Μια ανάσα πριν από τα υψηλά της 27ης Ιουλίου έκλεισε η μητέρα των αγορών την Παρασκευή, με επίκεντρο τους κλάδους της τεχνολογίας και των υπηρεσιών επικοινωνίας, καθώς διατηρείται η ειδησεογραφία σχετικά με την εξέλιξη στην Τεχνητή Νοημοσύνη, ενώ ο βιομηχανικός δείκτης Dax στην Ευρώπη σημείωσε νέα ιστορικά υψηλά, παρά την «κόντρα εικόνα» της γερμανικής οικονομίας.
Το year end rally ειναι προφανώς σε πλήρη εξέλιξη, επιτρέποντας στα επενδυτικά κεφάλαια να κλείσουν πανηγυρικά το έτος -window dressing- ενώ την ίδια στιγμή η επενδυτική κοινότητα προεξοφλεί με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο ότι, χάρη στο ασθενές μακροοικονομικό περιβάλλον, οι Κεντρικές Τράπεζες όχι μόνο δεν θα προχωρήσουν σε περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων, αλλά κατά την άνοιξη του 2024 θα αρχίσουμε να βλέπουμε τις πρώτες μειώσεις τόσο από τη Fed, όσο και από την ΕΚΤ.
Εν ολίγοις, οι επενδυτές προεξοφλούν ένα περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων για το 2024 και ως εκ τούτου σπεύδουν να τοποθετηθούν στις αγορές, σε μία προσπάθεια να διασφαλίσουν μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους.
Aυτή η εβδομάδα όμως θα είναι καθοριστική για όσους στοιχηματίζουν στην πρόωρη έναρξη του κύκλου μείωσης των επιτοκίων, καθώς η Fed ολοκληρώνει τη διήμερη συνεδρίαση την Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου και η ΕΚΤ στις 14 Δεκεμβρίου. (σ.σ: Την Πέμπτη συνεδριάζουν και οι Κεντρικές Τράπεζες της Ελβετίας, της Νορβηγίας και της Αγγλίας).
Την Τρίτη δε, θα έχουν προηγηθεί τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Νοεμβρίου στις ΗΠΑ, με τις αγορές να ανυπομονούν για επιδόσεις ανάλογες με εκείνες του Οκτωβρίου, όπου ο πληθωρισμός έτρεξε με τον χαμηλότερο ετήσιο ρυθμό πέριξ του 3,2%.
Θα «φουσκώσουν» τα στοιχεία του πληθωρισμού και οι δηλώσεις των Κεντρικών Τραπεζιτών και άλλο τον σάκο του Άη Βασίλη για τις αγορές; Ιδού το ερώτημα κλειδί της εβδομάδας.
Ξεκινώντας με τα του οίκου μας, δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι οι επενδυτές θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση με τα ευρωπαϊκά ομόλογα αυτή την εβδομάδα, καθώς έχουν περισσότερες πιθανότητες για απώλειες παρά κέρδη μετά την Πέμπτη, όταν η ΕΚΤ θα εκδώσει την τελική απόφασή της για το έτος.
Ο λόγος των προειδοποιήσεων αυτών εδράζεται στο γεγονός ότι το ισχυρό ράλι των τελευταίων ημερών που έστειλε τις αποδόσεις του γερμανικού 10ετούς στα χαμηλότερα επίπεδα από τον περασμένο Απρίλιο, πέριξ του 2,2%, είναι πολύ εύκολο να ανατραπεί αν η αγορά απογοητευτεί από το συνοδευτικό κείμενο και τη συνέντευξη Τύπου της Κριστίν Λαγκάρντ.
Αν η Λαγκάρντ μιλήσει με «γερακίσιο» τόνο λοιπόν, οι γερμανικές αποδόσεις μπορεί πολύ εύκολα να επανέλθουν πάνω από το 2,5%.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι ένας «περιστερίσιος» τόνος από την πρόεδρο της ΕΚΤ, όπως χαρακτηριστικά έγραψε το Bloomberg, προκειμένου να συντηρηθούν τα τρέχοντα στοιχήματα της αγοράς για έως και έξι περικοπές 25 μονάδων βάσης κατά τη διάρκεια του 2024.
Για να κατανοήσουμε πόσο σαρωτικά αισιόδοξα εξελίσσονται οι προσδοκίες της επενδυτικής κοινότητας όσον αφορά τις μειώσεις των επιτοκίων, θα αναφέρουμε ότι μόλις πριν από έναν μήνα, τα στοιχήματα ανέφεραν μόλις τρεις περικοπές επιτοκίων.
Τώρα, πλέον, δίνουν πιθανότητα 70% η πρώτη μείωση να συμβεί τον Μάρτιο, ένα σενάριο που δεν υπήρχε καν στο κάδρο λίγες εβδομάδες πριν.
Δεδομένου ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ κάθε άλλο παρά συμμερίζονται στις δηλώσεις τους αυτή την αισιοδοξία, με πολλούς μάλιστα να τονίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι ο κίνδυνος επανεμφάνισης των πληθωριστικών πιέσεων είναι μεγάλος, γίνεται κατανοητό ότι η Κριστίν Λαγκάρντ έχει δύσκολο έργο την Πέμπτη.
ΗΠΑ και Ευρώπη σε διαφορετικό σημείο εκκίνησης
Δύσκολο θα είναι και το έργο του Πάουελ, καθώς η αγορά ήδη τιμολογεί έως και πέντε μειώσεις επιτοκίων από τη Fed το 2024.
Η ισχυρότερη όμως από το αναμενόμενο έκθεση για τις θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ την Παρασκευή, ήταν στην ουσία μια σοβαρή υπενθύμιση για το πώς τα στοιχήματα μείωσης των επιτοκίων παραμένουν ευαίσθητα στα οικονομικά δεδομένα.
Τα καλύτερα του αναμενόμενου στοιχεία για την αμερικανική αγορά εργασίας ενίσχυσαν όσους υποστηρίζουν ότι ίσως είναι υπερβολικές οι προσδοκίες των επενδυτών σχετικά με την ταχύτητα και την έκταση της μείωσης των επιτοκίων από τη Fed το 2024.
Άλλωστε οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν παύουν να υπενθυμίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι οι αποφάσεις τους δεν είναι προδιαγεγραμμένες και είναι σε απόλυτη συνάρτηση με την εξέλιξη των μακροοικονομικών στοιχείων.
Πάντως η αλήθεια είναι ότι οι μειώσεις επιτοκίων αυτή τη στιγμή φαίνονται πιο πιθανές στην Ευρώπη.
Την Τετάρτη που μας πέρασε η Γερμανική Στατιστική Υπηρεσία ανακοίνωσε αισθητή μείωση στις βιομηχανικές παραγγελίες κατά 3,7%.
Αυτό σημαίνει ότι πολλές γερμανικές επιχειρήσεις θα μειώσουν την παραγωγή τους, τους επόμενους μήνες, με αποτέλεσμα η ανάπτυξη της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης να εμφανίσει αρνητικό πρόσημο.
Ανοίγοντας το πλάνο, στην Ευρωζώνη, η οικονομία συρρικνώθηκε 0,1% στο τρίτο τρίμηνο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία της εβδομάδας που μας πέρασε, ενώ σε ετήσια βάση παρέμεινε αμετάβλητη τη στιγμή που η προηγούμενη εκτίμηση συνέκλινε σε ενίσχυση 0,1%.
Ως εκ τούτου, η πίεση για μείωση επιτοκίων στην ΕΚΤ είναι πολύ μεγαλύτερη από ότι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου η ταχύτερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη των επιχειρηματικών επενδύσεων, η ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση και η υψηλή δημοσιονομική ώθηση κρατούν τους ρυθμούς της αμερικανικής οικονομίας υψηλά.
Επιπλέον, η αγορά εργασίας καταφέρνει πάντα στο παραπέντε να επανακτήσει δυνάμεις, «κοντράροντας» το έργο της Fed.
Δείτε τα στοιχεία της Παρασκευής που ανέτρεψαν τα υπόλοιπα εβδομαδιαία στοιχεία, καθώς τα μη αγροτικά μισθολόγια αυξήθηκαν κατά 199.000 θέσεις εργασίας τον περασμένο μήνα, μετά από αύξηση κατά 150.000 τον Οκτώβριο και της εκτίμησης των αναλυτών για αύξηση κατά 180.000.
Οι μέσες ωριαίες αποδοχές, που αποτελούν βασικό δείκτη της αύξησης των μισθών, αυξήθηκαν με μηνιαίο ρυθμό 0,4% σε σχέση με τον Οκτώβριο, επιταχυνόμενες από την προηγούμενη μέτρηση του 0,2% και ταχύτερα από τις προβλέψεις του 0,3%. Το ποσοστό ανεργίας στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, εν τω μεταξύ, μειώθηκε απροσδόκητα στο 3,7%.
Αν σκεφτεί κανείς ότι η χαλάρωση της αγοράς εργασίας αποτέλεσε ένα από τα κύρια σημεία εστίασης της Fed για να αυξήσει το κόστος δανεισμού στο 5,25% έως 5,50% -το σκεπτικό ήταν ότι μια επιβράδυνση της ζήτησης για εργαζομένους θα ανακούφιζε τις ανοδικές πιέσεις στους μισθούς και, κατ' επέκταση, θα βοηθούσε στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού- γίνεται κατανοητό ότι τα στοιχεία της Παρασκευής «κουρεύουν» τις προσδοκίες για επιθετικές μειώσεις επιτοκίων στο άμεσο μέλλον από τη Fed.
Νέα γεωπολιτικά μέτωπα
Θα κλείσουμε με μια τελευταία σημείωση. Μια από τις βασικές αιτίες που ξύπνησαν οι πληθωριστικές πιέσεις ήταν ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας που διατάραξε την προμήθεια πρώτων υλών και τις εφοδιαστικές αλυσίδες ανά τον κόσμο.
Κάθε νέο γεωπολιτικό μέτωπο λοιπόν επιβαρύνει τις πληθωριστικές πιέσεις, πόσο μάλλον αν ανοίγει σε κομβικά σημεία των εφοδιαστικών αλυσίδων. Μέσα από αυτό το πρίσμα, η νέα ένταση μεταξύ Κίνας και Φιλιππίνων χρήζει επαγρύπνησης.
Οι Φιλιππίνες και η Κίνα αντάλλαξαν κατηγορίες αυτήν την Κυριακή με αφορμή τη σύγκρουση των σκαφών τους σε αμφισβητούμενα ύδατα της Νότιας Σινικής Θάλασσας.
Το Πεκίνο διεκδικεί σχεδόν το σύνολο της Νότιας Σινικής Θάλασσας, περιοχές της οποίας διεκδικούν οι Φιλιππίνες, το Βιετνάμ, η Μαλαισία, η Ινδονησία και το Μπρουνέι.
Βλέπετε, πρόκειται για μια πολύτιμη δίοδο για περισσότερα από 3 τρισ. δολάρια ετήσιου εμπορίου με πλοία.
Η επιθετικότητα της Κίνας η οποία σημειωτέον δεν είναι η πρώτη φορά που εκδηλώνεται στην περιοχή -23 Οκτωβρίου σημειώθηκαν και πάλι επεισόδια- υπονομεύει την περιφερειακή σταθερότητα ενός ελεύθερου και ανοιχτού Ινδο-Ειρηνικού.
Γίνεται κατανοητό, ότι ένα πιθανό «έμφραγμα» στη δίοδο αυτή θα μπλοκάρει ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου εμπορίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία των τιμών πολλών αγαθών. Υπό παρακολούθηση λοιπόν.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.