Μια είδηση που πέρασε στα «ψιλά γράμματα» της αγοράς, ήταν ότι η MSCI συνεχίζει να μειώνει το μερίδιο της Κίνας από ένα δείκτη που αποτελεί βασικό σημείο αναφοράς για τις αναδυόμενες αγορές.
Υπενθυμίζουμε ότι τον Φεβρουάριο η MSCI διέγραψε 66 μετοχές από τον MSCI China Index, τον Μάιο προχώρησε στη διαγραφή άλλων 56 μετοχών με αποτέλεσμα στο τέλος του Ιουλίου, η Κίνα να αντιπροσωπεύει το 24,54% του δείκτη των αναδυομένων αγορών.
Αυτόν τον μήνα η ΜSCI αποφάσισε να προχωρήσει στη διαγραφή άλλων 60 μετοχών από τον MSCI China Index συνεχίζοντας την «απόσυρση» της από κινεζικές μετοχές. Οι αλλαγές θα ισχύουν μετά το κλείσιμο της 30ης Αυγούστου οπότε η στάθμιση της Κίνας στον εν λόγω δείκτη θα κατέβει πέριξ του 22,32%. Οι αλλαγές θα ισχύουν και για τον MSCI All Country World Index.
Η αιτία στις αλλαγές της MSCI είναι προφανείς και λίγο πολύ διαφάνηκαν και στις πρόσφατες εκθέσεις του ΟPEC και της ΙΕΑ στις οποίες γίνεται εκτενής λόγος για την επιβράδυνση της Κίνας.
Οι μίζερες προοπτικές για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, έχουν ως αποτέλεσμα οι κινεζικές μετοχές να υποσκελίζονται από τις δυνατές ανταγωνίστριες τους στην Ινδία και την Ταϊβάν.
Δεδομένου ότι τα κεφάλαια παρακολούθησης δεικτών θα αναγκαστούν να πουλήσουν αυτές τις μετοχές, γίνεται κατανοητός ο αντίκτυπος των αποφάσεων στρατηγικής της MSCI για τις κινεζικές μετοχές.
Από την άλλη, αυτές οι διαγραφές θα βοηθήσουν τις υπόλοιπες αναδυόμενες καθώς η μεγάλη στάθμιση της Κίνας μπορεί να κατανεμηθεί πιο ομοιόμορφα σε άλλες αγορές όπως η Ινδία, η Νότια Κορέα και η Ταϊβάν.
Για παράδειγμα η MSCI θα προσθέσει επτά μετοχές στο δείκτη της Ινδίας, συμπεριλαμβανομένου του προμηθευτή της Samsung Electronics, Dixon Technologies India.
Ανοίγοντας το πλάνο, τα παγκόσμια funds αποσύρονται σταθερά από την Κίνα καθώς βαθαίνει η οικονομική ύφεση και τα μέτρα τόνωσης της κινεζικής κυβέρνησης έχουν αποτύχει μέχρι στιγμής να ανακόψουν τη διολίσθηση.
Εάν αυτή η τάση συνεχιστεί, η Κίνα μπορεί φέτος να δει την πρώτη ετήσια εκροή από τότε που το Bloomberg άρχισε να παρακολουθεί την αγορά, το 2016.
Οι παρατηρήσεις - φωτιά της IEA
Οι πρόσφατες εκθέσεις του OPEC και της ΙΕΑ περιείχαν κάποιες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις, με πρώτη εκείνη της ΙΕΑ ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου αναμένεται να αυξηθεί κατά λιγότερο από 1 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα τόσο το 2024 όσο και το 2025, καθώς η συρρίκνωση της κινεζικής κατανάλωσης έχει περιορίσει την ανάπτυξη μέχρι στιγμής φέτος.
Μια δεύτερη σημαντική παρατήρηση είναι ότι η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στην πετροχημική βιομηχανία ειδικά στην Κίνα, μειώνει τα περιθώρια κέρδους πιέζοντας τα διυλιστήρια, τα οποία την ίδια στιγμή βάλλονται από την ασθενή ζήτηση και τις οικονομικές προκλήσεις, με αξιοσημείωτο τον ρόλο της ενεργειακής μετάβασης στη βιομηχανία διύλισης.
Το Reuters φιλοξένησε πρόσφατα την πρόβλεψη της αμερικανικής εταιρείας παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών, Wood Mackenzie, σύμφωνα με την οποία η ύφεση στον τομέα των πετροχημικών θα είναι μεγαλύτερη από το συνηθισμένο λόγω της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας στην Κίνα και ως εκ τούτου το 1/4 της παγκόσμιας πετροχημικής ικανότητας κινδυνεύει να κλείσει οριστικά έως το 2028 ακριβώς λόγω των μειωμένων περιθωρίων.
Η υπέρμετρη ανάπτυξη της πετροχημικής βιομηχανίας της Κίνας σε συνδυασμό με την πτώση των περιθωρίων λόγω της αδύναμης ζήτησης έχει δημιουργήσει ήδη ένα μεγάλο ωστικό κύμα που έχει αρχίσει να σαρώνει τον κλάδο διύλισης ανά τον κόσμο.
Καταρχάς, εδώ και καιρό έχει αναγκάσει μεγάλους παίκτες του κλάδου να μειώσουν την παραγωγή, είτε κλείνοντας εντελώς κάποιες πετροχημικές μονάδες είτε λειτουργώντας στο ήμισυ της δυναμικότητας τους.
Η αγορά διύλισης σε Ευρώπη, ΗΠΑ και Αφρική δεν έχει μείνει φυσικά ανεπηρέαστη. Αρκεί να δει κανείς τις τελευταίες τριμηνιαίες εκθέσεις των TotalEnrgies και Neste που είναι γεμάτες προειδοποιήσεις για αρνητικές εξελίξεις στον κλάδο, λόγω του συνδυασμού που σκοτώνει τα περιθώρια, ήτοι της μειωμένης ζήτησης από τη μια και της υπερπροσφοράς από την άλλη.
Σύμφωνα με την TotalEnergies τα παγκόσμια περιθώρια διύλισης έχουν μειωθεί σημαντικά ήδη από το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2024 και παραμένουν προβληματικά δεδομένης της χαμηλής ζήτησης ντίζελ στην Ευρώπη. Επιπλέον η ομαλοποίηση της αγοράς μετά τις διαταραχές της προσφοράς από τη Ρωσία εξοβέλισε έναν μεγάλο παράγοντα αβεβαιότητας για το κλάδο που είχε στηρίξει τα περιθώρια, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχει πρόσθετη πίεση από νέες μονάδες διύλισης στη Μέση Ανατολή και την Αφρική.
Δεν είναι όλα μαύρα όμως. Όπως παρατηρεί η Mackenzie, το γεγονός ότι τα προβλήματα προέρχονται κυρίως από την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα και όχι από σημαντικές μεταβατικές τάσεις εξασφαλίζει την επιβίωση της βιομηχανίας ενέργειας από την τρέχουσα τρικυμία.
Ειδικά η βιομηχανία στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ και σε πλήρη αντίθεση με την Ασία δεν αποκλείεται στο τέλος της ημέρας να δει αύξηση των περιθωρίων.
Σύμφωνα με την έκθεση της ΙΕΑ, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου αυξήθηκε κατά 870.000 bpd το δεύτερο τρίμηνο του έτους, παρά τη συρρίκνωση της ζήτησης πετρελαίου της Κίνας για τρίτο συνεχόμενο μήνα τον Ιούνιο.
Ενώ η ζήτηση πετρελαίου της Κίνας αποδυναμώθηκε, η κατανάλωση βενζίνης στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πολύ ισχυρή τις τελευταίες εβδομάδες. (σ.σ:Υπενθυμίζουμε ότι η οικονομία των ΗΠΑ καταναλώνει το 1/3 της παγκόσμιας βενζίνης).
Λόγω της ισχυρότερης ζήτησης στις ΗΠΑ, η κατανάλωση πετρελαίου στις προηγμένες οικονομίες αντιστράφηκε από ετήσια μείωση 300.000 bpd το πρώτο τρίμηνο του έτους σε αύξηση 190.000 bpd το δεύτερο τρίμηνο σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις του IEA.
Προκειμένου όμως να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα θα πρέπει να ανοίξουμε το πλάνο πέραν των εποχιακών ιδιαιτεροτήτων.
Βλέπετε, επί του παρόντος, η αγορά πετρελαίου είναι ελλειμματική λόγω της αιχμής της καλοκαιρινής ζήτησης.
Σύμφωνα όμως με την ΙΕΑ, παρά την τρέχουσα εποχική ισχύ της ζήτησης στις ΗΠΑ, οι αυξήσεις της προσφοράς αναμένεται εν τέλει να υπερβούν την αύξηση της κατανάλωσης φέτος και το επόμενο έτος. Ακόμα κι αν ο OPEC+ δεν αρχίσει να χαλαρώνει τις περικοπές, τα παγκόσμια αποθέματα θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά μέσο όρο κατά 860.000 bpd το επόμενο έτος.
Σημειωτέο ότι τη Δευτέρα που μας πέρασε, ο ΟPEC μείωσε τις προβλέψεις του για την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου φέτος και το επόμενο έτος σε 2,11 εκατ. βαρέλια από 2,25 εκατ. προηγουμένως.
Αυτά είναι από τη μια καλά νέα για την πορεία των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά ίσως αποδειχθούν κακά νέα για την πορεία της ανάπτυξης, κάτι που μπορεί να κάνει πιο επιθετικές της Κεντρικές Τράπεζες στην πολιτική της μείωσης των επιτοκίων. Μένει να δούμε αν το «ζύγι» των αγορών προσμετρήσει αυτό το μίγμα στα συν ή τα πλην.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.