Οι περισσότεροι δείκτες που καταγράφουν τις συμπεριφορές των χρηματιστηριακών επενδυτών, δεν έχουν να κάνουν με τα θεμελιώδη μεγέθη των εισηγμένων εταιρειών. Η παρακολούθηση και σύγκριση των θεμελιωδών μεγεθών ανάμεσα σε μετοχές ή κλάδους, αφορά τις τιμές των μετοχών σε σχέση με τη λογιστική τους αξία, τον κύκλο εργασιών των εισηγμένων εταιρειών, την κερδοφορία τους, τα μερίσματα και τους δείκτες ανάπτυξης.
Έτσι οι αριθμητικοί δείκτες των μετοχών προσφέρουν μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα προς τους επενδυτές, καθώς όπως συνηθίζουμε να λέμε, «οι αριθμοί λένε πάντα την αλήθεια».
Ωστόσο, οι χρηματιστηριακοί επενδυτές από την πλευρά τους, προβαίνουν σε εντελώς διαφορετικές αναγνώσεις. Δηλαδή δεν υπάρχει μόνο μια ανάγνωση που να καθορίζει με αυστηρότητα και «αντικειμενικότητα», το αν μια μετοχή είναι φθηνή ή ακριβή και το αν θα ακολουθήσει ανοδική ή πτωτική πορεία.
Υπάρχουν λοιπόν πολλές και διαφορετικές αναγνώσεις, που με τη σειρά τους καθοδηγούν τις προθέσεις των επενδυτών. Διότι αν υπήρχε μόνο μια αληθινή και αντικειμενική ανάγνωση των δεδομένων των μετοχών και των ομολόγων, τότε δεν θα υπήρχαν κεφαλαιαγορές. Θα είχαμε φιξαρισμένες τιμές και όχι διαπραγματεύσεις και συναλλαγές ανάμεσα σε αγοραστές και πωλητές.
Στις διαφορετικές αναγνώσεις εμπλέκονται οι γνώσεις των επενδυτών, η αντίληψη τους, η πληροφόρηση τους, οι προσδοκίες τους, τα συναισθήματα τους, οι χαρακτήρες τους, το οικονομικό τους υπόβαθρο, οι ηλικία τους και άλλα στοιχεία, που διαμορφώνουν στο τέλος της ημέρας αυτό που ονομάζουμε τάσεις των χρηματιστηρίων.
Απλοποιώντας τα πράγματα, συνηθίζουμε να λέμε ότι οι χρηματιστηριακές αγορές κινούνται από την απληστία και τον φόβο, από την αισιοδοξία και την απαισιοδοξία, και όχι από τα γεγονότα και μόνο. Τα γεγονότα έρχονται. Αλλά σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο τα γεγονότα αυτά αφομοιώνονται από τη χρηματιστηριακή επενδυτική κοινότητα, αλλά και ο τρόπος που μετατρέπονται σε προσλαμβάνουσες παραστάσεις.
Από το 2009 μέχρι σήμερα, αφού οι αγορές ξεπέρασαν την οικονομική κρίση που είχε προκληθεί από τα αμερικανικά τιτλοποιημένα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, τα χρηματιστήρια ακολουθούν μια παρατεταμένη ανοδική πορεία. Μια πορεία που ανακόπηκε μόνο προσωρινά κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης του ξεσπάσματος της πανδημίας. Και μια πορεία που δεν κλονίστηκε ούτε από την άνοδο των επιτοκίων αναφοράς της Fed, ούτε από τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ούτε από την ενεργειακή κρίση, αλλά ούτε και από τις ευρύτερες γεωπολιτικές εντάσεις.
Εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι για περισσότερα από 15 έτη, η αισιοδοξία των επενδυτών που συνοδεύεται από επαρκείς ποσότητες χρηματιστηριακών καυσίμων λόγω της υπερβολικής ρευστότητας που υπάρχει στο σύστημα, έχει νικήσει κατά κράτος όχι μόνο τις αντιξοότητες των αγορών, αλλά και την απαισιοδοξία.
Και με δεδομένο ότι στο χρηματιστηριακό ταμπλό, οι τιμές των μετοχών αντικατοπτρίζουν την ισορροπία ανάμεσα στην προσφορά και στη ζήτηση, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι οι τιμές που βλέπουμε στις οθόνες μας είναι εξ ορισμού δίκαιες και σωστές.
Είναι όμως λογικό να ανεβαίνουν οι τιμές των μετοχών, όταν ανεβαίνουν παράλληλα και τα επιτόκια αναφοράς των κεντρικών τραπεζών; Είναι λογικό να ανεβαίνουν ταυτόχρονα οι τιμές των ομολόγων και οι τιμές των μετοχών; Είναι λογικό να ανεβαίνει η τιμή του χρυσού που αποτελεί το σωσίβιο ασφάλειας των αγορών και ταυτόχρονα να κορυφώνουν οι τιμές ακραίων κερδοσκοπικών προϊόντων, όπως για παράδειγμα είναι τα κρυπτονομίσματα; Είναι λογικό να εκτοξεύονται μετοχές εταιρειών, που δεν εμφανίζουν κέρδη;
Μπορεί να μην φαίνεται λογικό, ωστόσο αυτό καταγράφεται με βάση τις κινήσεις των επενδυτών. Η απουσία αυτής της «κοινής χρηματιστηριακής λογικής», τρομάζει αρκετούς.
Η υπερίσχυση της ψυχολογίας και των συναισθημάτων απέναντι στην αλήθεια των αριθμών και στη συσσωρευμένη χρηματιστηριακή εμπειρία, δυσαρεστεί ακόμα περισσότερους.
Και η αλήθεια είναι, ότι η «χρηματιστηριακή λογική» και η «επενδυτική σύνεση», έχουν οδηγήσει τους συντηρητικούς επενδυτές σε αποεπενδύσεις, σε ρευστοποιήσεις, ακόμα και σε ανάληψη short θέσεων τα τελευταία χρόνια, με αφορμή την «παράλογη συμπεριφορά» των αγορών. Όμως στην καλύτερη των περιπτώσεων οι συγκεκριμένοι επενδυτές έχουν διαφυγόντα κέρδη και υπεραξίες.
Στη δε χειρότερη των περιπτώσεων, έχουν καταγράψει ζημίες. Διότι ο παραλογισμός των αγορών μπορεί να έχει μεγάλη χρονική διάρκεια και ανθεκτικότητα, που να υπερβαίνει τη δυνατότητα χρηματοδότησης των short θέσεων των συντηρητικών και λογικών επενδυτών.
Το κλειδί στα χρηματιστήρια είναι η ψυχική αντοχή και η ψυχική καταπόνηση των συμμετεχόντων. Αντέχεις να είσαι εκτός αγοράς και χωρίς μετοχές, σε ένα χρηματιστήριο που ανεβαίνει; Αντέχεις να αγοράζεις μετοχές σε ένα χρηματιστήριο που πέφτει; Αντέχεις να κατέχεις μετοχές σε ένα χρηματιστήριο που είναι υπεραγορασμένο; Αντέχεις να μην αγοράζεις μετοχές σε ένα χρηματιστήριο που είναι υπερπουλημένο; Αντέχεις να πηγαίνεις κόντρα στο χρηματιστηριακό κλίμα; Αντέχεις να ακολουθείς την τάση, χωρίς ωστόσο να συμφωνείς μαζί της;
Ο Θανάσης Μαυρίδης στο χθεσινό του άρθρο ανέφερε ότι οι αγορές αναρριχώνται στον τοίχο του φόβου. Θα προσέθετα, ότι οι επενδυτές είναι πάντα έτοιμοι να πηδήξουν από το καράβι των αγορών, όταν αυτό αρχίζει να βυθίζεται.
Πάντως, για όσους ενδιαφέρονται να παρακολουθούν όχι μόνο τους χρηματιστηριακούς δείκτες όπως είναι ο S&P500, ο Dow Jones, ο Nasdaq ή ο δικός μας Γενικός Δείκτης του ΧΑ, αλλά και τους δείκτες ψυχολογίας των επενδυτών, συστήνουμε τον CNN Fear & Greed Index και τον VIX (CBOE Volatility Index), που απεικονίζουν τη συναισθηματική διάθεση των επενδυτών που συμμετέχουν στις αγορές.