Το κλείσιμο της χρονιάς στην ελληνική αγορά βρήκε τον Γενικό Δείκτη στις 808,99 μονάδες, ουσιαστικά αμετάβλητο με οριακές απώλειες 0,01% σε επίπεδο ημέρας, αλλά με απώλειες 11,74% σε επίπεδο έτους. Αντίστοιχα τον FTSE Large Cap που έκλεισε στις 1934,64 μονάδες (-0,09%) οι απώλειες για το 2020 ήταν 15,74%, ενώ οι τράπεζες που υπέφεραν φέτος περισσότερο από όλους ολοκλήρωσαν την τελευταία συνεδρίαση της χρονιάς με οριακά κέρδη 0,03% στις 518,99 μονάδες, αλλά κατέγραψαν τις βαρύτερες απώλειες σε επίπεδο έτους με -41,37%.
Για το νέο έτος, τα πράγματα δείχνουν πολύ αισιόδοξα, καθώς τόσο οι πρότερες συμπεριφορές όσο και το γενικό μακροοικονομικό πλαίσιο δικαιολογούν τη συνέχιση της ισχύουσας ανοδικής τάσης. Οι επικείμενες εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο θα αποτελέσουν σημαντικό μοχλό για την περαιτέρω ανοδική κίνηση της αγοράς καθώς το 2021 θα είναι το έτος δραστικής αντιμετώπισης των προβλημάτων τους. Η ανθεκτικότητα, δε, που επέδειξαν πολλές εισηγμένες αλλά και η αισιοδοξία για την πλήρη άρση των μέτρων κοινωνικού εγκλεισμού διεθνώς δείχνουν τον δρόμο για μεγαλύτερες αποτιμήσεις και τετραψήφιο αριθμό στον Γενικό Δείκτη.
Η χρονιά που φεύγει στιγμάτισε δίχως άλλο την χρηματιστηριακή (και όχι μόνο) ιστορία. Βασικός καταλύτης βεβαίως ήταν το ξέσπασμα της πανδημίας στις αρχές του 2020 και η συνακόλουθην εφαρμογή μέτρων κοινωνικού εγκλεισμού σε παγκόσμιο επίπεδο που κροκάλεσαν καταβαράθρωση των εμπορικών συναλλαγών σε προϊόντα και υπηρεσίες.
Οι χρηματαγορές απέκτησαν από πολύ νωρίς έντονη μεταβλητότητα και ισχυρή καθοδική κατευθυντικότητα, σε σημείο που παρατηρήθηκαν (όπως συχνά συμβαίνει) υπερβολές και σημαντικές στρεβλώσεις σε αποτιμήσεις επενδυτικών οχημάτων, με σημαντικότερο «θύμα» τις μετοχές εταιριών, και δη εκείνων που είχαν άμεση σχέση με το διεθνές εμπόριο, τον τουρισμό, τις μεταφορές, το πετρέλαιο, κ.α.
Η Ελλάδα δεν απετέλεσε εξαίρεση, και η χρηματαγορά μας κατέγραψε στους δύο κρίσιμους μήνες του Φεβρουαρίου και του Μαρτίου απώλειες -39,77% για τον Γενικό Δείκτη, με τον δείκτη της υψηλότερης κεφαλαιοποίησης να κλονίζεται χάνοντας το 51,23% της αξίας του. Η πτώση ήταν καθολική, ενώ η έντασή της διαφοροποιήθηκε ανάλογα με την εταιρεία, τον κλάδο της και τη σχετική της θέση στην οικονομία.
Επί παραδείγματι, η ΔΕΗ σημείωσε απώλειες 50,81%, ο ΟΤΕ -36,9%, ο Mytilineos -49,37%, ο ΟΠΑΠ -55,7%, η ΕΕΕ -46,5%, ενώ η Αεροπορία Αιγαίου -63,39% και ο Ελλακτορας -70,56%.
Οι μήνες που ακολούθησαν χαρακτηρίστηκαν από μια αρνητική μεν ψυχολογία, χωρίς όμως διάθεση για άλλες ρευστοποιήσεις. Η χρηματαγορά παρέμεινε με έντονη μεταβλητότητα πέριξ μεγάλου εύρους τιμών, εν αναμονή μιας μερικής ή ολικής λύσης από την κρίση του ιού.
Μάλιστα, η μεταβλητότητα έγερνε υπέρ της αρνητικής ειδησεογραφίας, καθώς κάθε επιβαρυντική εξέλιξη καταβαράθρωνε τις τιμές, ενώ με δυσκολία αντιδρούσε σε αισιόδοξες εξελίξεις.
Εξαίρεση απετέλεσαν συγκεκριμένοι τίτλοι, όπως ο προαναφερθέντας της Αεροπορίας Αιγαίου, που συνέχιζε πλαγιοκαθοδικά σε νέα χαμηλά, φθάνοντας μέχρι και 22% χαμηλότερα από τα χαμηλά του Μαρτίου και οι τέσσερεις του τραπεζικού κλάδου, που εν συνόλω κατέγραψαν επιπλέον απώλειες 18,68%.
Η κρισιμότητα της κατάστασης επιβεβαιώθηκε με την ανακοίνωση της ανακάλυψης του εμβολίου, με τεράστια ποσοστά επιτυχίας.
Τα πάντα άλλαξαν από τη μια στιγμή στην άλλη, με τον Γενικό Δείκτη να καταγράφει τον Νοέμβριο άνοδο της τάξης του +29,4%, και αντίστοιχα ο Δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης +31,9%, ο Τραπεζικός +69,6%. Οι λοιποί κλαδικοί «συμμορφώθηκαν» με τον ξέφρενο ρυθμό του Νοεμβρίου.
Λόγου χάρη, ο Δείκτης Κοινής Ωφέλειας σημείωσε στον Νοέμβριο +23,5%, ο Δείκτης Ενέργειας (Πετρελαίου-Αερίου) +31,7%, ο Δείκτης Πρώτων Υλών +26,6%, ο Δείκτης Κατασκευών +25,71%, ο Δείκτης Βιομηχανίας +15,14%, κ.α. Κατ’ αντιστοιχίαν, οι μετοχές των κλάδων που αναμένονταν να υπεραποδόσουν (και αναμένεται ότι θα συνεχίσουν τοιουτοτρόπως) σημείωσαν τις καλύτερες επιδόσεις.
Παρεμφερή εικόνα παρετηρήθη και κατά τον Δεκέμβριο, με μια διαφοροποίηση στο ότι η ρευστότητα πέρασε σταδιακά από τις μετοχές υψηλής κεφαλαιοποίησης σε αυτές τις μεσαίας και μικρής. Τούτο έχει τη σημασία του ως προς την ανάγνωση της υγείας της ανοδικής τάσης, καθώς επιβάλλεται να ακολουθούν σε απόδοση τα «μικρότερα» χαρτιά. Ωστόσο, εξαιτίας του χαρακτήρα της ελληνικής χρηματαγοράς, της κλαδικής διάρθρωσης και της έλλειψης εμπορευσιμότητας σε πληθώρα τίτλων, η κλαδική ανάλυση αποτυγχάνει να αναδείξει την πραγματική εικόνα.
Επί τούτου, ενώ ο Δείκτης Μεσαίας/μικρής κεφαλαιοποίησης σημείωσε τον Νοέμβριο άνοδο +21,87%, τον Δεκέμβριο ανήλθε μόλις 3,52%. Σημειωτέον δε ότι ο Δείκτης εμπεριέχει μετοχές που σημείωσαν αποδόσεις πολύ ανώτερες, ώστε να οδηγούμεθα στην ανάγκη να εξετάσουμε επιμέρους διάφορους ενδιαφέροντες τίτλους.
Η μετοχη της Entersoft σημείωσε +19,19% τον Νοέμβριο και +32% τον Δεκέμβριο˙ η Profile +10,83% και +24.3% αντίστοιχα˙ η BYTE +14,42% και +31.9%˙ η Epsilon Net +24,5% και +27.9%˙ η Performance +22% και +56.6%. Ο κατάλογος είναι μακρύς, αλλά καταδεικνύει την παραπάνω παρατήρηση της διάχυσης ρευστότητας. Κατ’ αντιστοιχία, το +69,6% του Τραπεζικού του Νοεμβρίου ακολούθησε το «μόλις» +29.6% του Δεκεμβρίου.
Επι συνόλω, ο ΓΔ υπεραπέδωσε έναντι όλων των μεγάλων χρηματαγορών διεθνώς. Ο Δείκτης το τελευταίο δίμηνο κατέγραψε +42% ενώ ο S&P 500 κατέγραψε κέρδη 13.9%, ο DAX30 κέρδη 17,9% ο ΝΙΚΚΕΙ 225 κέρδη 20,1% και ο Eurostoxx 50 κέρδη 19,8%. Το κλείσιμο του έτους ήταν αρνητικό με -11,75% από 1/1/2020, ωστόσο υπήρξαν πλείονες εισηγμένες που τελικά βρέθηκαν ανοδικές στο κλείσιμο του έτους, απόρροια της στάθμισης του Δείκτη.
Επί παραδείγματι, οι προαναφερθείσες Performance και Entersoft, που παρεμπιπτόντως ήσαν και πρωταθλήτριες, σημείωσαν αντίστοιχα +158,11% και +151,62%. Από τις «μεγαλύτερες», η βασίλισσα ΔΕΗ βρέθηκε με +79,9%, η Τέρνα Ενεργειακή με +75,88%, ο Mytilineos +21,68% και η Cenergy +27,39%.