Πτωτικά έκλεισε η δεύτερη εβδομάδα του Σεπτέμβρη στο ελληνικό χρηματιστήριο με τον τραπεζικό κλάδο να παραμένει ο κεντρικός αρνητικός καταλύτης, με τις τρεις από τις τέσσερις μεγάλες μετοχές να χάνουν άνω του 5% το πενθήμερο ανεβάζοντας τις απώλειες από την αρχή του 2020 άνω του 64%, κάτι που λειτουργεί ως κεντρικό βαρίδι σε όλη την αγορά που αδυνατεί να βρει το παραμικρό momentum αντίδρασης.
Η αγορά όλους τους τελευταίους μήνες εξακολουθεί να κινείται σε εξαιρετικά στενό εύρος διακύμανσης, με κεντρικό αρνητικό καταλύτη την αδυναμία έλκυσης νέων επενδυτικών κεφαλαίων, κάτι που έχει καταστήσει ακόμη πιο ρηχό το Χ.Α. με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό για το φόβο εγκλωβισμού των διεθνών χαρτοφυλακίων που έχουν «παγώσει» εντελώς τις κινήσεις του.
Ο Γενικός Δείκτης έκλεισε την Παρασκευή στις 636,03 μονάδες με πτώση 0,30%, έχοντας συνολική διακύμανση σε εφτά ώρες συνεδρίασης μόλις 4,65 μονάδων, με χαμηλό στις 635,86 μονάδες (-0,33%) και υψηλό στις 640,51 μονάδες (+0,40%).
Παρόμοια εικόνα και στον FTSE 25 που έκλεισε στις 1.526,83 μονάδες με πτώση 0,15%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε στις 317,44 μονάδες με πτώση 1,19%. Σε επίπεδο πενθημέρου, ο Γ.Δ. υποχώρησε κατά 0,51%, ο FTSE 25 κατά 0,30%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης έχασε 4,69%.
Η Eurobank υποχώρησε κατά 5,25% το πενθήμερο, η Πειραιώς -5,16%, η Εθνική -5%, ενώ η Alpha Bank υποχώρησε κατά 3,57%, έχοντας όμως τη μεγαλύτερη πτώση εντός του 2020 χάνοντας κοντά στο 70%.
Από την αρχή του 2020 ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. υποχωρεί κατά 30,62%, ο FTSE 25 είναι στο -33,56%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης χάνει 64,14%. Πλην της συνεδρίασης της Τρίτης όπου ο Γ.Δ. υποχώρησε άνω του 2%, όλες οι άλλες συνεδριάσεις της εβδομάδας ήταν άνευρες, με πενιχρές διακυμάνσεις και μειωμένο επενδυτικό ενδιαφέρον.
Άλλωστε, ο μέσος τζίρος ήταν μειωμένος κατά 16,2% έναντι της πρώτης εβδομάδας του Σεπτέμβρη καθώς κατήλθε στα 36 εκατ. ευρώ, ενδεικτικό της επενδυτικής άπνοιας.
Από την άλλη πλευρά, κάποιες ενεργειακές μετοχές προσπάθησαν να διαφοροποιηθούν από τη μετριότητα αυτή την εβδομάδα, με αφορμή είτε τις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων, είτε κυοφορούμενα projects που θα απασχολήσουν τον ευρύτερο κλάδο ενέργειας και υποδομών.
Δεν είναι τυχαίο ότι μετά το +12% της ΔΕΗ την προηγούμενη εβδομάδα, αυτή την εβδομάδα κυριάρχησε ο τίτλος της Μυτιληναίος με άνοδο 10,76% με πέντε θετικά κλεισίματα και νέα υψηλά σχεδόν εφτά μηνών. Η μετοχή πήρε ώθηση από τα εξαιρετικά αποτελέσματα που ανακοίνωσε την Τετάρτη, που δείχνουν πλέον καθίσταται από τους πλέον ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους στη χώρα.
Μέσα από ένα πολυσχιδές «πλέγμα» δραστηριοτήτων σε αλουμίνιο, ενέργεια, ΑΠΕ, διαχείριση αποβλήτων αλλά και με την είσοδο στα μεγάλα δημόσια έργα κατασκευαστικού χαρακτήρα και υποδομών, η Μυτιληναίος βαδίζει πλέον στη νέα εποχή, έχοντας αναβαθμίσει εντελώς το εκτόπισμά του τα τελευταία χρόνια.
Βεβαίως, ακόμη και ο ενεργειακός τομέας, παρ’ ότι έχει επενδυτικό story, εντούτοις πλήττεται και επηρεάζεται και αυτός από την ευρύτερη απαξίωση της αγοράς και την αδυναμία εισροής νέων κεφαλαίων που θα προσέδιδαν πνοή σε όλο το σύστημα και θα ξυπνούσαν περαιτέρω υγιείς δυνάμεις, ώστε να δημιουργηθεί momentum.
Πρόκειται για μια παθογένεια της αγοράς όλους τους τελευταίους μήνες, όπου τα ισχυρά ξένα χαρτοφυλάκια έχουν περιορίσει τις πρωτοβουλίες τους και υπό το φόβο εγκλωβισμού σε μια αγορά που συνεχίζει να είναι εξαιρετικά ρηχή. Μια αγορά που πλην των μετοχών του FTSE 25 (και βεβαίως όχι όλων), σε όλο σχεδόν το υπόλοιπο ταμπλό παρουσιάζει μια εικόνα απαξίωσης, με δεκάδες μετοχές να μην ανοίγουν καν στο ταμπλό, ή όσες ανοίγουν να κάνουν 5-10 ή 100 τεμάχια ημερησίως.
Ισχυρό μπλοκ εγχώριων επενδυτών δεν υπάρχει, πλην από κάποιες χρηματιστηριακές που «γυρνούν» κάποιες θέσεις πελατών για να κάνουν κάποιους τζίρους, ενώ οτιδήποτε λαμβάνει χώρα είναι καθαρά κινήσεις intraday και αποκλειστικά βραχυχρόνιας στόχευσης.
Πως διαμορφώνονται τα τεχνικά δεδομένα
Σε ό,τι αφορά τα τεχνικά δεδομένα, όπως σημειώνει ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης «δεν έχουν αλλάξει πολλά, αφού το σύρσιμο επί τρεις μήνες του Γενικού Δείκτη σε στενό εύρος διακύμανσης έχει οδηγήσει σε μια ατασική αγορά».
Ο αναλυτής εντοπίζει πως «το πιο ενδιαφέρον τεχνικό στοιχείο ίσως είναι καθοδική πορεία του εκθετικού κινητού μέσου των 200 ημερών ο οποίος βρίσκεται στις 691 μονάδες, 7% υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα και δεν αποκλείεται η πάροδος του χρόνου να φέρει τον κινητό μέσο στις παρυφές του εύρους διαπραγμάτευσης που είναι οι 680 μονάδες αυξάνοντας έτσι το βαθμό σημαντικότητας ενός πιθανού ανοδικού ξεσπάσματος. Κατά τα λοιπά, όσο το εύρος κίνησης (610 – 660) διατηρείται δεν αναμένεται δράση προς την μία ή την άλλη πλευρά αναθεωρώντας κάποια δυνητικά επίπεδα άμεσης προσέγγισης».