Παρά τα αρνητικά πρόσημα στις διεθνείς αγορές αυτή την εβδομάδα, το Χρηματιστήριο Αθηνών υπεραπέδωσε όχι μόνο των ευρωπαϊκών δεικτών, αλλά και της μητέρας των αγορών, S&P500.
Αν ανοίξουμε το πλάνο, θα δούμε ότι από την έναρξη των εχθροπραξιών μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ ο γερμανικός δείκτης Dax υποχώρησε 2,8%, ο S&P500 κατά 1,3% ενώ ο Γενικός Δείκτης του ελληνικού χρηματιστηρίου ενισχύθηκε κατά 3,3%, αναιρώντας το προφίλ της αγοράς με τη χειρότερη απόδοση από τα τέλη Ιουλίου έως τις αρχές Οκτωβρίου.
Την ίδια στιγμή, οι τιμές του πετρελαίου έχουν πάρει ξανά την ανιούσα με το Brent πλέον να κινείται μεταξύ των 91-93 δολαρίων/βαρέλι, ο χρυσός φλερτάρει πλέον με τα 2000 δολάρια/ουγγιά, με ενδοσυνεδριακό υψηλό χθες Παρασκευή στα 1997 δολάρια/ουγγιά, ενώ ο δείκτης VIX παρά την αποκλιμάκωση της Παρασκευής κινείται πλέον πάνω από τις 20 μονάδες.
Όσον αφορά τώρα τα ομόλογα, παρά τις όποιες διορθωτικές κινήσεις η ανηφόρα των αποδόσεων στο τέλος της ημέρας έχει αποκτήσει μόνιμο χαρακτήρα, με την αμερικανική δεκαετία την Παρασκευή να κινείται μεταξύ του 4,9% και 5%.
Το αφήγημα του πετρελαίου, του χρυσού, του VIX και της αγοράς των ομολόγων δεν είναι άλλο από την παραδοχή ότι ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή εξελίσσεται σε σύγκρουση μακράς διαρκείας κάτι που αυξάνει το ρίσκο να καταλήξει σε περιφερειακή σύγκρουση, εξέλιξη που θα μας οδηγήσει σε έναν νέο γύρο ανατιμήσεων στην ενέργεια, παίρνοντας πίσω την όποια πρόοδο έχουμε επιτύχει στον έλεγχο των πληθωριστικών πιέσεων.
Το αφήγημα αυτό φαίνεται ότι αυτή την εβδομάδα άρχισαν να το «αφουγκράζονται» οι διεθνείς αγορές, με βασικούς ευρωπαϊκούς δείκτες να έχουν χάσει ήδη την τεχνική συνθήκη του μέσου κινητού των 200ημερών και την Wall να ετοιμάζεται να τον επανατεστάρει.
Εκτός από τη Λεωφόρο Αθηνών, που αποφάσισε να «στρατοπεδεύσει» πάνω από τον μέσο κινητό των 200 ημερών προτιμώντας να συντονιστεί με το δικό της αφήγημα που δεν ήταν άλλο από την αναμονή για την αναβάθμιση της S&P.
Η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από έναν από τους μεγαλύτερους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης (S&P) δεν αποτελεί μόνο μια επίσημη αναγνώριση των εξαιρετικών επιδόσεων και των θετικών προοπτικών της ελληνικής οικονομίας και της φετινής υπεραπόδοσης στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, αλλά και την εμπιστοσύνη ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να επιδεικνύει δημοσιονομική πειθαρχία.
Η εμπιστοσύνη αυτή δεν μεταφράζεται μόνο σε φθηνότερο χρήμα από τις αγορές, αλλά και στη δυνατότητα να εισρεύσουν εν καιρώ περισσότερα ξένα κεφάλαια στην ελληνική οικονομία.
Ακριβώς αυτή η προσδοκία αποτελεί μια πρώτη και σημαντική ασπίδα για τα ελληνικά assets απέναντι στα κύματα αβεβαιότητας των διεθνών εξελίξεων.
Η προεξόφληση της επενδυτικής βαθμίδας ως «ασπίδα προστασίας»
Στο ερώτημα αν έχει προεξοφληθεί από την χρηματιστηριακή αγορά η ψήφος εμπιστοσύνης από την S&P, η απάντηση είναι θετική. Αυτό όμως δεν είναι τόσο κακό όσο μπορεί να ακούγεται.
Καταρχάς, είναι λάθος να εκλάβουμε αυτή τη θετική απάντηση ως συμπέρασμα ότι ολοκληρώθηκε η άνοδος του ελληνικού χρηματιστηρίου.
Βλέπετε, η προεξόφληση αυτή δεν έφερε απλά τον Γενικό Δείκτη του ελληνικού χρηματιστηρίου πάνω από τις 1300 μονάδες, αλλά «φρόντισε» η κλίση του πλαγιοκαθοδικού καναλιού που έχει ξεκινήσει σχεδόν για όλους τους βασικούς δείκτες από τα τέλη του Ιουλίου, να παραμείνει σχετικά μικρή για το ελληνικό χρηματιστήριο, παρά τη ρηχότητα του και την εμφανή έλλειψη βάθους.
Την ίδια στιγμή «προστάτεψε» ικανοποιητικά -τηρουμένων πάντα των αναλογιών- τα ομόλογα της χώρα μας από την κάθετη αύξηση των αποδόσεων στις διεθνείς αγορές κάτω από το βάρος της εκτίμησης για παραμονή των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η προστασία αυτή είναι κάτι παραπάνω από πολύτιμη, δεδομένου ότι η ομιλία του κεντρικού τραπεζίτη της Fed την Πέμπτη σηματοδότησε για άλλη μια φορά τη διατήρηση των επιτοκίων στα τρέχοντα υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο διάστημα από όσο υπολόγιζαν οι αγορές.
Ο Τζέρομ Πάουελ ανέφερε ότι ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλός και πιθανότατα απαιτεί χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη για να περιοριστεί, ενώ υποστήριξε ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να θεωρηθεί ακόμη υπερβολικά αυστηρή.
Σε παρόμοιο κλίμα αναμένεται να κινηθεί η Κριστίν Λαγκάρντ την επόμενη εβδομάδα, παρά το γεγονός ότι οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης είναι σαφώς μεγαλύτεροι.
Έχουμε και λέμε λοιπόν: Tα επιτόκια θα παραμείνουν υψηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ την ίδια στιγμή οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή απειλούν να «ακυρώσουν» την όποια πρόοδο στον έλεγχο του πληθωρισμού, τινάζοντας το μέχρι τώρα πρόγραμμα των Κεντρικών Τραπεζών στον αέρα.
Οι ανησυχίες αυτές με τη σειρά τους σπέρνουν τον φόβο για αδυναμία διατήρησης της εταιρικής κερδοφορίας στα τρέχοντα επίπεδα, αλλά πάνω από όλα για πιθανές δυσκολίες αναχρηματοδότησης εταιρικών και πολλών κρατικών χρεών, όχι απαρραίτητα μόνο αναδυόμενων οικονομιών.
Σκεφτείτε λοιπόν μέσα σε όλο αυτό το κλίμα ανατιμολόγησης κινδύνου σε διεθνές επίπεδο, η χώρα μας να μην είχε εξασφαλίσει την επενδυτική βαθμίδα. Σκεφτείτε πού μπορεί να ήταν σήμερα όχι μόνο οι τιμές στο χρηματιστήριο Αθηνών, αλλά και τα ομόλογα της χώρας.
Κάτω από αυτή την οπτική γωνία, μπορεί πράγματι οι επόμενες εβδομάδες να συνεχίσουν να χαρακτηρίζονται από υψηλό volatility δίνοντας στους πωλητές τον απόλυτο έλεγχο της βραχυπρόθεσμης τάσης, εντούτοις η Ελλάδα έχει τα εφόδια να πορευτεί με αρκετή ασφάλεια σε αυτό το δύσκολο διεθνές περιβάλλον και να επανακάμψει ταχύτατα μόλις «περάσει η μπόρα».
Χωρίς να θέλουμε να ισχυριστούμε ότι ο δρόμος για την εξάλειψη πολλών παθογενειών στη χώρα μας δεν είναι μεγάλος, εντούτοις θα ήταν άδικο να μην αναδείξουμε το γεγονός ότι τα δημοσιονομικά δεδομένα της Ελλάδας σε αντίθεση με αντίστοιχες περιόδους στο παρελθόν, επιτρέπουν μια, τηρουμένη των αναλογιών πάντα, αισιοδοξία.
Στο σημείο αυτό λοιπόν να υπενθυμίσουμε ότι:
-Η ανάπτυξη της χώρας «τρέχει» πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
-Η ελληνική μεταποίηση είναι η μόνη που διατηρείται έστω οριακά πάνω από τις 50 μονάδες.
- Το ελληνικό χρέος μια περίοδο κάθετης αύξησης των επιτοκίων βρίσκεται κυρίως στα χέρια του επίσημου τομέα και εξυπηρετείται με μεσοσταθμικά επιτόκια πέριξ του 1,5%. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Το γεγονός αυτό ίσως να είναι και ο μεγαλύτερος άσσος της ελληνικής οικονομίας, καθώς περιορίζει τις ανάγκες αναχρηματοδότησης και μειώνει την ευαισθησία της χώρας μας στα αυξημένα επιτόκια.
Για να γίνουμε περισσότερο κατανοητοί να αναφέρουμε ότι το 2024 η Ελλάδα θα χρειασθεί να αντλήσει από την αγορά ομολόγων μόλις 7 - 9 δισ. ευρώ, ποσό που μπορεί να αντληθεί ακόμη και με υψηλό κόστος χωρίς να επηρεάζεται δραματικά ο προϋπολογισμός ή η βιωσιμότητα του χρέους.
-Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι θέμα χρόνου να οδηγήσει τους οίκους FTSE Russel και MSCI να επανεντάξουν το χρηματιστήριο Αθηνών στις ανεπτυγμένες αγορές, καθιστώντας το ορατό από ένα πλήθος διεθνών επενδυτών.
- Ο επανασχεδιασμός των ενεργειακών εφοδιαστικών αλυσίδων μετά τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας δεν αναιρείται λόγω των γεγονότων στη Μέση Ανατολή, κάτι που σημαίνει ότι η χώρα μας σε βάθος χρόνου θα έχει νέα βαρύτητα στον ενεργειακό χάρτη.
Απαντώντας λοιπόν στο ερώτημα του τίτλου, μπορεί προς το παρόν οι διαχειριστές κάτω από το βάρος της διεθνούς αβεβαιότητας να τηρούν στάση αναμονής για τα ελληνικά assets, όμως χάρη στη διασφάλιση της επενδυτικής βαθμίδας, είμαστε πλέον μέσα στις επενδυτικές επιλογές τους μόλις η αβεβαιότητα αυτή υποχωρήσει.
Την ίδια στιγμή, η επενδυτική βαθμίδα ήδη λειτουργεί ως μια σημαντική ασπίδα προστασίας απέναντι στις πιέσεις που νομοτελειακά θα δεχθούμε τόσο στην αγορά ομολόγων, όσο και στην αγορά των μετοχών.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.