Όπως όλα δείχνουν, ο Δεκέμβριος θα κλείσει ανοδικός. Πρόκειται για το δεύτερο συνεχόμενο ανοδικό μηνιαίο κλείσιμο, με επτά στις εννέα εβδομάδες να είναι επίσης ανοδικές, επί συνόλου σαράντα συνεδριάσεων, είκοσι εννέα εκ των οποίων ήταν επίσης θετικές.
Η απόδοση του Γενικού Δείκτη το τελευταίο δίμηνο άγγιξε το +42,1%, ενώ για το 2020 οι απώλειες έχουν περιοριστεί στο -11%. Πρωταθλητής στην απόδοση ήταν ο τραπεζικός κλάδος με το εντυπωσιακό +120,8% κατά το ίδιο διάστημα, ενώ επιμέρους εμφανίστηκαν πλείονες εισηγμένες να υπεραποδίδουν ή και να σημειώνουν νέα ιστορικά ή πολυετή υψηλά, με την ανοδική αυτή κίνηση να συμπεριλαμβάνει σχεδόν όλο το ταμπλό.
Τηρουμένων των αναλογιών, συνάγεται ασφαλώς ότι το ελληνικό Χρηματιστήριο ακολουθεί συσχετισμένα τις λοιπές διεθνείς χρηματαγορές. Ωστόσο, η ένταση της κίνησής μας είναι σημαντικά μεγαλύτερη, με αποτέλεσμα να υπεραποδίδει έναντι όλων.
Επί παραδείγματι, κατά το εξεταζόμενο διάστημα, ο S&P 500 κατέγραψε κέρδη 13,9%, ο DAX κέρδη 17,9% ο ΝΙΚΚΕΙ 225 κέρδη 20,1% και ο Eurostoxx 50 κέρδη 19,8%.
Η συνέχεια αναμένεται ανοδική με μεγάλες πιθανότητες, αφενός λόγω των εγχώριων συσχετισμών, είτε αφορούν στην εθνική πολιτική είτε αφορούν στις εταιρικές εξελίξεις, αφετέρου χάρη στα διεθνή μακροοικονομικά και το θετικά διαμορφωμένο κλίμα. Αν αναλογιστεί κανείς ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ κάνει λόγο για αναμενόμενο ρυθμό μεγέθυνσης της τάξης του +4,2%, αλλά και ότι οι αναλύσεις των διεθνών οίκων συγκλίνουν προς μια «μετοχική» χρονιά, είναι προφανές ότι είναι βάσιμες οι προσδοκίες για συνέχιση της ανοδικής κίνησης.
Δεν πρέπει να αμελείται εξάλλου η πελώρια σχετική διαφορά σε όρους κεφαλαιοποίησης μεταξύ των αγορών ομολόγων και μετοχών.
Με δεδομένη τη συνεχιζόμενη αποστροφή της πλειονότητας των επενδυτικών κεφαλαίων σε τίτλους σταθερού εισοδήματος λόγω της νομισματικής πολιτικής των μεγάλων κεντρικών τραπεζών και τον χαλιναγωγούμενο πληθωρισμό, οι χρηματικές αυτές ροές προς τις αγορές μετοχών ενδέχεται να έχουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, με ό, τι αυτό συνεπάγεται στις αποτιμήσεις των μετοχών.
Επιστρέφοντας στην εγχώρια χρηματαγορά, επέρχεται το κλείσιμο του έτους που επηρεάζει και επηρεάζεται από τις αποδόσεις στα Α/Κ και στους επαγγελματίες επενδυτές (πρώην «θεσμικούς») που αφορούν στο μεγαλύτερο ποσοστό του όγκου συναλλαγών, και αν και κατά πόσο θα συνεχιστεί ο ξέφρενος ανοδικός ρυθμός εντός του Ιανουαρίου, όπως προστάζει και το γνωστό “January Effect”.
Ρίχνοντας μια ματιά στα στατιστικά του ΓΔ, το εν λόγω φαινόμενο δεν έχει ισχυρή στατιστική βάση. Εξετάζοντας κάθε Ιανουάριο την τελευταία 15ετία, μόλις επτά είχαν θετικό πρόσημο, αν και οι θετικές αποδόσεις -όπου επιτεύχθηκαν- ήταν ανώτερες των αρνητικών μεσοσταθμικά.
Το στατιστικό αυτό εμφανίζεται αδύναμο ακόμα και σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα. Από τις επτά θετικές μηνιαίες συνεδριάσεις, οι τέσσερις ακολούθησαν θετικό Δεκέμβριο (του περασμένου έτους) και οι υπόλοιπες τρεις αρνητικό Δεκέμβριο, κάτι που επίσης μειώνει τη σημασία των ευρημάτων.
Έτι περαιτέρω, η πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου έχει καλύτερη συμπεριφορά κατά το ίδιο διάστημα, καθώς 10 στις 15 πρώτες εβδομάδες του έτους σημείωσαν άνοδο, και μάλιστα με υπεροχή και στη μεσοσταθμική απόδοση έναντι των πτωτικών.
Κοιτώντας διαγραμματικά σε λίγο πιο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, και συνδυάζοντας τα παραπάνω, οι 845 μονάδες φαντάζουν μια καλή αντίσταση προς το παρόν.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η γενική -μεσοπρόθεσμη- εικόνα δείχνει τον δρόμο για τετραψήφιο νούμερο, ενώ και η συνετή επιλογή εισηγμένων τίτλων μπορεί να πολλαπλασιάσει τις ήδη υψηλές αποδόσεις που προσφέρει το ελληνικό Χρηματιστήριο.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.