Η Kεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας-εφεξής BOJ- ήταν η μόνη από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες που διατηρούσε στο ακέραιο την ιδιαίτερα διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, παρά το παγκόσμιο ράλι του πληθωρισμού.
Σε μια ομολογουμένως αιφνιδιαστική κίνηση, η BOJ ανακοίνωσε ότι αλλάζει την πολιτική ελέγχου των αποδόσεων των ομολόγων, αλλά και τις προοπτικές για την πορεία των επιτοκίων το 2023, τροποποιώντας την πολιτική της για τον έλεγχο της καμπύλης των αποδόσεων - YCC- ώστε να «επιτρέψει» η απόδοση του 10ετούς να κινηθεί κατά 50 μονάδες βάσης εκατέρωθεν του στόχου του 0%, από 25 μονάδες βάσης προηγουμένως.(σ.σ:Προσοχή, το επιτόκιο αναφοράς της παραμένει αμετάβλητο στο -0,1%).
Ο στόχος σύμφωνα με την ανακοίνωση είναι «να βελτιώσει τη λειτουργία της αγοράς και να ενθαρρύνει την ομαλότερη διαμόρφωση ολόκληρης της καμπύλης αποδόσεων, διατηρώντας παράλληλα τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες». Σε απλά ελληνικά βέβαια η ουσία της απόφασης όπως θα δούμε παρακάτω δεν είναι άλλη από την αναστροφή της πτωτικής πορείας του γιεν.
Η απροσδόκητη αυτή κίνηση ενίσχυσε πράγματι το ιαπωνικό νόμισμα, οδηγώντας το στη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο έναντι του αμερικανικού δολαρίου από τον Μάρτιο του 1995, σύμφωνα με τα νομισματικά στοιχεία της FactSet.
Χθες έκλεισε έναντι του δολαρίου ακριβώς πάνω στη κρίσιμη αντίσταση ¥131,50, η οποία αν σπάσει τις επόμενες ημέρες ανοδικά για το γιεν, θα ανοίξει το δρόμο για την κρίσιμη ζώνη ¥ 122,60-125,22 όπως αναδεικνύεται και από τα παρακάτω διαγράμματα.
Η ήπια σύσφιξη από τη ΒOJ δεν αύξησε μόνο το γιεν αλλά και τις αποδόσεις ομολόγων, πυροδοτώντας πωλήσεις ομολόγων και μετοχών σε όλο τον κόσμο.
Η απόδοση του 10ετούς ιαπωνικού ομολόγου σκαρφάλωσε για λίγο πάνω από το 0,43%, το υψηλότερο επίπεδο από το 2015 αν και χθες έκλεισε στο 0,391%. Οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων επίσης αυξήθηκαν κατακόρυφα, με την απόδοση του 10ετούς να σκαρφαλώνει στο 3,69% και την απόδοση του 30ετούς να ενισχύεται στο 3,741%, ενώ ιδιαίτερη νευρικότητα παρουσίασαν και οι μετοχικές αγορές με τη γνωστή «καραμέλα» ότι οι συνεχείς αυξήσεις του κόστους δανεισμού από τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη θα οδηγήσουν σε ύφεση τις οικονομίες και θα «ροκανίσουν» την εταιρική κερδοφορία.
Η απόφαση της ΒOJ όμως θα έπρεπε να προσφέρει περισσότερο ανακούφιση και να αντιμετωπισθεί με πολύ λιγότερη προκατάληψη.
Χρειαζόμαστε ή όχι ένα πιο ασθενές δολάριο;
Η BOJ ήταν η μόνη από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες που αντιστεκόταν στις σειρήνες της νομισματικής σύσφιξης. Ακόμα όμως και μετά την αλλαγή γραμμής πλεύσης, διατηρεί μια ιδιαίτερα χαλαρή στάση νομισματικής πολιτικής, αφήνοντας το επιτόκιο αναφοράς της αμετάβλητο στο -0,1% και υποσχόμενη να αυξήσει σημαντικά το ποσοστό αγοράς 10ετών ομολόγων.
Βέβαια, δεν παύει η αύξηση της απόδοσης που θα επιτρέπει πλέον στα ομόλογα να είναι ένα πρώτο βήμα προς το νέο κεφάλαιο της νομισματικής σύσφιξης. Όμως θα γίνει σταδιακά δίνοντας τον χρόνο στην οικονομία και τις αγορές να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
Επιπλέον, τι περιθώρια αλήθεια είχε η Τράπεζα της Ιαπωνίας με το γιεν να κατρακυλάει έως και 31% φέτος έναντι του δολαρίου στα χαμηλά 24 ετών και τον πληθωρισμό να «τρέχει» με τον ταχύτερο ετήσιο ρυθμό από τον Απρίλιο του 1982;
Mέσα από αυτό το πρίσμα, αυτό που θα έπρεπε να μας ανησυχήσει θα ήταν μια ακόμα καθυστέρηση στην αλλαγή νομισματικής πολιτικής και όχι οι αποφάσεις της Τρίτης που επιτέλους τοποθέτησαν την BOJ στο παγκόσμιο ρεύμα της νομισματικής σύσφιξης.
Υπενθυμίζουμε ότι η Ιαπωνία αναγκάστηκε αυτόν τον Σεπτέμβριο να παρέμβει στην αγορά συναλλάγματος για να αγοράσει γιεν για πρώτη φορά από το 1998, σε μια προσπάθεια να στηρίξει το ταλαιπωρημένο από τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια νόμισμα της.
Βλέπετε, οι επιθετικές αυξήσεις των αμερικανικών επιτοκίων ώθησαν συστηματικά το δολάριο τους τελευταίους μήνες σε υψηλότερα επίπεδα έναντι πολλών νομισμάτων, με το γιεν να πληρώνει ένα από τα μεγαλύτερα τιμήματα, ανεβάζοντας το κόστος των εισαγωγών με αποτέλεσμα να πληγεί η κατανάλωση και να ενδυναμωθεί περαιτέρω ο πληθωρισμός.
Αποκλείοντας η BOJ μέχρι πρότινος έστω μια βραχυπρόθεσμη αύξηση των επιτοκίων, η νομισματική παρέμβαση τον Σεπτέμβριο ήταν μονόδρομος, καθώς στην ουσία ήταν το τελευταίο όπλο της Κεντρικής Τράπεζας της Ιαπωνίας για να ανακόψει την απότομη πτώση του γιεν. Υπενθυμίζουμε ότι η τελευταία φορά που η Ιαπωνία παρενέβη για να στηρίξει το νόμισμά της ήταν το 1998, όταν η ασιατική χρηματοπιστωτική κρίση προκάλεσε αθρόες πωλήσεις στο γιεν και ταχεία εκροή κεφαλαίων.
Είχε όμως αποτέλεσμα η πρώτη ιαπωνική νομισματική παρέμβαση μετά από σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα;
Όχι. Αντίθετα, ήταν ένα καταδικασμένο βήμα για την υπεράσπιση του γιεν, το οποίο έναν μήνα μετά ήταν στα ¥ 151,94 έναντι του δολαρίου.
Βλέπετε, με τη Fed να παραμένει «γεράκι» της αύξησης των επιτοκίων, οποιαδήποτε παρέμβαση στο γιεν μόνο να επιβραδύνει θα μπορούσε και όχι να σταματήσει, την πτώση του.
Μόνο η προοπτική περιορισμού του επιτοκιακού πλεονεκτήματος του δολαρίου
ΗΠΑ έναντι του γιεν μπορεί να στηρίξει το ιαπωνικό νόμισμα επί της ουσίας.
Το ίδιο ισχύει άλλωστε και για τα υπόλοιπα νομίσματα. Καθώς η Fed σε περίπτωση που της το επιτρέψει ο πληθωρισμός αρχίζει να μειώνει τον ρυθμό σύσφιξης, οι υπόλοιπες Κεντρικές τράπεζες θα έχουν τον χρόνο να «μειώσουν» την απόσταση, ψαλιδίζοντας το επιτοκιακό πλεονέκτημα του δολαρίου και μειώνοντας την ισχύ του.
Αυτό ακριβώς αρχίζει να προεξοφλεί δειλά δειλά ο δείκτης DXY- ο δείκτης της αξίας του δολαρίου σε σχέση με ένα καλάθι ξένων νομισμάτων, που συχνά αναφέρεται ως καλάθι νομισμάτων εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ-ο οποίος από τα υψηλά του 114,78 είναι πέριξ των 104 μονάδων.
Στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε πόσο σημαντικό είναι η ισχύς του δολαρίου να μη ξεπεράσει το μέγιστο σημείο «ανοχής» που θα το καταστήσει «επικίνδυνο» για όλους, από τον αναδυόμενο κόσμο έως την ίδια την οικονομία των ΗΠΑ.
Στο άρθρο «Προσοχή στο ισχυρό δολάριο» παρουσιάσαμε τις επιπτώσεις του ισχυρού δολαρίου στις χρηματοπιστωτικές αγορές και την οικονομία, οι οποίες είναι πολύ πιο πολύπλοκες από ό,τι αντιλαμβάνονται οι περισσότεροι.
Για παράδειγμα, η αποδυνάμωση των υπόλοιπων νομισμάτων έναντι του δολαρίου αποτελεί άλλη μια πηγή τροφοδότησης του πληθωρισμού και εκτινάσσει τα εμπορικά ελλείμματα στα ύψη.
Ειδικά για τον αναδυόμενο κόσμο το ισχυρό δολάριο αποτελεί παράγοντα επώασης χρηματοπιστωτικών κρίσεων που θα μπορούσαν να αφήσουν μόνιμο αποτύπωμα στις οικονομίες αυτές , αλλά και στις υπόλοιπες μέσω του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Αλλά και για τις ίδιες ΗΠΑ, από ένα σημείο και μετά, το ισχυρό δολάριο παύει να λειτουργεί μόνο ως το τέλειο αντιστάθμισμα για τον πληθωρισμό -η χώρα εισάγει περισσότερο από ό,τι εξάγει- και αρχίζει να «βαραίνει» το γεγονός ότι αποδυναμώνει τις αμερικανικές εξαγωγές και τα μεταφρασμένα σε συνάλλαγμα υπερπόντια κέρδη των αμερικανικών εταιρειών.
Σύμφωνα μάλιστα με υπολογισμούς της Morgan Stanley και της Refinitiv σε ετήσια βάση, κάθε ποσοστιαία μονάδα κέρδους στο δολάριο πλήττει κατά περίπου μισή μονάδα τα κέρδη του S&P 500.
Επιπλέον, η άνοδος του δολαρίου καθιστά πιο δύσκολη την προσπάθεια της Fed να «παγώσει» τη ζήτηση.Αυτό συνεπάγεται με τη σειρά του είτε ακόμα αυστηρότερη νομισματική πολιτική ,είτε στασιμοπληθωρισμό. Αμφότερα, αυξάνουν σοβαρά τις πιθανότητες της ύφεσης και για την αμερικανική οικονομία.
To συμπέρασμα από όλα τα παραπάνω; Οι αγορές θα έπρεπε να ανοίξουν σαμπάνιες με την απόφαση της ΒΟJ, καθώς πέφτοντας το τελευταίο οχυρό ανοίγει τον δρόμο της έστω αργής και σταδιακής εξομάλυνσης του επιτοκιακού πλεονεκτήματος του δολαρίου.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.