Το χρηματιστήριο Nasdaq όπως δείχνουν τα πράγματα θα υπερκεράσει το αντίπαλο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης (NYSE) σε νέες εισαγωγές τη φετινή χρονιά που η άντληση κεφαλαίων από επιχειρήσεις έχει σπάσει ρεκόρ στις ΗΠΑ. Οι νέες εισαγωγές εταιρειών στο Nasdaq άντλησαν συνολικά $191,4 δισ. το 2021, ποσά μεγαλύτερα από τα $109,3 δισ που αντλήθηκαν στο NYSE, σύμφωνα με στοιχεία της Dealogic.
Τις δύο τελευταίες δεκαετίες μέχρι το 2019, με εξαίρεση τα χρόνια της φούσκας των λεγόμενων dot-com, το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης υπήρξε ο ξεκάθαρος ηγέτης στις νέες εισαγωγές. Μέχρι στιγμής φέτος 686 εταιρείες εισήχθησαν στο Nasdaq και 265 στο NYSE. Στη συρροή για εισαγωγές στο Nasdaq ηγήθηκε αριθμός υψηλού-προφίλ εταιρειών, όπως η κατασκευάστρια ηλεκτρικών αυτοκινήτων Rivian Automotive με στήριξη της Amazon που ήταν και η δημόσια εγγραφή της χρονιάς.
Οι μετοχές της Rivian Automotive εκτοξεύτηκαν 53% στο χρηματιστηριακό ντεμπούτο τους τον Νοέμβριο, δίνοντας στη Rivian αποτίμηση πάνω από τα $100 δισ που την κατέστησε τη μεγαλύτερη δημόσια εγγραφή του κόσμου για εισαγωγή στο χρηματιστήριο φέτος και τη δεύτερη σε κεφαλαιοποίηση μετά την Tesla που αξίζει $1,06 τρισ.
Παρόλο που μόλις είχε αρχίσει τις πωλήσεις αυτοκινήτων η κεφαλαιοποίηση της ξεπέρασε την General Motors των $86 δισ. και την Ford των $77 δισ. Από τα συνολικά κεφάλαια που αντλήθηκαν στο Nasdaq, οι εισαγωγές των λεγόμενων SPAC, των οχημάτων ειδικού σκοπού για εξαγορές, ανήλθαν στα $96,7 δισ. ενώ οι πιό παραδοσιακές εισαγωγές άντλησαν $94,6 δισ.
Στο NYSE τα αντίστοιχα ποσά ανήλθαν σε $56,3 δισ. και $52,9 δισ. Τα SPAC είναι εισηγμένες εταιρείες που σκοπό έχουν να συγχωνευτούν με άλλες ιδιωτικές εταιρείες σε μετέπειτα στάδιο και με τον τρόπο αυτό να τις εισάγουν στο χρηματιστήριο παρακάμπτοντας την κλασσική οδό της δημόσιας εγγραφής.
Το Nasdaq εκτιμά ότι θα κλείσει τη φετινή χρονιά με τον μεγαλύτερο αριθμό εισηγμένων επιχειρήσεων τα τελευταία 20 χρόνια – 4.133 επιχειρήσεις, SPACs και ETF. Με λίγες εβδομάδες να απομένουν μέχρι το τέλος του 2021, οι νέες εισαγωγές στα αμερικανικά χρηματιστήρια άντλησαν συνολικά $301,26 δισ. φέτος, ποσό που ξεπέρασε το περυσινό ρεκόρ των $168 δισ. και που προσεγγίζει όλο το δημόσιο χρέος της Ελλάδας.
Αντίθετα, οι προσπάθειες του χρηματιστηρίου του Λονδίνου να κάνει την αγορά του ελκυστικό λιμένα για ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις τεχνολογίας ώστε να ανταγωνιστεί τη Νέα Υόρκη αντιμετωπίζουν ανηφόρα καθώς οι όγκοι των συναλλαγών υποχωρούν και οι μετοχές των υψηλού-προφίλ εταιρειών που εισήχθησαν χάνουν έδαφος.
Ο μέσος μηνιαίος όγκος συναλλαγών στα χρηματιστήρια των ΗΠΑ ήταν γυρω στα $560 δισ. φέτος σε σύγκριση με $78 δισ. στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και τα $16 δισ. σε βρετανικές μετοχές.
Σύμφωνα με αναλυτές του χώρου, ένα από τα εμπόδια είναι η έλλειψη αντίστοιχης ρευστότητας, όπως και το οτι η κύρια αγορά του χρηματιστηρίου του Λονδίνου δεν έχει την ίδια αίγλη με τις εισαγωγές στο Nasdaq η στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.
Αν και τα νούμερα στην Ευρώπη και τη Βρετανία έχουν βελτιωθεί, τα ποσά των ΗΠΑ έχουν ξεφύγει.
Η Βρετανία έφερε νέους κανονισμούς την τελευταία εβδομάδα σε μια προσπάθεια να καταστήσει τη δική της χρηματιστηριακή αγορά πιό ελκυστική για εισαγωγές επιχειρήσεων τεχνολογίας, καταργώντας τον αυστηρό κανονισμό του ‘μία μετοχή ισούται με μία ψήφο’ και δίνοντας τη δυνατότητα στους ιδρυτές των επιχειρήσεων μιας premium εισαγωγής που δίνει πρόσβαση στους δείκτες FTSE παρά το γεγονός οτι διακρατούν μεγάλο ποσοστό ιδιοκτησίας και το free-float είναι μικρό.
Ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Rishi Sunak είχε δεσμευτεί φέτος οτι οι νέοι κανονισμοί θα έκαναν το χρηματιστήριο του Λονδίνου πιό ανταγωνιστικό μετά την έξοδο της χώρας από την Ευρωπαική Ενωση.
Ο απολογισμός στο πρώτο οκτάμηνο φέτος δείχνει οτι 38 εταιρείες εισήχθησαν στην κύρια αγορά του χρηματιστηρίου του Λονδίνου αντλώντας $16.8 δισ. που είναι το υψηλότερο ποσό από το 2015.
Ωστόσο, μερικές από τις υψηλού-προφίλ εισαγωγές όπως η Deliveroo βλέπουν τις μετοχές τους να έχουν πέσει αρκετά κάτω από την τιμή εισαγωγής καθώς οι επενδυτές αποφεύγουν εταιρείες των οποίων οι ιδρυτές έχουν πολύ μεγάλο ποσοστό ψήφων.
Οι εταιρίες αυτές επεδίωξαν τη στάνταρντ εισαγωγή που όπως έχουν τα πράγματα δεν τους δίνει πρόσβαση στους δείκτες FTSE.
Από άποψης επιδόσεων, την τελευταία πενταετία ο δείκτης FTSE 100 είχε άνοδο μόλις 18,34%, χαμηλότερη από το 26,4% του πανευρωπαικού δείκτη Stoxx 600 και έμεινε πολύ πίσω από την κούρσα του 126% του δείκτη S&P 500 στις ΗΠΑ.
Και ενώ οι εισαγωγές στην κύρια αγορά του χρηματιστηρίου του Λονδίνου έφτασαν το υψηλότερο επίπεδο από το 2015 φέτος με συνολική άντληση $16,8 δισ, το Άμστερνταμ και η Στοκχόλμη σταδιακά αυξάνουν το μερίδιο τους με εισαγωγές που άντλησαν $9,1 δισ. και $8,98 δισ. αντίστοιχα.