Οι ανησυχίες για τη στροφή της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας προς σφιχτότερη νομισματική πολιτική σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική αβεβαιότητα πίεσαν τον δείκτη S&P500 στη Wall Street οδηγώντας τον σε περιοχή διόρθωσης. Ωστόσο, τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι συχνά το ξεκίνημα σφιχτότερης νομισματικής πολιτικής συνοδεύεται από άνοδο των μετοχών.
Τα ιστορικά στοιχεία είναι μια νότα αισιοδοξίας για τους επενδυτές που είδαν τη Federal Reserve να κάνει το πρώτο βήμα, ανακοινώνοντας την πρώτη αύξηση της τελευταίας τριετίας την περασμένη εβδομάδα με την αγορά να τιμολογεί άνοδο 180 μονάδων βάσης μέχρι το τέλος της φετινής χρονιάς.
Ο δείκτης S&P500 είχε μέση απόδοση 7,7% τον πρώτο χρόνο αυξήσεων επιτοκίων από τη Fed, σύμφωνα με τη μελέτη της Deutsche Bank σε 13 προηγούμενους ανοδικούς κύκλους επιτοκίων από το 1995.
Σύμφωνα με μια άλλη ανάλυση 12 ανοδικών επιτοκιακών κύκλων της Truist Advisory Services, ο δείκτης S&P500 είχε συνολική ετησιοποιημένη απόδοση 9,4% κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια των κύκλων αυτών, καταγράφοντας θετικές αποδόσεις στις 11 από τις 12 αυτές περιόδους.
Οι μετοχές σημείωσαν άνοδο σε περιόδους που η Fed ανέβαζε τα παρεμβατικά επιτόκια, καθώς αυτό συμβάδιζε με μια υγιή οικονομία και αυξανόμενη εταιρική κερδοφορία, επισήμαινε η Truist στην ανάλυση της.
Φέτος όμως πολλοί επενδυτές ανησυχούν ότι η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη από άλλες περιόδους στο παρελθόν, καθώς οι αγορές αντιμετωπίζουν την έξαρση του πληθωρισμού που αναμένεται να επιδεινωθεί από την άνοδο των τιμών εμπορευμάτων μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η αβεβαιότητα αυτή βρίσκει την αμερικανική τράπεζα αντιμέτωπη με ένα δίλημμα. Οι κινήσεις της στο μέτωπο των επιτοκίων μπορεί να οδηγήσουν τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου σε ύφεση αν αυξηθεί πολύ το κόστος χρήματος στην προσπάθεια της να τιθασσεύσει τον πληθωρισμό.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι αυξήσεις επιτοκίων έχουν την τάση να επιβαρύνουν τη χρηματιστηριακή αγορά βραχυπρόθεσμα. Ανάλυση της Evercore ISI τεσσάρων ανοδικών επιτοκιακών κύκλων έδειξε ότι ο δείκτης S&P500 κατά μέσο όρο είχε απώλειες 4% τον πρώτο μήνα μετά την αρχή του ανοδικού κύκλου επιτοκίων. Όμως, έξι μήνες μετά το ξεκίνημα του κύκλου ο δείκτης σημείωνε κατά μέσο όρο άνοδο 3% και μετά 12 μήνες άνοδο 5%.
Η κεντρική τράπεζα δεν θέλει να προκαλέσει ύφεση και γενικότερα χρειάζεται μεγάλη άνοδος στα επιτόκια για να αρχίσει η οικονομία να βλέπει ότι θα εισέλθει σε ύφεση, σχολιάζει η Evercore στην ανάλυση της. Το πιθανότερο είναι ότι η χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ βρίσκεται στα μισά του δρόμου προς ένα βραχυπρόθεσμο πάτο και ότι θα προσφέρει τις αποδόσεις που συνηθίζει στο εξάμηνο και δωδεκάμηνο που ακολουθεί την αρχή του ανοδικού επιτοκιακού κύκλου.
Ο δείκτης S&P500 είχε απώλειες πάνω από 10% στις αρχές του 2022, ενώ ο δείκτης Nasdaq, όπου σημαντικό βάρος έχουν οι μετοχές τεχνολογίας, επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε bear market καθώς χάνει άνω του 20% από τα υψηλά του Νοεμβρίου 2021. Οι μετοχές τεχνολογίας έχουν υποαποδώσει, καθώς η άνοδος των ομολογιακών αποδόσεων διαβρώνει την αξία των μελλοντικών ταμειακών τους ροών που χρησιμοποιούν οι αναλυτές στην αποτίμηση τους.
Σύμφωνα με την Morgan Stanley, αν η Fed αποδειχτεί επιτυχής στην προσπάθεια της να ενορχηστρώσει μια ομαλή προσγείωση της οικονομίας καθώς θα ανεβάζει το κόστος χρήματος φέτος, οι ομολογιακές αποδόσεις μπορεί να οδηγηθούν σημαντικά υψηλότερα και με τη σειρά τους να αποτελέσουν βαρίδι στις αποτιμήσεις των μετοχών.
«Το κύριο ερώτημα για τους επενδύοντες σε μετοχές είναι πόσο περισσότερο μπορεί να αντέξει η χρηματιστηριακή αγορά δεδομένης της επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης και του πρόσθετου σοκ του πολέμου στην Ουκρανία;» επισημαίνει η Morgan Stanley.