Με αρνητικό πρόσημο έκλεισε εν τέλει η πρώτη εβδομάδα του Απριλίου για τις αγορές, με αρκετή νευρικότητα και διακυμάνσεις για μετοχές και ομόλογα και «ορθοπεταλιά» στον χρυσό, το ασήμι και το πετρέλαιο, με τον πρώτο να κατακτά το ένα ιστορικό υψηλό μετά το άλλο.
Θα τολμούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη συμπεριφορά των αγορών αυτή την εβδομάδα ως…διπολική, καθώς τόσο οι Κεντρικοί Τραπεζίτες όσο και οι επενδυτές είναι διχασμένοι ανάμεσα σε δύο ζητούμενα: την ισχύ της οικονομίας από τη μια προκειμένου να υποστηριχθούν τα εταιρικά κέρδη και οι υψηλές αποτιμήσεις και την ανάγκη για μείωση επιτοκίων από την άλλη, προκειμένου να μην έχουμε περιπέτειες από τα υψηλά χρηματοδοτικά κόστη για επιχειρήσεις και κράτη.
Στις ΗΠΑ φαίνεται ότι πληρείται το πρώτο ζητούμενο, όχι όμως το δεύτερο.
Στην Ευρώπη από την άλλη φαίνεται ότι πληρείται το δεύτερο ζητούμενο όχι όμως το πρώτο.
Πιο δυνατή από ότι πρέπει η οικονομία των ΗΠΑ
Η οικονομία των ΗΠΑ παραμένει ισχυρή, με 4% αύξηση του ΑΕΠ στο δεύτερο εξάμηνο του 2023, υποδεικνύοντας μια υγιή ενδογενή ανάπτυξη σε σύγκριση με την Ευρωζώνη, υποστηριζόμενη από την σαφώς μεγαλύτερη δημοσιονομική ώθηση από την κυβέρνηση Μπάιντεν και τη μεγαλύτερη εστίαση της πολιτικής στους μοχλούς της μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης.
Την ίδια στιγμή όμως η οικονομία των ΗΠΑ εμφανίζει απόκλιση στους ρυθμούς πληθωρισμού, με τις αυξήσεις των τιμών στις ΗΠΑ να αποδεικνύονται πιο επίμονες απ΄ ό,τι στην Ευρώπη και την αγορά εργασίας να παραμένει εξαιρετικά ισχυρή, αρνούμενη να δώσει στη Fed το «πράσινο φως» για τη μείωση επιτοκίων.
Η αγορά εργασίας των ΗΠΑ τον Μάρτιο εμφάνισε νέα ισχυρή αύξηση των μισθολογίων που ξεπέρασε κατά πολύ τις προβλέψεις των αναλυτών.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ, τον περασμένο μήνα οι θέσεις εργασίας αυξήθηκαν κατά 303.000 μετά τις 270.000 νέες θέσεις του Φεβρουαρίου, την ώρα που η μέση εκτίμηση των αναλυτών προέβλεπε σημαντική επιβράδυνση στις 200.000.
Παράλληλα, ο ρυθμός της ανεργίας υποχώρησε στο 3,8% από το 3,9%, όπως αναμενόταν, ενώ οι μέσες ωριαίες αποδοχές αυξήθηκαν με ρυθμό 4,1% από πέρυσι, επίσης όπως αναμενόταν, επιβραδύνοντας τουλάχιστον από την αύξηση κατά 4,3% του Φεβρουαρίου.
Αν και τουλάχιστον η μέτρηση του Φεβρουαρίου αναθεωρήθηκε ελαφρώς πτωτικά, καθώς αρχικά είχε εκτιμηθεί ότι η αγορά εργασίας των ΗΠΑ πρόσθεσε 275.00 θέσεις, εντούτοις η έκθεση αποκαλύπτει τη δύναμη της αγοράς εργασίας των ΗΠΑ και την ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας στις επιπτώσεις των υψηλών επιτοκίων.
Παρατηρώντας την αγορά των ομολόγων αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης, είναι εμφανές ότι η αγορά προβληματίζεται για το κατά πόσον είναι εφικτή σύντομα μια μείωση επιτοκίων στις ΗΠΑ.
Όμως και οι τιμές των μετοχών κινήθηκαν ανοδικά, εξ’ου και η αναφορά μας στην αρχή του άρθρου για... διπολικές επιθυμίες και συμπεριφορές.
Την ίδια στιγμή, η αύξηση των τιμών του πετρελαίου έδωσε την τέλεια κορνίζα για τον πίνακα «ανησυχίας» που «ζωγράφισαν» με τις δηλώσεις τους αρκετοί αξιωματούχοι της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ. Δηλώσεις στις οποίες ήταν εμφανέστατη τόσο η αμφιβολία για τις μειώσεις των αμερικανικών επιτοκίων όσο και για την πορεία του πληθωρισμού τους επόμενους μήνες.
Ο πρόεδρος της Minneapolis Fed, Neel Kashkari ανέφερε την Πέμπτη ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ θα μπορούσε να κρατήσει αμετάβλητη την πολιτική της και να μην προχωρήσει σε μειώσεις επιτοκίων, αν διαπιστώσει ότι δεν σημειώνεται πρόοδος στην επιβράδυνση του πληθωρισμού, ειδικά εάν η αμερικανική οικονομία παραμείνει εύρωστη.
Ο αξιωματούχος χαρακτήρισε τα επίπεδα του πληθωρισμού στις ΗΠΑ «ελαφρώς ανησυχητικά» και σημείωσε ότι η Fed πρέπει να δει περισσότερη πρόοδο στις τιμές προκειμένου να αποκτήσει εμπιστοσύνη ότι κινούνται προς τον στόχο του 2% και να μειώσει το κόστος δανεισμού.
Η πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Ντάλας, Lorie Logan, δήλωσε την Παρασκευή ότι το τωρινό τοπίο του πληθωρισμού δεν συνηγορεί για κάποια επικείμενη κίνηση της Κεντρικής Τράπεζας προς μια πιο χαλαρή νομισματική πολιτική.
Οι δηλώσεις της ήταν μάλλον αφοπλιστικές: «Πιστεύω ότι είναι πολύ νωρίς για να σκεφτούμε τη μείωση των επιτοκίων… Πριν από τη μείωση των επιτοκίων, θα πρέπει να δω να επιλύεται περισσότερο η αβεβαιότητα σχετικά με το σε ποια οικονομική πορεία βρισκόμαστε. Και, όπως πάντα, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς θα πρέπει να παραμείνει έτοιμη να αντιδράσει κατάλληλα εάν ο πληθωρισμός σταματήσει να υποχωρεί… Ανησυχώ όλο και περισσότερο για τον ανοδικό κίνδυνο στις προοπτικές του πληθωρισμού.
Στο ίδιο μήκος κύματος είχαν κινηθεί νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα οι δηλώσεις της Προέδρου της Federal Reserve Bank of Cleveland, Loretta Mester και του Προέδρου της Fed της Ατλάντα, Raphael W. Bostic, με τον τελευταίο να μιλάει ανοικτά για το ενδεχόμενο η Fed να προχωρήσει μόλις σε μία μείωση επιτοκίων τη φετινή χρονιά.
Πιο αδύναμη από το ζητούμενο η Ευρωζώνη
Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Επιτροπής, φέτος θα επιταχυνθεί η τρέχουσα πτωτική τάση του πληθωρισμού, αλλά την ίδια στιγμή η οικονομία της ΕΕ θα τρέξει με χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης απ’ ό,τι αναμενόταν το 2023.
Το 2024 η ανάπτυξη αναμένεται πλέον ότι θα ανέλθει στο 0,9 % (από το 1,3 %) στην ΕΕ και στο 0,8 % (από το 1,2 %) στην Ευρωζώνη. Εν τω μεταξύ, ο πληθωρισμός στην ΕΕ αναμένεται να μειωθεί από το 6,3 % το 2023 στο 3,0 % το 2024 και στη συνέχεια να μειωθεί στο 2,5 % το 2025.
Αυτό που προβληματίζει όμως περισσότερο από όλα είναι η αδυναμία της γερμανικής οικονομίας και τα αναμενόμενα ελλείμματα του ιταλικού και γαλλικού προϋπολογισμού.
Μάλιστα σε πρόσφατη έκθεση της η Société Générale προειδοποιεί ότι τα δημόσια οικονομικά της ζώνης του ευρώ θα επιδεινωθούν από το 2025 και μετά, καθώς η δημοσιονομική σύσφιξη δεν μπορεί πλέον να προέλθει από την κατάργηση των έκτακτων μέτρων. (σ.σ:Είναι μια σημαντική παρατήρηση που θα πρέπει να κρατήσουμε στη μνήμη μας).
Σύμφωνα με τη γαλλική τράπεζα λοιπόν, τον Οκτώβριο του 2024 όταν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες θα στείλουν τα προσχέδια των δημοσιονομικών τους σχεδίων στην Κομισιόν, θα είναι «η ώρα της κρίσης», καθώς οι αγορές θα επικεντρωθούν σε αυτά και ενδεχομένως να επηρεαστούν οι αξιολογήσεις κάποιων χωρών από τους χρηματοοικονομικούς Οίκους.
Όπως γίνεται κατανοητό, είναι σοβαρό το ενδεχόμενο αυτή τη φορά να σπάσει η παράδοση και η ΕΚΤ να ηγηθεί της μείωσης των επιτοκίων, όχι όμως τόσο ως επιστέγασμα της επιτυχίας του ελέγχου του πληθωρισμού, όσο της ανάγκης να αποτραπεί μια σοβαρή ύφεση.
Γιατί οι Κεντρικές Τράπεζες καταφεύγουν στον χρυσό
Οι τιμές του χρυσού έχουν μια αντίστροφη σχέση με τα επιτόκια.
Η λογική είναι ότι καθώς τα επιτόκια πέφτουν, ο χρυσός γίνεται πιο ελκυστικός σε σύγκριση με τα περιουσιακά στοιχεία σταθερού εισοδήματος όπως είναι τα ομόλογα, τα οποία σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων τείνουν να έχουν χαμηλότερες αποδόσεις.
Βάση αυτής της λογικής λοιπόν, το ράλι του χρυσού δεν «κολλάει» με τις εκτιμήσεις των αξιωματούχων της Fed όσον αφορά την άμεση νομισματική πολιτική.
Ποιος και γιατί λοιπόν αγοράζει χρυσό;
Ο πιο δυνατός αγοραστής των τελευταίων ετών για το πολύτιμο μέταλλο είναι καταρχάς οι Κεντρικές Τράπεζες. Παρά το γεγονός μάλιστα ότι από τον Νοέμβριο του 2023 το πολύτιμο μέταλλο «χτυπάει» το ένα ιστορικό επίπεδο μετά το άλλο, οι Κεντρικές Τράπεζες εξακολουθούν να είναι ισχυροί αγοραστές σύμφωνα με τον επικεφαλής των Κεντρικών Τραπεζών του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού -WGC-Shaokai Fan.
Μεταξύ των Κεντρικών Τραπεζών, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας ήταν ο μεγαλύτερος αγοραστής χρυσού το 2023.
Η Κεντρική Τράπεζα της Πολωνίας ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος καθαρός αγοραστής χρυσού, με 130 τόνους χρυσού το 2023.
Η Σιγκαπούρη κατέγραψε την τρίτη υψηλότερη καθαρή αγορά χρυσού το 2023, με 76,51 τόνους από τη Νομισματική Αρχή της Σιγκαπούρης.
Προφανώς οι Κεντρικές Τράπεζες παραμένουν επιφυλακτικές για τους γεωπολιτικούς κινδύνους από τον συνεχιζόμενο πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας και το νέο μέτωπο στη Μέση Ανατολή, με αποτέλεσμα να προσαρμόζουν τις κατανομές αποθεματικών σύμφωνα με τις απόψεις τους για τον κίνδυνο. Και ποιο είναι το πιο παραδοσιακό καταφύγιο; O χρυσός.
Οι αγορές στον χρυσό την ίδια στιγμή ίσως να αντικατοπτρίζουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο τις ανησυχίες των Κεντρικών Τραπεζιτών όχι μόνον όσον αφορά την πορεία του πληθωρισμού στο μέλλον, αλλά και όσον αφορά το τελικό σημείο ελλιμενισμού του.
Τέλος, αν αναγνωρίζει κάποιος το μεγάλο πρόβλημα που δημιούργησε το επικό μέγεθος των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης όλα αυτά τα χρόνια, αυτός δεν είναι άλλος από τους Κεντρικούς Τραπεζίτες.
Ποιο είναι αυτό το πρόβλημα; Ότι απογύμνωσαν το αρχέτυπο του χρήματος από την αίσθηση της αξίας. Ποια είναι η απάντηση στο πρόβλημα; Αυτή που «λάμπει» στις χρηματιστηριακές μας οθόνες. (σ.σ: Περισσότερα για την αξία του χρήματος και του χρυσού μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.