Θα ηρεμήσουν τα νερά στις αγορές;
Shutterstock
Shutterstock

Θα ηρεμήσουν τα νερά στις αγορές;

Αυτό ήταν; Πάει, πέρασε η κρίση στα χρηματιστήρια ή να περιμένουμε μια νέα φουρτούνα; Εκτονώθηκαν οι αντίρροπες δυνάμεις; Βρέθηκαν νέα επίπεδα ισορροπίας; Θα αναβάλει τελικά την επιβολή των δασμών ο πρόεδρος Τραμπ; Ή ακόμα καλύτερα θα κάνει πίσω, μετά την κατάρρευση των χρηματιστηριακών αγορών και τη γενικευμένη αναστάτωση της παγκόσμιας παραγωγικής μηχανής και του παγκόσμιου εμπορίου; Είναι καλοσχεδιασμένη η πολιτική του Λευκού Οίκου για αδύναμο δολάριο και για «century bonds» με χαμηλά επιτόκια, όπως περιγράφεται στο «Mar-a-Lago Accord»; Μήπως πρόκειται για ένα τεράστιο κερδοσκοπικό παιχνίδι που θα έχει ως κερδισμένους τα μέλη του στενού φιλικού και οικονομικού κύκλου του προέδρου Τραμπ; Ή μήπως πρόκειται περί μιας παρορμητικής κίνησης στα πλαίσια ενός νέου διεθνούς «power game»;

Η αλήθεια είναι, ότι ελάχιστοι βρίσκονται σε θέση να δώσουν σαφείς και ξεκάθαρες απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα. Και πώς να απαντηθούν άλλωστε, όταν ουδείς γνωρίζει ακόμα εάν οι δασμοί αποτελούν έναν «τραμπικής εμπνεύσεως» διαπραγματευτικό πολιορκητικό κριό ή ένα «εμμονικής εμπνεύσεως» οικονομικό εργαλείο για την ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η εμπιστοσύνη απέναντι στην ισχυρότερη οικονομική δύναμη του κόσμου, έχει τρωθεί. Και η αποκατάσταση της θα χρειαστεί χρόνο.

Προς ώρας, οι κριτικές από το εσωτερικό των ΗΠΑ, δεν είναι ενθαρρυντικές ως προς την επιβολή των δασμών. Και αυτό έχει την ιδιαίτερη σημασία του, αφού υποτίθεται ότι οι δασμοί επιβάλλονται προς όφελος της αμερικανικής οικονομίας.

Τα δύο κυρίαρχα think tanks των ΗΠΑ, κρατούν έντονα αντίθετη θέση απέναντι στον Λευκό Οίκο, ως προς τα μέτρα που έχουν αποφασιστεί.

Το συντηρητικό American Enterprise Institute που κινείται παραδοσιακά πέριξ του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και το οποίο υποστηρίζει σθεναρά το περίφημο Project 2025, γνωστό και ως «2025 Presidential Transition Project» που έχει σχεδιάσει το Heritage Foundation, εκτιμά ότι η μέθοδος υπολογισμού των δασμών που επιβάλλονται ανά χώρα, δεν έχει λογική και είναι λανθασμένη. Με αποτέλεσμα οι δασμοί να είναι τετραπλάσιοι των αναμενόμενων. Η αρνητική παρέμβαση ΑΕΙ, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς απηχεί σε σημαντικό βαθμό τις αρχές του βαθέως Ρεπουμπλικανικού κόμματος, το οποίο ακολουθεί τον Αμερικανό πρόεδρο χωρίς ωστόσο να τον θεωρεί ως ηγέτη του. Τον αντιμετωπίζει περισσότερο ως ξενιστή.

Το φιλελεύθερο Cato Institute, το οποίο ευαγγελίζεται τις αρχές του οικονομικού φιλελευθερισμού, ασκεί δριμύτατη κριτική ως προς τις επιλογές του Λευκού Οίκου, υποστηρίζοντας ότι η επιβολή δασμών θα σημάνει μαζική φορολογική επιβάρυνση για τους Αμερικανούς πολίτες.

Παράλληλα υπενθυμίζει ένα άρθρο του American Economic Review, από το 2019, στο οποίο αναφερόταν ρητά ότι το μεγαλύτερο μέρος των δασμών που είχε επιβάλει η προεδρία Τραμπ το 2018, είχε πλήξει πρωτίστως τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ.

Τέλος, σημειώνει ότι η οικονομική επιβάρυνση που θα προκύψει από τους δασμούς Τραμπ, θα ξεπεράσει την αντίστοιχη επί εποχής Smoot - Hawley το 1930, που είχε συμβάλει με τη σειρά της στη Μεγάλη Ύφεση.

Κριτική στις αποφάσεις του προέδρου Τραμπ, ασκούν και μεγάλα ονόματα της Wall Street, τα οποία με το άλφα ή βήτα τρόπο τον είχαν υποστηρίξει έντονα προεκλογικά. Ονόματα τα οποία είχαν ακουστεί και για τη θέση του υπουργού Οικονομικών, πριν αναλάβει τα καθήκοντα του ο Scott Bessent.

Ο Bill Ackman, CEO της Pershing Square Capital Management, δήλωσε ότι η Αμερική οδεύει προς έναν αυτοπροκαλούμενο «οικονομικό πυρηνικό χειμώνα» ως αποτέλεσμα της εφαρμογής της δασμολογικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ. Προειδοποιεί μάλιστα ότι θέτοντας μαζικούς και δυσανάλογους δασμούς τόσο στους φίλους, όσο και στους εχθρούς των ΗΠΑ και εξαπολύοντας έτσι έναν παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο εναντίον όλου του κόσμου ταυτόχρονα, οδηγεί στη διαδικασία της διάρρηξης της εμπιστοσύνης των ΗΠΑ προς όλους τους εμπορικούς εταίρους.

O Jamie Dimon, CEO της JPMorgan, στην ετήσια επιστολή του προς τους μετόχους της τράπεζας, επισημαίνει ότι η πιθανότητα εμφάνισης ύφεσης στις ΗΠΑ μέσα στο 2025, έχει αυξηθεί στο 60% από 20% που ήταν προηγουμένως. Σύμφωνα με τον ίδιο, η επιβολή δασμών και το σύνθημα «America First», θα υπονομεύσει την παγκόσμια οικονομική και εμπορική κυριαρχία των ΗΠΑ στον κόσμο. Ο Jamie Dimon αναφέρθηκε σε επιζήμιες εμπορικές πρακτικές απέναντι στην Κίνα οι οποίες θα οδηγήσουν στις πιο περίπλοκες και επικίνδυνες γεωπολιτικές και οικονομικές συνθήκες από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

O πρώην υπουργός Εμπορίου επί προηγούμενης θητείας Τραμπ, Wilbur Ross, ακολούθησε μια πιο μετριοπαθή προσέγγιση. Δήλωσε λοιπόν ότι πολιτική των δασμών, είναι αποτέλεσμα του τυπικού τρόπου σκέψης του Αμερικανού προέδρου: «high risk, high reward». Δηλαδή είναι μια κίνηση υψηλού ρίσκου και υψηλής απόδοσης. Παράλληλα σημείωσε ότι σε περίπτωση που τα καταφέρει «δεν θα τον πιάνει κανένας», ενώ σε περίπτωση αποτυχίας οι Ρεπουμπλικάνοι θα χάσουν το Κογκρέσο στις επερχόμενες ενδιάμεσες εκλογές. Όσον αφορά στη Wall Street, επισήμανε ότι η χρηματιστηριακή αγορά ήταν αρκετά υπερτιμημένη και αναζητούσε αφορμή για διόρθωση, την οποία και βρήκε.

Πάντως, ακόμα και αν πετύχει τον στόχο του ο πρόεδρος Τραμπ και αποδυναμώσει το δολάριο προς όφελος των αμερικανικών εξαγωγών, το πλήγμα που θα έχουν δεχθεί οι ΗΠΑ θα είναι τεράστιο. Αφενός διότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης δεν γίνεται μέσα σε μια στιγμή και αφετέρου διότι η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών που βασίζεται στον προστατευτισμό και στην υποτίμηση νομισμάτων, σκοτώνει την καινοτομία και την παραγωγικότητα.

Κλείνουμε με αναφορά στον μοναδικό άνθρωπο στον κόσμο που υποστηρίζει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει «economic masterplan». Και αυτός είναι ο Γιάνης Βαρουφάκης οποίος αναφέρει ότι ο Αμερικανός πρόεδρος σχεδιάζει ένα «οικονομικό σoκ», αντίστοιχου μεγέθους, αλλά αντίθετου χαρακτήρα με αυτό του 1971 και τον τερματισμό του Bretton Woods επί προεδρίας Νίξον.