Η μάχη των αμερικανικών προεδρικών εκλογών το 2024 που πρόκειται να ενταθεί το επόμενο διάστημα θα προσθέσει ένα νέο πέπλο αβεβαιότητας στις αγορές φέτος με τους επενδυτές να «ζυγίζουν» τις πιθανές αλλαγές μετεκλογικά στη φορολογία και τη δημοσιονομική πολιτική.
Για μήνες τώρα οι αγορές εστίαζαν στη νομισματική πολιτική της Fed και στην πορεία της αμερικανικής οικονομίας. Οι προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων το 2024 πυροδότησαν μία δυνατή εκτόξευση των μετοχών προς το τέλος του 2023 που οδήγησε τον δείκτη S&P 500 σε απόσταση αναπνοής από νέο ιστορικό υψηλό.
Η σημασία των δύο αυτών παραγόντων για τις αγορές δεν θα ξεθωριάσει το επόμενο διάστημα. Όμως, με τις προκριματικές για τους υποψήφιους των προεδρικών εκλογών να ξεκινούν ανά πολιτεία από τη Δευτέρα, η πόλωση του εκλογικού σώματος και μία σφιχτή κούρσα για την προεδρία μπορούν να επηρεάσουν την πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς.
Οι προεδρικές εκλογές προσθέτουν ένα νέο στρώμα αβεβαιότητας. Όλα δείχνουν ότι οδεύουμε προς επανάληψη του αγώνα του Δημοκρατικού Joe Biden και του πρώην προέδρου Donald Trump ο οποίος προηγείται με διαφορά των άλλων υποψηφίων του Ρεπουμπλικανικού κόμματος.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, αν στενέψει το πεδίο μετά τις προκριματικές των Ρεπουμπλικανών στην πολιτεία της Iowa, η κούρσα για την εκλογή του υποψήφιου του κόμματος θα γίνει πιο ανταγωνιστική.
Ο Trump προηγείται, αλλά η διαφορά με τους άλλους προβλέπεται ότι θα μειωθεί στο 3% περίπου αν στις προκριματικές του New Hampshire οι επιλογές στενέψουν μεταξύ αυτού και της Nikki Haley, πρώην κυβερνήτου της Νότιας Καρολίνας.
Στις χρονιές προεδρικών εκλογών η αβεβαιότητα τείνει να αυξάνεται στο ξεκίνημα και το ίδιο αναμένεται και φέτος, εκτιμούν οι αναλυτές της Goldman.
H ιστορία δείχνει ότι όταν ένας πρόεδρος βάζει υποψηφιότητα για επανεκλογή, όπως ο Biden φέτος, η χρηματιστηριακή αγορά καταγράφει καλύτερες αποδόσεις από τον μέσο όρο.
Από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά ο δείκτης S&P 500 σημείωσε κέρδη όλες τις φορές στα 14 χρόνια που πρόεδροι των ΗΠΑ ήταν υποψήφιοι για επανεκλογή. Η μέση απόδοση ήταν 15,5%, άσχετα με το ποιος νίκησε τελικά.
Από το 1928 και μετά ο S&P 500 κέρδισε 7,5% κατά μέσο όρο στις χρονιές προεδρικών εκλογών, σύμφωνα με έρευνα της RBC Capital Markets.
Ωστόσο, η πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς δεν ήταν πάντοτε χωρίς αναταράξεις. Οι πρώτοι τρεις μήνες μιάς εκλογικής χρονιάς τείνουν να είναι δύσκολοι για τις μετοχές, όπως και το τρίμηνο πριν από την ημέρα των εκλογών τον Νοέμβριο που τείνει να διακρίνεται για υψηλότερη μεταβλητότητα με βάση τα στατιστικά στοιχεία από το 1950.
Η ιστορική εμπειρία στις χρονιές προεδρικών εκλογών είναι άλλος ένας λόγος που θα πρέπει να είμαστε σε επιφυλακή για μία διόρθωση στις αρχές της νέας χρονιάς, σύμφωνα με τη RBC Capital Markets.
Ίσως αυτός να είναι ένας από τους λόγους που την Παρασκευή οι traders αγόραζαν σωρηδόν δικαιώματα στην αγορά παραγώγων, options που θα δώσουν κέρδη σε περίπτωση ανόδου της μεταβλητότητας από τα τρέχοντα επίπεδα που είναι τα χαμηλότερα της τελευταίας τετραετίας, καθώς ο S&P 500 βρίσκεται πολύ κοντά σε νέα ιστορικά υψηλά.
Ο όγκος συναλλαγών σε options του δείκτη μεταβλητότητας VIX, του βαρόμετρου φόβου της Wall Street, έφτασε τα 1,2 εκατ. συμβόλαια, υψηλό τριών εβδομάδων.
Ο δείκτης VIX έκλεισε στις 12,51 μονάδες την Παρασκευή, λίγο πάνω από τα χαμηλό τετραετίας των 11,81 μονάδων προς το τέλος Δεκεμβρίου μετά από την κούρσα που έδωσε στον S&P 500 κέρδη 24% την περυσινή χρονιά.
Ο S&P 500 βρίσκεται μόλις 1% χαμηλότερα από την ιστορική κορυφή του Ιανουαρίου του 2022 και οι παίκτες φαίνεται οτι εκμεταλλεύονται τις φτηνές τιμές των αμυντικών διακιωμάτων στον VIX για να κερδοσκοπήσουν ή για να καλύψουν τα χαρτοφυλάκια για το ρίσκο διόρθωσης.
Το μεγαλύτερο trade την Παρασκευή ήταν η αγορά 250.000 διακιωμάτων αγοράς (call options) για $16,8 εκατ., θέση που θα δώσει κέρδη αν ο δείκτης μεταβλητότητας VIX ανεβεί πάνω από τις 17 μονάδες μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου.