοντας πιθανότατα τον επικεφαλή οικονομολόγο της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν που εκτιμά ότι η οικονομία της Ευρωζώνης δε δείχνει σημάδια δραματικής αποδυνάμωσης, εντούτοις  οι προοπτικές παραμένουν υποτονικές για το άμεσο μέλλον. Γι’αυτό και οι επιχειρήσεις άλλωστε ανακοινώνουν η μια μετά την άλλη μείωση του αριθμού των εργαζομένων.  
 
Ως εκ τούτου θεωρούμε υπερβολική την αυτοπεποίθηση του Λέιν στην ετήσια συνάντηση του Διεθνούς Χρηματοοικονομικού Ινστιτούτου –IIF-ότι «η ανεργία θα παραμείνει χαμηλή, η κατανάλωση θα ενισχυθεί και οι επενδύσεις θα ανακάμψουν». 
 
Έχουμε ελπίδες όμως ότι παρόλο που το κλίμα στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης παραμένει υποτονικό, υπάρχουν τουλάχιστον κάποια σημάδια σταθεροποίησης. 
  
Ένα από αυτά είναι το επιχειρηματικό κλίμα στη Γερμανία, το οποίο βελτιώθηκε σύμφωνα με τη χθεσινή μέτρηση του ινστιτούτου Ifo.  

Μετά από τέσσερις διαδοχικές μειώσεις, ο δείκτης επιχειρηματικού κλίματος ifo αυξήθηκε τον Οκτώβριο στις 86,5 μονάδες, από 85,4 μονάδες τον Σεπτέμβριο.  

Το κλίμα βελτιώθηκε ιδιαίτερα στους τομείς της εφοδιαστικής, του τουρισμού και της πληροφορικής, όπου οι προσδοκίες βελτιώθηκαν ελαφρώς. 
 
Πιστεύουμε ότι η επιθετική μείωση του χρηματοδοτικού κόστους χάρη στη μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ έχει συμβάλλει σε αυτή τη βελτίωση. 
 
Βέβαια, υπενθυμίζουμε ότι η Κεντρική Τράπεζα έχει μόνο το ένα μέρος της απάντησης, καθώς η  επιβράδυνση της Ευρωζώνης είναι απότοκος της επιβράδυνσης του  εξαιρετικά σημαντικού εμπορικού εταίρου της, της Κίνας. Την ίδια στιγμή  η διατήρηση του κόστους ενέργειας σε υψηλά και μη ανταγωνιστικά επίπεδα αποτελεί επίσης ένα μεγάλο τροχοπέδη για την ανάπτυξη της.(σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ). 

 Συνεχίζεται η αιμορραγία στην αυτοκινητοβιομηχανία

 «Τα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου δεν ανταποκρίνονται στις φιλοδοξίες μας». Με αυτή τη φράση ξεκίνησε τη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων τριμήνου ο οικονομικός διευθυντής  της Μercedes, Χάραλντ Βίλχελμ. 
 
Τα κέρδη της περιόδου Ιουλίου-Σεπτεμβρίου επλήγησαν από το κόστος ανανέωσης των μοντέλων, καθώς και από μια δυσκίνητη  αγορά, ειδικά για τις νέες εκδόσεις του SUV G-Class, οι οποίες θα κυκλοφορήσουν το επόμενο τρίμηνο.  
 
Ως εκ τούτου, η διοίκηση εκτιμά ετήσιες πωλήσεις αυτοκινήτων ελαφρώς κάτω από το προηγούμενο έτος, ενώ οι  πωλήσεις του τέταρτου τριμήνου αναμένονται αντίστοιχες με εκείνες του τρίτου τριμήνου. 
 
Αν και τα προσαρμοσμένα κέρδη προ φόρων και τόκων στη μονάδα αυτοκινήτων υποχώρησαν στα 1,2 δις ευρώ έναντι της μέσης εκτίμησης για πτώση 3,6% στα 3,19 δις ευρώ και η αυτοκινητοβιομηχανία ήδη μείωσε δύο φορές τον στόχο της για το περιθώριο κέρδους για το σύνολο του έτους κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου, εντούτοις η  πτώση του τίτλου συγκρατήθηκε στα χρηματιστηριακά ταμπλό χάρη στη συνεχιζόμενη παραγωγή ταμειακών ροών από τη βιομηχανική δραστηριότητα, η οποία έφτασε τα 2,39 δις ευρώ στο τρίμηνο, αυξημένη κατά 2% σε σχέση με πέρυσι.  
 
Ποιο ήταν το μεγάλο βαρίδι στα αποτελέσματα της Mercedes; Ο συνήθης ύποπτος, η  Κίνα. 
 
Σύμφωνα με τον CEO οι Κινέζοι καταναλωτές είναι εξαιρετικά επιφυλακτικοί όσον αφορά την πραγματοποίηση μεγάλων αγορών, καθώς το υποτονικό οικονομικό περιβάλλον  και η τοπική κρίση ακινήτων έχουν δημιουργήσει σημαντική αβεβαιότητα. 
 
Η αποδυναμωμένη κινεζική αγορά αυτοκινήτων λοιπόν ευθύνεται ως έναν μεγάλο βαθμό  για την πτώση των περιθωρίων κέρδους της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας. 
 
Μέσα από αυτό το πρίσμα κατανοούμε πόσο σημαντικές είναι οι συνομιλίες που διεξάγονται αυτές τις ημέρες μεταξύ των Βρυξελλών και του Πεκίνου σχετικά με τους επικείμενους δασμούς στις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων στην Ευρώπη. Βλέπετε, η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία φοβάται για πιθανά αντίποινα, γι’αυτό και πιέζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να χαρακτηρίσει τους δασμούς λάθος  και να καθυστερήσει την εφαρμογή τους, προκειμένου να ανοίξει το έδαφος για περαιτέρω συνομιλίες για μια συμφωνία. 

Το αίτημα αυτό είναι κομβικής σημασίας, καθώς η Κίνα είναι εξαιρετικά σημαντική για  την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, με εταιρείες όπως η Volkswagen και η Mercedes-Benz να βλέπουν τις πωλήσεις τους σε αυτή την κάποτε πολλά υποσχόμενη αγορά να συρρικνώνονται, με τους πελάτες να επιλέγουν τοπικές μάρκες με ανώτερη τεχνολογία και χαμηλές τιμές. 

Αρκεί να αναφερθεί ότι σύμφωνα με στοιχεία της Automobility, το μερίδιο αγοράς στην κινεζική αγορά έπεσε για τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες κάτω του 15%, από 25% πριν από τέσσερα χρόνια.(σ.σ:Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).  



Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δε θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.

Μαίρη Βενέτη

[email protected]