Μπορεί η Société Générale να έδωσε σε πρόσφατη έκθεσή της τις εντυπωσιακές 6.666 μονάδες, ως τιμή - στόχο για τον χρηματιστηριακό δείκτη S&P 500, με κύριο μοχλό τις μετοχές του οικοσυστήματος της Τεχνητής Νοημοσύνης, ωστόσο τα τρέχοντα επίπεδα τιμών και δεικτών των χρηματιστηρίων είναι αρκετά εύθραυστα, προκαλώντας ανησυχία στην επενδυτική κοινότητα.
ΗΠΑ
Τα μακροοικονομικά δεδομένα των ΗΠΑ, καταγράφουν μια σαφή αποδυνάμωση της πραγματικής αμερικανικής οικονομίας. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την υποχώρηση της οικοδομικής δραστηριότητας με την παράλληλη αποκλιμάκωση του αριθμού των νέων κατασκευών κατοικιών, την υποχώρηση της μεταποιητικής δραστηριότητας, την αύξηση των αιτήσεων για έκδοση νέων επιδομάτων ανεργίας και την υποχώρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Σηματοδοτώντας, έτσι, και την αλλαγή κλίματος τόσο στον τομέα της βιομηχανικής παραγωγής, όσο και τον τομέα της κατανάλωσης.
Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, αυτό που χαρακτηρίζεται από τους αναλυτές ως «slow down», προσφέρεται για μια διπλή ανάγνωση. Από τη μια πλευρά είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο και δυσάρεστο φαινόμενο και από την άλλη πλευρά το ίδιο αυτό φαινόμενο, ίσως να επιτρέψει στη Fed να κινηθεί ταχύτερα, στο δρόμο της μείωσης των επιτοκίων.
Η αίσθηση της ύπαρξης μιας «μαγικής» χρηματιστηριακής εικόνας στη Wall Street επιτείνεται και από την αποστασιοποίηση του μεγαλύτερου αριθμού των εισηγμένων εταιρειών από το ξέφρενο καλπασμό των τεχνολογικών κολοσσών που ωθούν τους δείκτες σε νέα υψηλά. Κάθε ημέρα γίνεται και πιο ολοφάνερο ότι μιλάμε για μια Wall Street δυο ταχυτήτων και δυο κατηγοριών μετοχών. Η επενδυτική κοινότητα προς ώρας παραγνωρίζει ότι οι μετοχές του S&P 500 εμφανίζουν μείωση κερδών κατά -12% μέσα στην τρέχουσα οικονομική χρήση. Και το ερώτημα που τίθεται είναι το για πόσο καιρό ακόμα, οι προσδοκίες για την εκτίναξη των κερδών των εταιρειών που άπτονται της ανάπτυξης της Τεχνητής Νοημοσύνης, μπορούν να συντηρούν αυτήν τη μαγική, αλλά σίγουρα στρεβλή εικόνα;
Ευρώπη
Στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών ήρθαν να επιτείνουν την αβεβαιότητα που κυριαρχεί εδώ και μήνες, όσον αφορά στο μέλλον της ευρωπαϊκής βιομηχανικής παραγωγής, της ανάπτυξης της καινοτομίας, της νέας ενεργειακής πολιτικής, των ευρύτερων εμπορικών σχέσεων με τις ΗΠΑ και την Κίνα, της παράτασης ή μη των προγραμμάτων στήριξης, του ανοικτού μετώπου της Ουκρανίας, καθώς και της αύξησης των αμυντικών δαπανών.
Παράλληλα, ανακινείται η προσπάθεια διόρθωσης των υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων, που πλέον απευθύνεται σε μια ομάδα επτά κρατών, μεταξύ των οποίων στις πρώτες θέσεις είναι η Γαλλία και η Ιταλία. Αν κρίνουμε όμως από τις προεκλογικές υποσχέσεις στη Γαλλία, δεν προκύπτει ότι τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα μειωθούν με κάποιον τρόπο.
Ο τρόπος με τον οποίο οι δευτερογενείς αγορές ευρωπαϊκών ομολόγων έχουν αντιδράσει το τελευταίο χρονικό διάστημα, δεν εγγυάται μια ομαλή υποδοχή των μελλοντικών ομολογιακών εκδόσεων από τους επενδυτές. Οι οποίοι δεν νιώθουν ευχαριστημένοι από τη μεταβλητότητα που παρουσιάζουν οι κρατικοί τίτλοι σταθερών επιτοκίων.
Ελλάδα
Οι μάχες γύρω από τις 1.400 μονάδες, είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα των τελευταίων συνεδριάσεων. Η ολοκλήρωση των δημοσίων εγγραφών, των ειδικών τοποθετήσεων και των σημαντικών εταιρικών συμφωνιών που είχε οδηγήσει τον Γενικό Δείκτη στις 1.500+ μονάδες, δεν στάθηκε ικανή να κρατήσει το χρηματιστήριο σε αυτά τα υψηλά επίπεδα. Ο Γενικός Δείκτης δεν βρίσκει αφορμές ανοδικής διάτρησης των αντιστάσεων που συναντά. Αγωνίζεται να παραμείνει πάνω από τις ψυχολογικές στηρίξεις των 1.400 μονάδων. Και έτσι αναγκαστικά υφίσταται πιέσεις από τις δυνάμεις της αδράνειας και της βαρύτητας. Γι’ αυτόν τον λόγο, η αποκοπή των μερισμάτων, δεν αποκαθίσταται άμεσα στις τιμές, όπως γίνεται συνήθως την εποχή των παχέων αγελάδων.
Τα καύσιμα της ανόδου των μετοχών είναι οι ειδήσεις και οι προσδοκίες. Ειδήσεις και δη ενδιαφέρουσες, δεν αναμένονται καθώς σημαντικά γεγονότα όπως είναι η διάθεση του τελευταίου πακέτου των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας που βρίσκεται στα χέρια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και όπως είναι το στήσιμο του πέμπτου τραπεζικού πυλώνα από το σχήμα της Τράπεζας Αττικής και της Παγκρήτιας Τράπεζας, θα προχωρήσουν από το Σεπτέμβριο και μετά. Το ίδιο θα συμβεί και με την εκ νέου αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας από τη Moody’s.
Η διπλή κυβερνητική παρέμβαση στα χρηματιστηριακά δρώμενα μπορεί να μην προκάλεσε ηχηρές αντιδράσεις ανάμεσα στους επενδυτές από το εξωτερικό, ωστόσο, καταγράφηκε με έντονο τρόπο.
Η πρώτη παρέμβαση αφορούσε την ξαφνική επιβολή έκτακτης φορολογίας ύψους 30% στα «υπερκέρδη» των εταιρειών που λειτουργούν τα διυλιστήρια πετρελαίου στη χώρα, έπληξε καίρια τις μετοχές της Motor Oil και της HelleniQ Energy (πρώην Ελληνικά Πετρέλαια) και ταυτόχρονα χάλασε το κλίμα στην αγορά. Και όπως ανέφερε και ο Σπύρος Αλεξόπουλος στο χθεσινό του άρθρο, «δεν υπάρχει κανένα χρηματιστήριο στον κόσμο που να χαίρεται όταν επιβάλλεται έκτακτη φορολογία σε επιχειρήσεις, ειδικά όταν αυτή αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά τακτικής».
Η δεύτερη παρέμβαση αφορούσε τις κυβερνητικές συστάσεις προς τις ελληνικές τράπεζες σχετικά με το ύψος των προμηθειών που χρεώνουν στους πελάτες τους. Η δυσαρέσκεια των θεσμικών επενδυτών ήταν και εδώ εμφανής. Διότι αφ’ ενός οποιαδήποτε μεταβολή των εσόδων των τραπεζών σήμερα, θα σημάνει αλλαγή των εκτιμήσεων της κερδοφορίας, της μερισματικής πολιτικής και των βασικών δεικτών P/E και Div.Yield, και αφ’ ετέρου, οι κρατικές παρεμβάσεις δεν ακούγονται καλά στα αυτιά των διαχειριστών κεφαλαίων.
Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω, το βασικό ερώτημα είναι εάν οι ελληνικές μετοχές είναι φθηνές ή ακριβές. Και εφόσον είναι φθηνές, εάν αξίζει να αγοράσουμε τώρα ή είναι καλύτερα να αναμένουμε τις εξελίξεις του φθινοπώρου. Οι ελληνικές μετοχές είναι φθηνότερες από τις ευρωπαϊκές. Κινούνται με υψηλότερους ρυθμούς μεγέθυνσης. Σύμφωνα με τις εκθέσεις των μεγαλύτερων οίκων του εξωτερικού και τις περισσότερες χρηματιστηριακές αναλύσεις, τα περιθώρια ανοδικής κίνησης του Γενικού Δείκτη είναι της τάξεως του 15% με 20%.
Ωστόσο, οποιαδήποτε προσπάθεια ανακατάληψης των 1.500 μονάδων και προσέγγισης των 1.600 και 1.650 μονάδων, απαιτεί μια συνολική θετική εικόνα σε όλη την Ευρώπη. Διότι δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο, η Ευρώπη να μετατραπεί από αγαπημένο παιδί της Goldman Sachs και της JP Morgan για το 2024-2025, σε αποδιοπομπαίο τράγο, εάν και εφόσον επικρατήσει η αβεβαιότητα και η αστάθεια.
Με δυο λόγια οι χρηματιστηριακές αγορές βρίσκονται σε πολύ εύθραυστα σημεία ισορροπίας. Για διαφορετικούς λόγους η κάθε μια.