Το σπίτι. Από τις πρώτες του απόπειρες να το σχεδιάσει, το παιδί εκφράζει με λιγοστές γραμμές την άμεση και πιεστική λειτουργικότητα του χώρου του. Στα μάτια μας αναπαριστά αυτό που βλέπουμε όλοι. Στα μάτια του παιδιού, όμως, το σπίτι είναι η εικόνα του κόσμου, ενός κόσμου που δεν μπορεί να συλλάβει χωρίς να λειτουργεί εντός του η μεταφορικότητα. Η μεταφορά δεν είναι απλώς θεμέλιο της γλώσσας∙ είναι η συνείδηση, ο εαυτός. Σε αυτό το αρχετυπικό σύμβολο – που δεν είναι απλό σχήμα, αλλά ένας μικρόκοσμος - μοιάζει να υπακούει η τελευταία ενότητα έργων του Βασίλη Πέρρου στην γκαλερί «Σκουφά» (Σκουφά 4, έως 12/3).
Στην ντεκουπαρισμένη επιφάνεια του σπιτιού, ο ζωγράφος χτίζει το χρονικό μιας εποχής που χαρακτηρίζεται από την παγκόσμια πανδημική κρίση και τη ραγδαία μετάβαση στον ψηφιακό κόσμο. Το βλέμμα του είναι βλέμμα ζηλωτή, ο οποίος ρίχνει φακό για να συλλάβει τα τεκταινόμενα του σημερινού σπιτιού σε κάθε λεπτομέρεια. Δεν σκοπεύει σε επίδειξη τεχνικής επιδεξιότητας (αυτή πια την έχει αποδείξει από καιρό), ούτε σε μηχανική αναπαραγωγή του αυτονόητου. Μας δίνει μια οντολογική καταβύθιση στο είναι των ανθρώπων και των πραγμάτων.
Όποιος παρακολουθεί την πορεία του καλλιτέχνη, εύκολα διαπιστώνει ότι αρέσκεται σε σχήματα που εγκιβωτίζουν. Ήδη, από την πτυχιακή του εργασία στη Σχολή Καλών Τεχνών έριξε το βλέμμα του στο κρεβάτι, κατόπιν προχώρησε στη βαλίτσα και στην προηγούμενη δουλειά του ανοίχτηκε στην κιβωτό. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο αυτό: παρά τις διαφοροποιήσεις στις θεματικές του ενότητες, αρχιτεκτονεί το έργο με ένα σχήμα κλειστό σε ένα αφαιρετικό και πλακάτο φόντο.
«Την ιδέα του σπιτιού την είχα πριν την καραντίνα. Ήθελα να φτιάξω “κουτάκια” σαν ένα κουκλοθέατρο, όπου υπάρχουν μικρές αυτόνομες ιστορίες που δημιουργούν σπονδυλωτά ένα μεγάλο κτίριο». Την ιδέα της χωροταξίας την πήρε μέσα στην καραντίνα, όταν δίδασκε εικαστικά τους μαθητές του μέσω Webex. Στο ψηφιακό περιβάλλον άντλησε βιώματα αποκαλυπτικά, «παράθυρα» που του έδωσαν λύσεις ζωγραφικές. «Αυτή η εικόνα ήρθε και πότισε το μυαλό μου. Παρά τα στενά όρια του μαθήματος κατανοούσες τι επικρατεί σε κάθε οικογένεια, από μικρά ευτράπελα έως τρομερά δυσάρεστες ιστορίες. Παιδιά και γονείς έβγαλαν “ρίζες” επάνω στον καναπέ μπροστά σε μια οθόνη. Αυτήν την εικόνα, λοιπόν, ήθελα να μεταφέρω». Με σκηνογραφική αντίληψη - κι εδώ πρέπει να τονιστεί, από τους χρόνους της Σχολής, η σημασία της σπουδής στον Γιώργο Ζιάκα - μεταφέρει στο κοινό την ουσία της καθημερινότητας.
Στο σύμπαν του Πέρρου αυτός που εκφράζει την ελπίδα είναι το παιδί, είτε αυτό που κρύβουμε στη μνήμη (όπως στο έργο «κλεψύδρα»), είτε αυτό που σηκώνεται από την αναπηρική πολυθρόνα και μας ανοίγει τα μάτια στο όνειρο (όπως στο έργο «τις νύχτες ονειρεύομαι ότι πετάω). Την ίδια στιγμή, επειδή γνωρίζει ότι ταυτότητά μας είναι η γλώσσα μας, δοξάζει τη γλώσσα και το ήθος που έχει εγγραφεί μέσα της, μέσα μας, σαν κληρονομική μνήμη. Μία από τις πιο συγκινητικές σκηνές του είναι το σπιτάκι που περιβάλλεται από μια θάλασσα λέξεις. Παραπέμπει στο πρώτο σπίτι του Ανθρώπου.
Αλλού πάλι, μας δίνει ένα κυκλικό συναπάντημα του ανθρώπου που γερνάει και συναντάει το μωρό που ο ίδιος υπήρξε. Η αρχή της ζωής και το τέλος της μέσα σ’ ένα σπίτι στη μέση του πουθενά. «Αλίμονο σε μας που παραμένουμε αναλογικοί σε μία ψηφιακή εποχή. Όλα με σπρώχνουν με βία σε μια πραγματικότητα που δεν ξέρω αν θέλω να μπω» εξομολογείται ο ζωγράφος.
Ο Πέρρος, όμως, είναι άνθρωπος του καιρού του. Αλιεύει τις εικόνες του από το διαδίκτυο, μεταγράφει ζωγραφικά τα διαδικτυακά παράθυρα. Το ξέρει καλά πως ο σημερινός κόσμος διαμορφώνει με γρήγορα βήματα το πλαίσιο της μετάβασης στην ψηφιακή εποχή. Είναι φανερό ότι γεννιέται ένας κόσμος με κριτήρια διαφορετικά από την εποχή του Γουτεμβέργιου. Αυτό σημαίνει ότι περιμένουμε σεισμικές αλλαγές στις αντιλήψεις και τη συνείδηση του κόσμου μας, κι αυτό οδηγεί σε ριζικές ανατροπές στον τρόπο ζωής όλων μας.
Πώς αντιλαμβάνεται το ρόλο του ζωγράφου σε αυτή τη συνθήκη; Τι σημαίνει να ζωγραφίζεις με ρεαλισμό στην εποχή του Meta; Ο ίδιος αποκαλύπτεται στη μνημειακή σύνθεση «Exit», μέσα στο εργαστήριο του καλλιτέχνη. Εκεί έχουμε το avatar του Πέρρου, όπου ο ρεαλισμός αντλεί από την ψηφιακή απεικόνιση (τριπλή εναλλασσόμενη εικόνα του ζωγράφου σε slow motion). Ο δημιουργός παίζει με τη διάσταση του χρόνου στο πιο χρονοβόρο εκτελεστικά έργο του.
Τι είναι όμως αυτό που θα μας διαφοροποιήσει τελικά από ένα avatar; Το δικό μας μοναδικό ανθρώπινο αποτύπωμα. Η ιστορία μας. Οι συνδέσεις μας με το παρελθόν. Που κουβαλά τραύματα και πλούτη, χαρές και θλίψεις. Ο Πέρρος καταθέτει ένα χρονικό. Εν μέσω συνεχιζόμενης πανδημίας και των κινδύνων που φέρνει μαζί της, ορατών και αοράτων, θέλει να φωτίσει τις όψεις του θανάτου, συμβολικού και πραγματικού. Να μιλήσει για την εσωτερίκευση του θανάτου και πώς αυτή η ψυχική καταγραφή επηρεάζεται από μια εξωτερική μαζική απειλή όπως η πανδημία. Αν και ζούμε την αυγή της εικονικής πραγματικότητας, η πραγματική πραγματικότητα είναι πιο σκληρή όταν την αντικρίζουμε. Και η τέχνη έχει τη δύναμη να μας την αποκαλύπτει χωρίς φτιασίδια, να μας ταρακουνά. Η ζωγραφική μπορεί να αλλάζει τεχνοτροπίες, να αποδίδεται με άλλα μέσα, αλλά πάντα, στα ριζώματα του παιδικού σχεδίου, θα εκφράζει τον εαυτό. Το σπίτι.