Το ελληνικό δημόσιο χρέος διαπραγματεύεται στις αγορές με καλύτερους όρους απ’ ό,τι χώρες που έχουν επενδυτική βαθμίδα. Ο τραπεζικός κλάδος έχει αλλάξει σελίδα και οι επενδυτές εμπιστεύονται τη νέα κυβέρνηση. Τα παραπάνω αναφέρει στο Liberal o Paolo Grignani, Senior Economist της Oxford Economics.
Συνέντευξη στον Νικόλα Ταμπακόπουλο
Πώς βλέπουν οι αγορές την επανεκλογή της Νέας Δημοκρατίας ως κυβέρνηση της Ελλάδας και γιατί;
Οι αγορές είναι πολύ θετικές αναφορικά με την επανεκλογή της ΝΔ, καθώς ο κίνδυνος παρατεταμένου πολιτικού αδιεξόδου ήταν ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα σχετικά με αυτές τις εκλογές. Επιπλέον, η ΝΔ έχει καλό ιστορικό δημοσιονομικής πολιτικής και η φιλοευρωπαϊκή της στάση προστατεύει τη χώρα από ακραίους κινδύνους, όπως το Grexit.
Πόσο κοντά είναι η επενδυτική βαθμίδα της ελληνικής οικονομίας και ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την επίτευξη αυτού του στόχου;
Η χώρα μπορεί, ήδη, να θεωρηθεί ότι βρίσκεται στην επενδυτική βαθμίδα. Στην πραγματικότητα, το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι διαπραγματεύσιμο στις χρηματοπιστωτικές αγορές με απόδοση χαμηλότερη από ορισμένες χώρες που βρίσκονται στην επενδυτική βαθμίδα, όπως η Ιταλία. Αναμένουμε ότι η επενδυτική βαθμίδα θα επιτευχθεί, το αργότερο, στις αρχές του επόμενου έτους.
Πώς αξιολογείτε τον τραπεζικό τομέα στην Ελλάδα;
Ο ελληνικός τραπεζικός τομέας έχει σημειώσει εξαιρετική πρόοδο από την κρίση, χάρη και σε κρατικές παρεμβάσεις και προγράμματα όπως το «Ηρακλής». Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά κρίσιμα σημεία που πρέπει να αντιμετωπιστούν, όπως το υψηλό, ακόμη, επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ο κλάδος βρίσκεται στα ραντάρ των αναλυτών, ειδικά σε αυτήν την περίοδο αυξητικής πορείας των επιτοκίων.
Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό στην Ελλάδα το 2023 και το 2024;
Η εκτίμησή μας για την ελληνική οικονομία είναι σε γενικές γραμμές θετική, σε μικρότερο βαθμό απ’ ό,τι αναμένει η κυβέρνηση και άλλοι αναλυτές. Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,3% φέτος, καλύτερα από την ευρωζώνη, αλλά θα είναι μειωμένο από το +6% της περσινής χρονιάς. Το 2024, η ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί περαιτέρω στο 1%, καθώς οι αυστηρότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες (που προκαλούνται κυρίως από τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ) έπληξαν την οικονομία με χρονική υστέρηση.
Οι προοπτικές για τον πληθωρισμό βελτιώνονται επίσης με ταχείς ρυθμούς, με την κορύφωσή του να βρίσκεται, πλέον, σαφώς πίσω μας: Mετά το 9,6% το 2022, αναμένουμε ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί στο 3,6% το 2023 και στο 2,1% το 2024, καθώς η δραματική πτώση των τιμών της ενέργειας αντισταθμίζεται από ανοδικές πιέσεις από τα τρόφιμα και άλλα βασικά είδη. Οι αυξήσεις των μισθών μπορεί να επιβραδύνουν την πορεία προς τον στόχο για τον πληθωρισμό, αλλά δεν πιστεύουμε ότι θα είναι αρκετά μεγάλες ώστε να πυροδοτήσουν μια μεγάλη μεταβολή μισθών-τιμών που θα ωθούσε τον πληθωρισμό σε μεγαλύτερα επίπεδα.
Τέλος, πώς σχολιάζετε το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα;
Οι επενδύσεις στην Ελλάδα είναι ένας από τους κύριους μοχλούς της πρόσφατης οικονομικής ανάκαμψης: Ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυξήθηκαν από μόλις 10,7% το 2019, σε 13,7% το 2022. Επιπλέον, οι άμεσες ξένες επενδύσεις αυξήθηκαν ξανά το 2022, σηματοδοτώντας την ανάπτυξη και την εμπιστοσύνη στη χώρα από ξένους επενδυτές. Ωστόσο, η οικονομία εξακολουθεί να υπολείπεται σε επενδύσεις, σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ, και υπάρχει ακόμα αρκετός δρόμος για να φτάσει σε αποδεκτά επίπεδα. Επιπλέον, το επενδυτικό περιβάλλον περιλαμβάνει, ακόμη, προκλήσεις, με αυστηρότερες οικονομικές συνθήκες να επιβραδύνουν την ανάπτυξη των επενδύσεων και διαρθρωτικά ζητήματα, όπως το δημογραφικό.