Όσο φυσιολογική και αναμενόμενη να είναι (που είναι) η πρόσφατη πτωτική κίνηση στο Χρηματιστήριο Αθηνών, όσο και να έχει σχέση και με «εισαγόμενες» ανησυχίες στην συνεδρίαση της Παρασκευής, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε έναν παράγοντα του οποίου την ύπαρξη είχαμε σχεδόν ξεχάσει: τον παράγοντα του πολιτικού ρίσκου, ο οποίος ήρθε και πάλι στο προσκήνιο με μία τραγική αφορμή. Τι εννοούμε όμως ακριβώς όταν αναφερόμαστε σε πολιτικό ρίσκο αυτές τις μέρες;
Δύο κυρίως πράγματα. Την πιθανότατη καθυστέρηση της διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών σε σχέση με τις ημερομηνίες που οι επενδυτές είχαν θεωρήσει ως δεδομένες και τον αυξημένο προβληματισμό της αγοράς για το αποτέλεσμα που θα προκύψει από αυτές τις εκλογές, οι οποίες πιθανότατα θα διεξαχθούν σε δύο γύρους. Η καθυστέρηση της διεξαγωγής των εκλογών δεν αρέσει στους επενδυτές γιατί συνεπάγεται ένα μεγαλύτερο διάστημα αβεβαιότητας και όπως ξέρουμε η αβεβαιότητα είναι κάτι που απεχθάνονται οι επενδυτές.
Πέρα όμως από αυτό, αυτή η καθυστέρηση δεν είναι το βασικό πρόβλημα της αγοράς. Το βασικό πρόβλημα είναι το αποτέλεσμα που θα προκύψει από αυτές τις εκλογές. Μέχρι πριν λίγες μέρες ήταν σαφές πως οι επενδυτές πιθανολογούσαν ότι οι εκλογές δεν θα φέρουν κάποια αλλαγή της πολιτικής κατάστασης και έτσι κοιτούσαν πολύ θετικά το ελληνικό χρηματιστήριο, θεωρώντας πως η συνέχιση (με κάποιες βελτιώσεις) της ίδιας πολιτικής από τα ίδια πρόσωπα είναι το καλύτερο σενάριο.
Είναι προφανές πως οι επενδυτές (Έλληνες και ξένοι) δεν είναι πλέον τόσο σίγουροι για το αποτέλεσμα των εκλογών, κάτι που δικαιολογείται και από την δημοσιοποίηση των πρώτων δημοσκοπήσεων μετά το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών.
Τι φοβούνται όμως; Φοβούνται πως η κυβέρνηση που θα προκύψει μετά από την εκλογική διαδικασία δεν θα ακολουθήσει την ίδια οικονομική πολιτική με την τωρινή κυβέρνηση, κάτι που θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και θα κατ’ επέκταση στις οικονομικές επιδόσεις των επιχειρήσεων που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Είναι γνωστό πως οι επενδυτές είναι ικανοποιημένοι από τις επιδόσεις της πραγματικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, την αύξηση του ΑΕΠ με ταχύτερους ρυθμούς από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, την σταθερή μείωση της ανεργίας.
Σε γενικές γραμμές είναι αρκετά ικανοποιημένοι και από την φιλική προς τις επενδύσεις (ελληνικές ή ξένες) πολιτική της κυβέρνησης, από τον τρόπο με τον οποίον χειρίζεται το μεγάλο ζήτημα των ευρωπαϊκών ενισχύσεων μέσω του ευρωπαϊκού μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και από την δρομολόγηση και υλοποίηση μεγάλων έργων υποδομής.
Επίσης, περιμένουν την υλοποίηση άλλων κινήσεων φιλικών προς τις αγορές, όπως την σταδιακή αποχώρηση του Ελληνικού Δημοσίου από το μετοχικό κεφάλαιο των συστημικών τραπεζών και την προώθηση της εισαγωγής των μετοχών του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στο Χρηματιστήριο.
Θέλουν επίσης να δουν την συνέχιση της πολιτικής που στοχεύει στην μετατροπή της χώρας μας σε ένα είδος διεθνούς ενεργειακού κόμβου. Οι επενδυτές πιστεύουν επίσης πως τυχόν επανεκλογή της σημερινής κυβέρνησης θα καταστήσει σχεδόν βέβαιη την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας μας και την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade).
Ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης στην οποία θα συμμετέχει το κυβερνόν κόμμα με κάποιον εταίρο ή η επανεκλογή του κυβερνώντος κόμματος με οριακή αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι δύο ενδεχόμενα που δεν αρέσουν πολύ στους επενδυτές, καθώς θα σημαίνουν – σε γενικές γραμμές – πως η τωρινή πολιτική μπορεί να συνεχιστεί αλλά με αρκετές τροποποιήσεις και καθυστερήσεις.
Σίγουρα μία τέτοια προοπτική δεν τους ενθουσιάζει αλλά λογικά δεν τους τρομοκρατεί κιόλας. Αυτό που σίγουρα τους ανησυχεί πολύ περισσότερο είναι ένα τρίτο ενδεχόμενο, προς το παρόν μακρινό στο μυαλό τους, αυτό του σχηματισμού κυβέρνησης χωρίς την συμμετοχή του κυβερνώντος κόμματος, πιθανώς κατά το πρότυπο των ελληνικών κυβερνήσεων της περιόδου 2015 – 2019 αλλά προφανώς με διαφορετική σύνθεση από εκείνες.
Από την μέχρι στιγμής συμπεριφορά των επενδυτών μπορούμε να συμπεράνουμε πως δεν έχουν αρχίσει να σκέφτονται το τρίτο ενδεχόμενο. Αυτό το λέμε γιατί μία κυβέρνηση τέτοιου τύπου θα αυξήσει πολύ την πιθανότητα σημαντικών αλλαγών στην οικονομική πολιτική της χώρας ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα συνεχίσει μεγάλο μέρος της σημερινής πολιτικής με σημαντικές χρονικές καθυστερήσεις και με «κρύα καρδιά».
Το πώς θα εξελιχθεί η ανησυχία των επενδυτών θα εξαρτηθεί από το πότε τελικά θα διεξαχθούν οι βουλευτικές εκλογές και, κυρίως από τα μηνύματα που θα έρχονται από το μέτωπο των δημοσκοπήσεων. Θεωρητικά, από ένα σημείο και μετά, οι επενδυτές θα ασχοληθούν και με τα προγράμματα των κομμάτων της σημερινής αντιπολίτευσης, υποθέτοντας πως το πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματος δεν θα περιέχει σημαντικές αλλαγές από την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Αρκεί βέβαια να γίνει μία τέτοια ουσιαστική συζήτηση, κάτι που δεν έχουμε δει ακόμα.
Το κακό της αβεβαιότητας στα χρηματιστήρια είναι πως μερικές φορές η ανησυχία είναι κάπως αόριστη και από τις πωλήσεις των επενδυτών υποφέρουν και οι μετοχές επιχειρήσεων που στην πραγματικότητα δεν έχουν να φοβηθούν πολλά πράγματα. Ειδικά στην Ελλάδα, κάτι τέτοιο θα είναι κάπως άδικο αν γίνει κάποια στιγμή.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι περισσότερες σοβαρές επιχειρήσεις στο χρηματιστήριο κατάφεραν να ανταπεξέλθουν σε τρομερές δυσκολίες την τελευταία δεκαπενταετία. Αν δεν μας βρει μία μεγάλη διεθνής οικονομική/χρηματιστηριακή κρίση (κάτι που δυστυχώς δεν μπορούμε να αποκλείσουμε κατηγορηματικά), είμαστε σίγουροι πως αυτές οι επιχειρήσεις θα τα καταφέρουν και πάλι.