Το ερώτημα των ημερών από τους εγχώριους επενδυτές του ελληνικού χρηματιστηρίου είναι αν η προοπτική ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας έχει ως έναν μεγάλο βαθμό προεξοφληθεί από την αγορά και ως εκ τούτου το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει ήδη διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της ανοδικής του διαδρομής.
Κατά την άποψη της στήλης, για να δώσουμε μια ολοκληρωμένη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα θα πρέπει να εξετάσουμε τον παράγοντα της προεξόφλησης μέσα από δύο οπτικές γωνίες, της αγοράς των ομολόγων και της αγοράς των μετοχών.
Για την αγορά των ομολόγων, την πιο αντιπροσωπευτική απάντηση την έχει ήδη δώσει η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία της έκθεση Νομισματικής Πολιτικής.
Το ζητούμενο εδώ είναι η επίπτωση της αναβάθμισης στο κόστος του δανεισμού. Κατά την ΤτΕ λοιπόν η επίπτωση στο κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου από την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας μας θα είναι πιθανότατα περιορισμένη, καθότι η βελτίωση του κόστους δανεισμού της Ελλάδος αυτή τη στιγμή υποδεικνύει ότι η επενδυτική βαθμίδα έχει ήδη προεξοφληθεί κατά έναν μεγάλο βαθμό από τις δυνάμεις της αγοράς.
Όμως αυτό δε σημαίνει ότι η αναβάθμιση μας δεν θα έχει και κάποια επιπλέον οφέλη, όπως
- τη μείωση της μεταβλητότητας των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων,
- τη θεαματική βελτίωση της ρευστότητας λόγω της διεύρυνσης της δεξαμενής των επενδυτών,
- τη μείωση του κινδύνου χώρας (country risk), με αποτέλεσμα τη μείωση της αντίστοιχης παραμέτρου κινδύνων (country risk premium) στις ομολογιακές αποδόσεις και το κόστος δανεισμού των τραπεζών και των επιχειρήσεων.
Φυσικά δεν αποκλείεται να έχουμε και μια περαιτέρω μείωση των αποδόσεων μετά την πολυπόθητη ανακοίνωση της αναβάθμισης, όμως πιθανότατα να είναι «διακριτική» λόγω ακριβώς της προεξόφλησης.
Δεν αποκλείουμε βέβαια το «ελληνικό θαύμα» των μεταρρυθμίσεων να συνεχιστεί και έτσι να έχουμε στο μέλλον περαιτέρω βελτιώσεις των πιστοληπτικών αξιολογήσεων του Ελληνικού Δημοσίου, κάτι που θα περιορίσει ακόμα περισσότερο το κόστος δανεισμού της χώρας μας.
Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, υπολογίζεται ότι επί του παρόντος ο πιστωτικός κίνδυνος που σχετίζεται με τη χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου προσθέτει στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων περίπου 100 μ.β., (1%), ενώ εκτιμάται ότι κατά τη διάρκεια του 2019 και πριν η Ελλάδα κατακτήσει την καλύτερη αποδιδόμενη διαβάθμιση ΒΒ+-μόλις μια βαθμίδα δηλαδή κάτω από την επενδυτική κατηγορία- ο πιστωτικός κίνδυνος προσέθετε κατά μέσο όρο επιπλέον 270 μ.β. στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Σημειώνεται ότι στη δευτερογενή αγορά η απόδοση του 10ετούς ομολόγου τον τελευταίο μήνα κυμαίνεται μεταξύ του 3,6% και 4,09%, ενώ η απόδοση του 10ετούς ιταλικού, παρόλο που η χώρα διαθέτει την επενδυτική βαθμίδα, βρίσκεται στο 4,398% .
Όσον αφορά τώρα την αγορά των μετοχών, η αλήθεια είναι ότι η οπτική γωνία είναι αρκετά διαφορετική.
Μια έμμεση απάντηση κατά πόσο το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει προεξοφλήσει την αναβάθμιση μας έδωσε το συνέδριο FinForum 2023, το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, υπό την αιγίδα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.
Το κεντρικό θέμα ήταν «Focus: The road towards investment grade» με συντονιστή τον Δημήτριο Πεφάνη, Διευθυντή του CNN Greece και ομιλητές όπως ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σταϊκούρας, ο Υφυπουργός Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο Ηλίας Λεκκός, Chief Economist του Ομίλου Τράπεζας Πειραιώς, ο Τάσος Αναστασάτος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του ομίλου της Eurobank, Βασίλης Καζάς, Διευθύνων Σύμβουλος της Grant Thornton, η Φαίη Μακαντάση, Διευθύντρια Ερευνών στη ΔιαΝΕΟσις κ.α, αλλά και ο Samuel Tilleray, Sovereign Ratings Analyst της S&P, ο Goksenin Karagoz, Banking Analyst της S&P, ο Federico Barriga Salazar, Director της Fitch Ratings κ.α.
Τι μάθαμε λοιπόν από τα κορυφαία στελέχη των οίκων αξιολόγησης και των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων για τις προοπτικές της χώρας μας και του Χρηματιστηρίου Αθηνών μετά την επενδυτική βαθμίδα στο πλαίσιο του FinForum 2023;
Είμαστε κοντά αλλά...η αναβάθμιση δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη
Καταρχάς, σύμφωνα με τον αναλυτή της S&P, Samuel Tilleray, δεν πρέπει να θεωρούμε την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας ως δεδομένο. (σ.σ:Σύμφωνα με αυτή την άποψη, προφανώς η ανάβαθμιση δεν έχει προεξοφληθεί).
Πιο συγκεκριμένα, ο Samuel Tilleray δήλωσε ότι «μετά τις εκλογές, οι πιθανότητες για το θετικό σενάριο είναι μεγαλύτερες» Όμως πρόσθεσε ότι «...υπάρχει μία νέα κυβέρνηση, ένα νέο υπουργικό συμβούλιο, ένας νέος υπουργός Οικονομικών. Κι αυτές είναι αλλαγές που φέρνουν μία αβεβαιότητα...
Είμαστε κοντά, αλλά δεν έχουμε φτάσει ακόμα. Έχουμε χρόνο μπροστά μας μέχρι την επόμενη αξιολόγηση».
Εν συνεχεία ο Τilleray μίλησε για το χρονοδιάγραμμα της S&P: «Προσπαθούμε να αλλάζουμε την αξιολόγηση κάθε 12 μήνες. Για την Ελλάδα, αυτό το ρολόι έχει αρχίσει να χτυπάει από τον Απρίλιο.
Στο ημερολόγιό μας έχουμε την ημερομηνία της 20ης Οκτωβρίου. Πριν από αυτή την ανακοίνωση, θα πρέπει να δούμε αν έχουμε αρκετές πληροφορίες για να αλλάξουμε την αξιολόγηση».
Προσέξτε τώρα πώς ολοκλήρωσε την ομιλία του ο αναλυτής της S&P: Αν η S&P δεν έχει «αρκετές πληροφορίες» μέχρι τον Οκτώβριο, τότε δεν θα διστάσει να περιμένει.
Όπως τόνισε ο Tilleray θα αντιμετωπίσουν την Ελλάδα όπως κάθε άλλη χώρα και αν χρειαστούν να πάρουν και άλλο χρόνο προκειμένου να είναι σίγουροι ότι θα λάβουν τη σωστή απόφαση, τότε θα το κάνουν».
Ποιο είναι το βασικό αγκάθι για τη S&P; Η δικαιοσύνη.
Σύμφωνα με τον Tilleray τα προβλήματα στο δικαστικό σύστημα συγκαταλέγονται στους παράγοντες που αποτρέπουν τις επενδύσεις στη χώρα.
Όμως στους παράγοντες αξιολόγησης είναι και η συνέχεια της προόδου στον τομέα της ψηφιοποίησης, η φορολογική συμμόρφωση, οι ιδιωτικοποιήσεις και το εμπορικό ισοζύγιο.
Σε ό,τι αφορά τώρα τις εγχώριες τράπεζες, στο FinForum 2023 μάθαμε ότι «έχουν δρόμο μπροστά τους».
Ο Goksenin Karagoz, Banking Analyst της S&P, σημείωσε ότι η βελτίωση της ελληνικής οικονομίας συνδράμει στην πρόοδο των τραπεζών, οι οποίες έχουν ανακάμψει από την πρόσφατη κρίση, βελτιώνοντας αισθητά την κερδοφορία τους. Αλλά όπως χαρακτηριστικά συμπλήρωσε: « Έχουμε ακόμα δρόμο», ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στο δύσκολο διεθνές περιβάλλον των αυξημένων επιτοκίων που εκ των πραγμάτων θα επηρεάσουν μακροπρόθεσμα τους ισολογισμούς όλων των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα οδηγήσει τα μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια στη μετοχική σύνθεση των ελληνικών τραπεζών, κάτι που θα συμβάλει στην περαιτέρω αναβάθμισή τους.
Ελαφρώς πιο ελαστικός ήταν στην τοποθέτηση του ο Federico Barriga Salazar της Fitch Ratings, o οποίος αναγνώρισε ότι η αξιοπιστία της χώρας έχει βελτιωθεί, όπως και η ικανότητα εφαρμογής των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, ενώ την ίδια στιγμή η πολιτική σταθερότητα παίζει μεγάλο ρόλο.
Όμως και αυτός παραδέχθηκε ότι παρά την αλλαγή δυναμικής στην ελληνική οικονομία, εντούτοις υπάρχουν τομείς που επικρατεί ανησυχία.
Το συμπέρασμα από τις ομιλίες των στελεχών των δύο εκ των τριών οίκων αξιολόγησης που λαμβάνει υπόψιν του το Ευρωσύστημα είναι ότι είμαστε σε πολύ καλό δρόμο για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, όμως τη γραμμή τερματισμού δεν την έχουμε περάσει ακόμα.
Ο κόσμος των μετοχών είναι μια ...άλλη ιστορία
Όταν όμως καταφέρουμε να κόψουμε την κορδέλα τερματισμού και από τη γυάλα των αναδυόμενων αγορών περάσουμε στον ωκεανό των ανεπτυγμένων, τότε όπως τόνισε και ο κ. Λεκκός, ο Επικεφαλής Οικονομικής Ανάλυσης και Επενδυτικής Στρατηγικής του Ομίλου Τράπεζας Πειραιώς, θα μπούμε στο ραντάρ μιας τεράστιας μερίδας επενδυτών, οι οποίοι μέχρι τώρα δεν μπορούν να επενδύσουν σε εμάς, καθότι λόγω καταστατικού επενδύουν αποκλειστικά σε investment grade οικονομίες.
Και ο κ. Λεκκός όμως υπογράμμισε την ανάγκη αντιμετώπισης όσων παραγόντων είναι πιθανό να αποτρέψουν την οικονομία από το να συνεχίσει να αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς.
Τόνισε επίσης το γεγονός ότι σε ορισμένους κλάδους υπάρχει σοβαρή έλλειψη εργαζόμενων και ότι η χώρα μας θα πρέπει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που της δίνει η στροφή στην πράσινη μετάβαση.
Ο κ. Αναστασάτος επικεφαλής Οικονομολόγος του ομίλου της Eurobank, εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι ήδη πληρούνται κάποια εκ των βασικών κριτηρίων για την αναβάθμιση της χώρας μας όπως η δημοσιονομική και η κυβερνητική σταθερότητα, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
Όμως η χώρα μας έχει ακόμα φτωχές επιδόσεις στην απονομή δικαιοσύνης, στη λειτουργία του δημοσίου, στη σύνδεση πανεπιστημίων - αγοράς εργασίας κ.α.
Όταν όμως καταφέρουμε να ξεπεράσουμε και τους τελευταίους σκοπέλους και πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα, ο κ. Αναστασάτος περιέγραψε με εύγλωτο τρόπο την «επέλαση» των επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα μας: «Πολλά κεφάλαια δεν μπορούν να επενδύσουν σε χώρες χωρίς επενδυτική βαθμίδα. Υπολογίζεται ότι αυτό αφορά περίπου 9/10 επενδυτικά κεφάλαια. Επομένως, θα μπούμε στο ραντάρ αυτών των κεφαλαίων... Όμως, την ίδια στιγμή, θα βγούμε από το ραντάρ όσων επενδύουν σε αναδυόμενες αγορές...Τώρα είμαστε ένα μεγάλο ψάρι σε μια μικρή πισίνα, και θα πάμε να γίνουμε ένα μικρό ψάρι σε μεγάλη πισίνα».
Όπως γίνεται λοιπόν κατανοητό, τίποτε δεν έχει προεξοφληθεί και τίποτε δεν έχει κριθεί. Οι «ουρανοί θα είναι δικοί μας» μόνο μετά από συστηματική και ουσιαστική μεταρρυθμιστική προσπάθεια, της οποίας κοινωνοί δεν πρέπει να είναι μόνο οι φορείς της εξουσίας αλλά και εμείς οι πολίτες.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.