Τα… μαντάτα για την οικονομία της Ευρωζώνης δεν είναι καλά τους τελευταίους μήνες. Τα στοιχεία στην πλειονότητά τους απογοητεύουν και οι κρίσιμοι δείκτες PMI Οκτωβρίου ήρθαν όχι μόνο να επιβεβαιώσουν τα «σινιάλα» ύφεσης αλλά και να αναγκάσουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να επανεξετάσει τις επιλογές της. Πληροφορίες του Liberal.gr αναφέρουν ότι το χαρτί μίας jumbo μείωσης της τάξης των 50 μονάδων βάσης (ή 0,50%) βρίσκεται πλέον πάνω στο τραπέζι του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ.
«Στην περίπτωση που η οικονομία της Ευρωζώνης συνεχίσει να παραπαίει και νεότερα στοιχεία δείξουν ότι ο πληθωρισμός είναι χαμηλότερος από τις προσδοκίες, τότε δεν αποκλείεται μία μείωση 50 μ.β. τον Δεκέμβριο», σημειώνουν πηγές με γνώση των συζητήσεων στη Φρανκφούρτη. Θα μπορούσε, δηλαδή, το 2024 να κλείσει με το επιτόκιο αναφοράς της ΕΚΤ (επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων) στο 2,75% από 3,25% που είναι σήμερα και 4% που διαμορφωνόταν έως τον περασμένο Ιούνιο.
Τα οικονομικά στοιχεία του Νοεμβρίου, καθώς και οι νέες προβλέψεις των αναλυτών που θα είναι διαθέσιμες τον Δεκέμβριο, θα καθορίσουν το ύψος της μείωσης, με την Capital Economics να σημειώνει πως, ενώ δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, μία jumbo μείωση των 50 μ.β. αποτελεί το πιθανότερο σενάριο για τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου. Είναι πιθανό, λοιπόν, τα στελέχη της ΕΚΤ να κρίνουν ότι δεν χρειάζεται να παραμείνει για πολύ ακόμα περιοριστική η νομισματική πολιτική. Αυτό σημαίνει ότι το επιτόκιο αναφοράς θα πρέπει να υποχωρήσει ταχύτερα προς το επίπεδο που θεωρείται «ουδέτερο» (περίπου 2%-2,25%), όπου και θα σταματήσουν οι μειώσεις.
Μέχρι και ο συνήθως σκληρός σε θέματα χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής Κλας Νοτ, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων πιο επιθετικά, στο σενάριο που η κατάσταση στην οικονομία επιδεινωθεί περαιτέρω. Ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης είναι σήμερα το παλαιότερο μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ (από το 2011), ενώ ήταν για μεγάλο χρονικό διάστημα ο άτυπος επικεφαλής των «γερακιών», ασκώντας πιέσεις για μία πιο συντηρητική προσέγγιση σε θέματα όπως τα επιτόκια και τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης.
Ο ακόμα πιο σκληρός τον τελευταίο χρόνο, Αυστριακός τραπεζίτης Ρόμπερτ Χόλτσμαν, δήλωσε χθες στο πρακτορείο Bloomberg ότι μία μείωση του 0,25% τον Δεκέμβριο είναι το πιθανότερο σενάριο. Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι «μία μεγαλύτερη μείωση δεν αποκλείεται, αλλά δεν είναι και πολύ πιθανή». Βέβαια, για να δικαιολογήσει κατά κάποιο τρόπο και τη θέση του στο στρατόπεδο των γερακιών, ο Χόλτσμαν συμπλήρωσε ότι δεν αποκλείεται επίσης το Δ.Σ. της ΕΚΤ να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η μείωση του Οκτωβρίου είναι αρκετή για φέτος και ότι δεν χρειάζεται άλλη τον Δεκέμβριο.
Υπενθυμίζεται πως τον περασμένο Ιούνιο, όταν αποφασίστηκε η πρώτη μείωση μετά από πολλά χρόνια, τα «γεράκια» έθεσαν ως προϋπόθεση να γίνουν πολύ σταδιακές και επιφυλακτικές μειώσεις στη συνέχεια. Η ΕΚΤ θα συνεδριάσει στη Φρανκφούρτη στις 12 Δεκεμβρίου, ενώ οι επικεφαλής των εθνικών κεντρικών τραπεζών θα έχουν την ευκαιρία να ανταλλάξουν απόψεις άλλες δύο φορές έως τότε.
Όπως ανακοίνωσε χθες η Eurostat, ο σύνθετος δείκτης PMI ενισχύθηκε οριακά τον Οκτώβριο, στο 49,7 από 49,6, όμως το σημαντικό είναι ότι παραμένει σε πολύ χαμηλό επίπεδο, το οποίο η ιστορία έχει δείξει ότι υποδηλώνει ύφεση (μία μέτρηση πάνω από το 50 υποδηλώνει ανάπτυξη της δραστηριότητας και κάτω από το 50 συρρίκνωση). Ο PMI των υπηρεσιών υποχώρησε ελαφρώς στο 51,2 από 51,4, ενώ ο μεταποιητικός PMI ενισχύθηκε στο παρ’ όλα αυτά πολύ χαμηλό 45,5 από 44,9 τον Σεπτέμβριο.
Στο επίκεντρο συνεχίζει να βρίσκεται η γερμανική βιομηχανία, η οποία παραμένει σε επικίνδυνη ύφεση. Ο μεταποιητικός PMI για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο στο σχεδόν απίστευτο 42,6, την ώρα που η μείωση της απασχόλησης δείχνει να επιταχύνει. Ο σύνθετος PMI ενισχύθηκε στο 48,4 από 47,5 υποδηλώνοντας ότι η Γερμανία δεν έχει καταφέρει ακόμη να ανακάμψει. Παρόμοια είναι η εικόνα και στη Γαλλία, όπου ο σύνθετος PMI διαμορφώθηκε στο 48,6.
Τα ανωτέρω συνεπάγονται ότι η απειλή γενίκευσης της ύφεσης υπάρχει, παρά το γεγονός ότι οι προβλέψεις των περισσότερων οίκων κάνουν λόγο για ανάπτυξη – έστω αναιμική – σε επίπεδο Ευρωζώνης έως και 1% για τη διετία 2024-25. Γι’ αυτό η ΕΚΤ θέλει να προλάβει τα χειρότερα και να τονώσει την οικονομική δραστηριότητα, καθιστώντας φθηνότερο το χρήμα με ταχύτερες κινήσεις.