O Δείκτης του Χρηματιστηρίου δείχνει να στέκεται πλέον με δύναμη και ασφάλεια πάνω από το επίπεδο των 900 μονάδων, που αποτελούσε για πάρα πολλούς μήνες ένα ισχυρό σημείο αντίστασης. Και ένα σημείο το οποίο αναχαίτιζε κάθε προσπάθεια ανοδικής του διάσπασης από την πλευρά των αγοραστών.
Ωστόσο οι 900+ μονάδες αποτέλεσαν ένα ισχυρό επίπεδο στήριξης, μέσα στον Ιανουάριο του 2022, που χαρακτηρίστηκε από έντονους κλυδωνισμούς και βίαιες βυθίσεις, των μητροπολιτικών χρηματιστηρίων. Μετά από αρκετά χρόνια το Χρηματιστήριο δείχνει πιο ανθεκτικό και λιγότερο ευάλωτο, απέναντι στις υποτιμητικές πιέσεις.
Σε ένα παλαιότερο άρθρο «Χρηματιστήριο Αθηνών: Το ανεστραμμένο είδωλο του Γενικού Δείκτη», είχαμε αναφέρει ότι το τελικό είδωλο του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αποτελεί μια ανεστραμμένη εικόνα της πραγματικότητας των αποδόσεων σημαντικών εισηγμένων εταιρειών.
Είχαμε αναφέρει ότι εταιρείες όπως είναι η Mytilineos, η ΓΕΚΤΕΡΝΑ, ο ΟΤΕ και η ΔΕΗ, είναι πλέον μετά από την κρίση, εντελώς διαφορετικές εταιρείες. Είχαμε αναφέρει, ότι σήμερα υπάρχει μια μεγάλη ομάδα μετοχών που είτε έχουν υπερβεί ακόμα και τις τιμές που είχαν καταγράψει το 1999 με τον Γενικό Δείκτη πάνω από τις 6.000 μονάδες, ή καταγράφουν νέα υψηλά. Και ότι υπάρχουν πολλές μετοχές εταιρειών που ενώ λάμπουν επιχειρηματικά, παραμένουν κάτω από τη βαριά σκιά του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών.
Και η ουσία είναι, ότι το ανεστραμμένο είδωλο του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών, δεν είχε να κάνει τόσο με τις αρχές τη Φυσικής και ειδικότερα της Οπτικής, αλλά με την πορεία των τιμών των τραπεζικών μετοχών, του κλαδικού τους δείκτη και το βάρος από τη συμμετοχή τους στον Γενικό Δείκτη.
Τότε που γράφαμε το άρθρο, δηλαδή τον Σεπτέμβριο του 2021, ο τραπεζικός Δείκτης βρισκόταν στις 567 μονάδες. Το φθινόπωρο του 2007, όταν είχε αρχίσει να φαίνεται στον ορίζοντα το πρόβλημα με τιτλοποιημένα ενυπόθηκα δάνεια, που οδήγησε στη μεγαλύτερη πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, ο τραπεζικός βρισκόταν στις 1.535.312 μονάδες.
Ναι, δεν διαβάσατε λάθος. Στις ένα εκατομμύριο πεντακόσιες τριάντα πέντε χιλιάδες και τριακόσιες δώδεκα μονάδες, υψηλότερα ακόμα και από το θρυλικό ’99, που είχε φτάσει στις 1.351.154 μονάδες. Η σύγκριση αυτών των δυσθεώρητων μεγεθών με το σημερινό ύψος του τραπεζικού δείκτη, λειτουργούσε αποτρεπτικά απέναντι σε κάθε θετική εξέλιξη και σε κάθε θετική προοπτική. Αποτελούσε ένα δυσανάλογο βάρος.
Σήμερα ο τραπεζικός δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών βρίσκεται στις 677,93 μονάδες. Δηλαδή από τον Σεπτέμβριο μέχρι σήμερα έχει παρουσιάσει άνοδο της τάξης του 19%. Και δεν είναι μόνο οι εκτιμήσεις των μεγάλων επενδυτικών οίκων όπως είναι η HSBC, η JP Morgan και η Bank of America Global Research, που αναβάθμισαν την εικόνα και τις τιμές στόχους των ελληνικών τραπεζών. Περισσότερο είναι οι μεγάλες θέσεις που ανοίγονται από θεσμικούς επενδυτές από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, που έρχονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Οι ξένοι επενδυτές που συνωστίζονται στην είσοδο της Alpha Bank, μαζί με τους επενδυτές που αγοράζουν μετοχές της Εθνικής Τράπεζας με την προοπτική της εισόδου της, στον δείκτη «MSCI Global Standard Greece» στην επόμενη αναδιάρθρωση της 9ης Φεβρουαρίου 2022, έχουν δώσει τον τόνο. Έτσι διαπιστώνουμε ότι από την αρχή του 2022, το +18% του τραπεζικού δείκτη έχει συνεισφέρει τα μέγιστα, στο +4,8% του Γενικού Δείκτη. Και όσον αφορά τον ημερήσιο χρηματιστηριακό τζίρο, η συμμετοχή των τραπεζών σε αυτόν, βρίσκεται πλέον στα επίπεδα του 60%.
Έτσι η επενδυτική κοινότητα, σιγά-σιγά αρχίζει να εμπιστεύεται ξανά το Χρηματιστήριο Αθηνών σαν επενδυτικό προορισμό, αφομοιώνοντας όλα τα θετικά τρέχοντα νέα, αλλά και τις θετικές προοπτικές. Οι θετικές προοπτικές για τη μεγέθυνση των εταιρειών ήταν γνωστές. Οι εκτιμώμενοι ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξης ήταν και αυτοί καταγεγραμμένοι. Τα deals ξετυλίγονται το ένα μετά το άλλο. Τι έλειπε; Η εμπιστοσύνη και η αλλαγή κλίματος στο τραπεζικό κλάδο. Και, να που επανέρχονται στο προσκήνιο και αυτός.
Το Χρηματιστήριο θα προεξοφλήσει την αύξηση του ΑΕΠ, διότι μέρος αυτής, ήδη έχει αρχίσει να εμφανίζεται στους ισολογισμούς και στα αποτελέσματα των εισηγμένων εταιρειών, υπό τη μορφή της αύξησης του κύκλου εργασιών από τις εγχώριες πωλήσεις και τις εξαγωγές και υπό τη μορφή της κερδοφορίας. Και έτσι οι μετοχές θα αναπροσαρμόσουν προς τα πάνω τις τιμές τους και οι εισηγμένες εταιρείες τις κεφαλαιοποιήσεις τους.
Η πλειονότητα των εισηγμένων εταιρειών, προσβλέπει στην εκκίνηση των μεγάλων έργων και των σημαντικών επενδύσεων που θα ακολουθήσουν μετά την έλευση των ευρωπαϊκών πόρων, από το Ταμείο Ανάκαμψης και που θα κινητοποιήσουν τόσο εγχώρια και ξένα επενδυτικά κεφάλαια, όσο και τραπεζικές χρηματοδοτήσεις.
Οι επενδυτές περιμένουν να δουν την ανάπτυξη αυτή, να επηρεάζει το ενεργητικό των τραπεζών, που θα προχωρήσουν σε νέες χρηματοδοτήσεις, χωρίς τη δημιουργία μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων, παράλληλα με την αποκλιμάκωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Φαίνεται λοιπόν ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών, όχι μόνο έχει την τύχη με το μέρος του, αλλά αποδεικνύει ότι έχει και τη δύναμη να δει νέα υψηλότερα επίπεδα. Αρκεί να μην μας πέσει στο κεφάλι, όπως φοβόντουσαν οι Γαλάτες, ο «παγκόσμιος χρηματιστηριακός ουρανός».