Η ξαφνική άνοδος των πραγματικών αποδόσεων στα αμερικανικά ομόλογα αυτό τον μήνα μπορεί να ταρακούνησε τους ταύρους της χρηματιστηριακής αγοράς και την πεποίθηση τους ότι δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή από τις μετοχές, ένα επιχείρημα που έχει βαπτιστεί TINA (there is no alternative), ωστόσο, αν η ιστορία είναι οδηγός, οι μετοχές μπορούν να ανταπεξέλθουν στην άνοδο αυτή ή και να ευδοκιμήσουν.
Με την απόδοση του 10ετoυς ομολόγου αναφοράς των ΗΠΑ κάτω από το 1% μετά τον πληθωρισμό, πολλοί επενδυτές θεωρούν τις μετοχές ως τη μόνη επιλογή για δυνατές αποδόσεις. Το επιχείρημα TINA είναι ο κύριος λόγος για τις εισροές σχεδόν 1 τρισ.δολαρίων στα μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια πέρυσι, ποσό που σύμφωνα με τη BofA υπερέβη τις συνολικές εισροές των δύο προηγούμενων δεκαετιών.
Τώρα όμως, με τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ να κορυφώνεται στο 7% και τη Federal Reserve να ετοιμάζεται για τρεις με τέσσερεις αυξήσεις επιτοκίων φέτος, οι πραγματικές αποδόσεις, δηλαδή τα ονομαστικά επιτόκια των ομολόγων μείον τον ρυθμό πληθωρισμού, έχουν αρχίσει να κινούνται με τις μετοχές να διορθώνουν.
Η επίπτωση ήταν εντονότερη στον δείκτη Nasdaq 100 όπου μεγάλη βαρύτητα έχουν οι μετοχές του κλάδου της τεχνολογίας, οι αποτιμήσεις των οποίων είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στα υψηλότερα επιτόκια. Ο δείκτης Nasdaq είχε το δεύτερο χειρότερο ξεκίνημα νέας χρονιάς από την κρίση του 2008 καθώς συνέπεσε με άνοδο 40 μονάδων βάσης στα 10ετή πραγματικά επιτόκια μετά τις 30 Δεκεμβρίου.
Όμως, επενδυτικές τράπεζες όπως η JPMorgan και η Goldman Sachs εξακολουθούν να συστήνουν στους πελάτες τους να αγοράζουν μετοχές στις διορθώσεις, buy the dip, θεωρώντας ότι οι πραγματικές αποδόσεις παραμένουν σε αρνητικό έδαφος γύρω στο -0,8%, ότι η άνοδος των επιτοκίων έχει προεξοφληθεί και ότι η κερδοφορία των επιχειρήσεων δείχνει δυνατή.
Οι μετοχές είχαν καλές επιδόσεις σε προηγούμενες φάσεις ανόδου των πραγματικών επιτοκίων όταν η ανάπτυξη της οικονομίας δεν εκτροχιάστηκε. Στους πέντε προηγούμενους κύκλους ομαλοποίησης των πραγματικών επιτοκίων το 1975, 1980, 2012-2013, 2016 και 2020-2021, οι χρηματιστηριακές αγορές παγκοσμίως είχαν απόδοση 2,3% έως 51,8%, σύμφωνα με τον χρηματιστηριακό οίκο Bernstein.
Ιστορικά, όταν τα πραγματικά επιτόκια επιστρέφουν προς το μηδέν από αρνητικό έδαφος οι μετοχές έχουν θετικές αποδόσεις.
Τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν επίσης ότι ο δείκτης S&P500 είχε θετικές αποδόσεις στους 11 από τους 12 ανοδικούς κύκλους των πραγματικών επιτοκίων από τη δεκαετία του 1950.
Η εκτίμηση της JPMorgan είναι ότι τα πραγματικά επιτόκια θα κινηθούν ανοδικά με σταδιακό ρυθμό και δεν θα πλήξουν τη χρηματιστηριακή αγορά η την οικονομική δραστηριότητα μέχρις ότου επιστρέψουν σε θετικό πρόσημο. Προβλέπει ότι προς το τέλος του 2022 θα βρίσκονται σε επίπεδα γύρω στο -0,25%.
Μέχρι τότε, η τάση θα ευνοεί την κλαδική μεταστροφή στη χρηματιστηριακή αγορά. Τα υψηλότερα πραγματικά επιτόκια δεν είναι θετική εξέλιξη για τις μετοχές τεχνολογίας αλλά κυκλικοί κλάδοι όπως του τουρισμού, τον χρηματοοικονομικό και τα εμπορεύματα συνήθως ευνοούνται.
Πίσω από το πρόσφατο ξεπούλημα των μετοχών τεχνολογίας ήταν η ανησυχία ότι τα υψηλότερα επιτόκια θα πλήξουν τις ακριβές αποτιμήσεις τους. Οι αναλυτές της ελβετικής Pictet εκτιμούν ότι άνοδος των πραγματικών επιτοκίων κατά μία ποσοστιαία μονάδα συνήθως μεταφράζεται σε πτώση 20% του πολλαπλασιαστή κερδών των μετοχών αυτών.
Τα πολύ χαμηλά επιτόκια έδωσαν ώθηση τις αποτιμήσεις των μετοχών παγκοσμίως σε υψηλά επίπεδα και φούσκωσαν τις αποτιμήσεις των μετοχών τεχνολογίας σε επίπεδα φούσκας.
Ο δείκτης Nasdaq 100 έχει πολλαπλασιαστή κερδών 27,8 φορές τα αναμενόμενα κέρδη του επόμενου 12μήνου, που σημαίνει ένα πριμ 54% σε σύγκριση με τον παγκόσμιο δείκτη MSCI All Country World.
Στην private banking της JPMorgan προβλέπουν ότι ο δείκτης S&P500 που επίσης περιλαμβάνει μετοχές τεχνολογίας έχει πολλαπλασιαστή 21,1 φορές τα αναμενόμενα κέρδη και ότι θα κλείσει τη φετινή χρονιά με μέσο Ρ/Ε χαμηλότερο κατά μια ποσοστιαία μονάδα. Την άνοδο των πραγματικών επιτοκίων θα ακολουθήσει σχετική συμπίεση των πολλαπλασιαστών.
Ένα άλλο ερωτηματικό έχει να κάνει με το πως θα αντιδράσουν οι μικροεπενδυτές που αναδείχτηκαν σε υπολογίσιμη δύναμη στο trading μετοχών στην άνοδο των πραγματικών επιτοκίων και στη μεταβλητότητα των μετοχών τεχνολογίας.
Έχοντας συνηθίσει στο να αγοράζουν στις διορθώσεις, πιστεύοντας ότι η νομισματική πολιτική της κεντρικής τράπεζας θα αποτρέψει ακραίο ξεπούλημα, η μάζα των μικροεπενδυτών μπορεί να διαπιστώσει ότι οι τακτικές αυτές θα είναι λιγότερο κερδοφόρες καθώς η Fed ετοιμάζεται για την πρώτη αύξηση επιτοκίων τα τρία τελευταία χρόνια. Τα ριμπάουντ μπορεί να γίνουν πιο προβληματικά και οι πτώσεις της αγοράς πιο επιθετικές.