Στο πεδίο των αγορών ή στην κούρσα των εξοπλισμών, αν δεν είναι πολεμικές οι σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων, σίγουρα τις χαρακτηρίζει η καχυποψία. Αυτό δεν είναι διόλου αυτονόητο στην κουλτούρα, που μπορεί να γίνει δίοδος κατανόησης, μια συμβολική γέφυρα όπου οι λαοί βρίσκονται και συνομιλούν. Αυτά μέχρι σήμερα, γιατί η ωμή εισβολή του καθεστώτος Πούτιν στην Ουκρανία επαναφέρει το ψυχροπολεμικό κλίμα που βίωσε ο κόσμος με το φοβερό σιδηρούν παραπέτασμα.
Τον Μάιο, η Ρωσία αποχώρησε επίσημα από το μνημόνιο κατανόησης με τις ΗΠΑ στον τομέα του πολιτισμού, της εκπαίδευσης και των μέσων ενημέρωσης. Έτσι, έκλεισε ουσιαστικά την πόρτα στις πολιτιστικές ανταλλαγές σε μια κίνηση που φέρνει τις δύο χώρες πίσω στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991. Η Πρεσβεία των ΗΠΑ ενημερώθηκε για την κίνηση την 1η Ιουνίου.
Το μνημόνιο, που υπογράφηκε τον Σεπτέμβριο του 1998 από τους προέδρους Κλίντον και Γέλτσιν, είχε στόχο να ενθαρρύνει την επιστημονική έρευνα στους τομείς του πολιτισμού και την ανάπτυξη πολιτιστικών ανταλλαγών, προκειμένου να προωθηθεί η καλύτερη κατανόηση του πολιτισμού του «άλλου», ιδιαίτερα μέσω της οργάνωσης θεατρικών παραστάσεων και εκθέσεων τέχνης.
«Οι ενέργειες των Αμερικανών να “ακυρώσουν” τη ρωσική κουλτούρα, είναι που προκάλεσαν τη διακοπή αυτού του μνημονίου∙ ουσιαστικά, σταμάτησε να έχει νόημα», δήλωσε η διαβόητη σε μας εδώ, εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα. Στο μεταξύ, το καθεστώς φρόντισε να γίνει γνωστή η απόσυρση από το μνημόνιο με κάθε επισημότητα. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Interfax, «ο Ρώσος πρωθυπουργός Μιχαήλ Μισούστιν διέταξε να γίνει αποδεκτή η πρόταση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών για να σταματήσει η εφαρμογή του προαναφερθέντος μνημονίου». Η συνταγή παλιά και δοκιμασμένη.
Όποιος εναντιωνόταν στο σοβιετικό μύθο χαρακτηριζόταν αμέσως ναζί ή φασίστας. Γι’ αυτό και κάθε αντίσταση στο Κρεμλίνο τη χαρακτηρίζουμε εμείς οι ίδιοι πια, παπαγαλίζοντας και υποταγμένοι στην προπαγάνδα της Μόσχας, «υπηρεσία στην Ουάσιγκτον», εννοώντας κάτι απεχθές και δουλικό, κι όχι βέβαια μια εύλογη στάση κάθε δημοκράτη.
Δεχόμαστε ακόμη και τον πιο ωμό παραλογισμό, όπως διατυπώνεται από επίσημα χείλη. Ο Μιχαήλ Πιοτρόφσκι, διευθυντής του Κρατικού Μουσείου Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη, εξακολουθεί – και ορθά - να το περιγράφει ως «ένα παγκόσμιο μουσείο», αλλά έχει την πεποίθηση ότι μπορεί «να υπάρξει από μόνο του. Εμείς είμαστε ο κόσμος», λέει. Κι ως κρατικός λειτουργός, δικαιολογεί αδίστακτα σε συνέντευξή του στη Rossiyskaya Gazeta την «στρατιωτική επιχείρηση» (μέχρι τώρα απέφευγε να σχολιάσει ευθέως την εισβολή). Ο ρωσικός Τύπος αναφέρει ακόμη ότι το υπουργείο Πολιτισμού έχει διατάξει πάγωμα όλων των δανείων από τα μουσεία στις αρχές Μαρτίου και σχεδιάζει να συνεχίσει την αποστολή έργων μόνο σε «φιλικές χώρες» το 2023.
Είναι δύσκολο να φανταστούμε πότε θα τελειώσει η ιδεολογική τρομοκρατία που ασκεί το καθεστώς Πούτιν, αλλά το Ουκρανικό θέτει σε δοκιμασία τα μουσεία ρωσικού ενδιαφέροντος στη Δύση που δεν είναι λίγα ούτε περιορισμένης εμβέλειας. «Όλα όσα χτίστηκαν τα τελευταία 30 χρόνια καταστρέφονται», λέει ο Simon Morsink, διευθυντής του Μουσείου ρωσικών εικόνων στο Κλίντον της Μασαχουσέτης. «Είναι δύσκολο να το πιστέψεις. Οι φιλικές σχέσεις μεταξύ των ιδρυμάτων και των ανθρώπων έχουν παγώσει. Εύλογα, η ιστορία αυτή δεν θα αφήσει αλώβητο το Μουσείο Ρωσικών Εικόνων».
«Είναι πλήγμα για τον πολιτισμό, τόσο για τα ρωσικά ιδρύματα όσο και για εμάς, γιατί δεν μπορούμε απρόσκοπτα να παρουσιάσουμε τη συλλογή μας στο φιλότεχνο κοινό», λέει η Τζούλια Τουλόφσκι, επιμελήτρια της ρωσικής πρωτοπορίας στο μουσείο Zimmerli που ειδικεύεται στην τέχνη των χωρών της Σοβιετικής Ένωσης. Ένα σημαντικό πρόγραμμα επιχορήγησης που χρηματοδοτήθηκε από το «Trust for Mutual Understanding», μια μη κερδοσκοπική οργάνωση στη Νέα Υόρκη, επρόκειτο να φέρει επιμελητές από τη Ρωσία και σταμάτησε λόγω της πανδημίας. «Ελπίζαμε ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί, αλλά τώρα ανησυχούμε για το ίδιο το μουσείο», ομολογεί η υπεύθυνη της συλλογής.
Οι δηλώσεις και οδηγίες τόσο από Αμερικανούς όσο και από Ρώσους αξιωματούχους φαίνεται να αποκλείουν τυχόν νέες θεσμικές πολιτιστικές ανταλλαγές έως ότου τελειώσει η εισβολή και, από τη ρωσική σκοπιά, έως ότου αρθούν οι κυρώσεις. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος υψώνει τείχη στον πολιτισμό και οδηγεί ολοταχώς σε άλλες εποχές.