Σκάνδαλο insider trading: Από το «The cartel» του 2013, στα apps του 2021

Σκάνδαλο insider trading: Από το «The cartel» του 2013, στα apps του 2021

Μερικές από τις σημαντικότερες παρενέργειες στον χώρο των τραπεζικών, χρηματοοικονομικών, επενδυτικών και  χρηματιστηριακών υπηρεσιών, είναι η χρήση εσωτερικών πληροφοριών, η μη τήρηση του απόρρητου, η διαρροή εταιρικών ή άλλων ειδήσεων, η διασπορά ψευδών ειδήσεων, καθώς και η καταπάτηση των συμφώνων εμπιστευτικότητας, που υπογράφονται σε αρκετές περιπτώσεις συνεργασιών. Οι εποπτικές αρχές των κεφαλαιαγορών ανά τον κόσμο έχουν οργανώσει ειδικά τμήματα με σκοπό την αποτροπή, τη διερεύνηση και την τιμωρία τέτοιου είδους καταχρηστικών πρακτικών. 

Ένα σχετικό πρόσφατο παράδειγμα, είναι αυτό της επιβολής προστίμων στην JPMorgan Chase, από την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC). Η έρευνα της SEC, αφορούσε τη χρονική περίοδο από το 2015 έως το 2020 και εστίαζε την προσοχή της στη μη τήρηση αρχείων επικοινωνίας ανάμεσα σε εργαζόμενους και στελέχη της εταιρείας, αλλά και ανάμεσα στην εταιρεία και τρίτα μέρη.

Ως γνωστόν, η τηλεφωνική επικοινωνία των χρηματιστηριακών εταιρειών, των επενδυτικών οίκων και των τραπεζών καθώς και η ανταλλαγή μηνυμάτων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καταγράφονται και αρχειοθετούνται για την προστασία αμφότερων των πλευρών.

Διότι είναι ο μόνος τρόπος εξασφάλισης της ακρίβειας της επικοινωνίας. Μέσω της καταγραφής, διατηρούνται στα αρχεία οι χρηματιστηριακές εντολές των χρηματιστηριακών πελατών, οι επενδυτικές συμβουλές των συμβούλων καθώς και τα «πρακτικά» των τηλεδιασκέψεων. Πόσες φορές δεν έχουμε διαβάσει ή ακούσει περιπτώσεις που λαμβάνουν ακόμα και τη δικαστική οδό, λόγω διαφωνιών ανάμεσα σε πελάτες και χρηματιστηριακές εταιρείες για τις εντολές που έχουν δώσει προς εκτέλεση, ή ανάμεσα σε πελάτες και τράπεζες για την παρουσίαση τραπεζικών ή επενδυτικών προϊόντων;

Τα ευρήματα της SEC, είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς αποδείχθηκε ότι τα στελέχη της εταιρείας χρησιμοποιούσαν μεθόδους επικοινωνίας, που ήταν αδύνατον να ανιχνευθούν, μέσω των εταιρικών συστημάτων εσωτερικού ελέγχου και κανονιστικής συμμόρφωσης. Τα στελέχη της JPMorgan Chase, χρησιμοποιούσαν την εφαρμογή της WhatsApp για τις τηλεφωνικές τους επικοινωνίες, για την ανταλλαγή μηνυμάτων, ενώ ταυτόχρονα έκαναν χρήση των προσωπικών τους λογαριασμών και διευθύνσεων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, για εταιρικά θέματα της τράπεζας.

Έτσι γινόταν μια «παράλληλη εταιρική λειτουργία», έξω και πέρα από τα επίσημα εταιρικά κανάλια και τα θεσμοθετημένα όργανα διοίκησης και λήψης αποφάσεων.

Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στη Νέα Υόρκη, δηλαδή η Securities and Exchange Commission (SEC), καθώς και η Επιτροπή για τα Εμπορεύματα και τα Παράγωγα προϊόντα, δηλαδή η Commodity Futures Trading Commission (CFTC), επέβαλαν στην JPMorgan Chase, πρόστιμα ύψους $125 εκατομμυρίων και $75 εκατομμυρίων αντιστοίχως, για την αποφυγή χρήσης των επίσημων εταιρικών καναλιών επικοινωνίας, που καταγράφονται και αρχειοθετούνται.

To φαινόμενο δεν είναι μεμονωμένο. Στελέχη και άλλων τραπεζών όπως είναι η Morgan Stanley και η Deutsche Bank, έχουν απομακρυνθεί από τις θέσεις τους ή έχουν απολυθεί, όταν αποκαλύφθηκε ότι επικοινωνούσαν μεταξύ τους μέσω κρυπτογραφημένων πλατφορμών επικοινωνίας όπως είναι για παράδειγμα η WhatsApp, η Signal και η Telegram.

Η χρήση «εναλλακτικών» μη εταιρικών μέσων επικοινωνίας ανάμεσα σε τραπεζικά και χρηματιστηριακά στελέχη, έρχεται από πολύ παλιά. Το 2013 το μεγάλο σκάνδαλο της αγοράς forex είχε αποκαλυφθεί, όταν αποδείχθηκε ότι οι διαπραγματευτές συναλλάγματος μεγάλων τραπεζών, επικοινωνούσαν μεταξύ τους, μέσω ενός ιδιωτικού chat room με την ονομασία «Τhe Cartel», για να πραγματοποιούν «εν κρυπτώ» συνεννοήσεις, για να καθορίζουν συμφωνημένες ισοτιμίες στις τιμές συναλλάγματος. Σε πέντε από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου, είχε επιβληθεί τότε, πρόστιμο της τάξης των $5 δισ.

Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.