Στη συνεδρίαση της νομισματικής πολιτικής του Δεκεμβρίου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε επέκταση του Προγράμματος Αγοράς Έκτακτης Ανάγκης για Πανδημία (PEPP) κατά άλλα 500 δισεκατομμύρια ευρώ. Επίσης, αυτή η επέκταση θα ισχύει τουλάχιστον έως τα τέλη Μαρτίου 2022. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αύξησαν το συνολικό ποσό που οι αντισυμβαλλόμενοι θα έχουν το δικαίωμα να δανείζονται σε πράξεις TLTRO III κατά 500 μ.β. από 50% σε 55% του αποθέματος των επιλέξιμων δανείων τους, ενώ αμετάβλητο στο 0% παρέμεινε το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης, με το επιτόκιο καταθέσεων να παραμένει στο ρεκόρ χαμηλό -0,5%.
Τα παραπάνω ήταν λίγο έως πολύ αναμενόμενα, καθώς σε περασμένες δηλώσεις της, η Πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde επαναλάμβανε τις θέσεις της περί συνέχισης της ποσοτικής χαλάρωσης, ως στήριξη στη δύσκολη χρονική συγκυρία λόγω πανδημίας.
Εξάλλου, η απόφαση εδράζεται σε δύο πυλώνες: πρώτον την επικίνδυνη επιμονή του ρυθμού πληθωρισμού εντός Ευρωζώνης σε μηδενικά επίπεδα, καθώς παρατηρούνται αρνητικά επίπεδα για τέσσερις συνεχόμενους μήνες (τρέχων -0,3%), ενώ και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους μετά βίας προσεγγίστηκε το όριο ασφαλείας του 1.5% βάσει τιθέμενων στόχων.
Δεύτερον, την απαιτούμενη κρατική δαπάνη των μελών βάσει των μέτρων που έχουν ανακοινωθεί μέσω πακέτων στήριξης, αλλά και την ούτως ή άλλως οδηγία της ΕΚΤ περί κάλυψης ανάγκης για περαιτέρω δημοσιονομική τόνωση, καθώς οι PEPP και TLTRO έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους, κατά τις δηλώσεις.
Αναλύοντας τις συνέπειες ενός τέτοιου σχεδιασμού, και με δεδομένη μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των αποφάσεων της Κεντρικής Τράπεζας με τις προσδοκίες των επενδυτών (υπό προϋποθέσεις, οι οποίες όμως πληρούνται στην τρέχουσα συγκυρία), είναι βέβαιο ότι η αγορά μετοχών θα συνεχίσει να ενδυναμώνεται σε όρους χρήματος.
Τούτο δεν σημαίνει απευθείας την άνοδο των αποτιμήσεων των εισηγμένων, ή έστω των «καλών» εισηγμένων, αλλά το αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον για αυτές, ούτως ώστε να παρατηρηθεί τελικά και αυξημένο αγοραστικό ενδιαφέρον σε υπερβάλλουσες τιμές εφόσον η μεγέθυνση δεν φαίνεται να εμποδίζεται από άλλους παράγοντες.
Έτσι λοιπόν, μια σημαντική παρατήρηση προκύπτει από τη χρονική διάρκεια, και όχι από το μέγεθος της παρεχόμενης ρευστότητας PEPP, που παρεμπιπτόντως άγγιξε τα 1,85 τρισ ευρώ.
Με απλά λόγια, όσο οι επενδυτές δεν αναμένουν μεταστροφή της πολιτικής, και με τον πληθωρισμό προσώρας να μην έχει καμία τύχη να αυξηθεί σε επικίνδυνα επίπεδα, η κεφαλαιαγορά συνεχίζει να ανασαίνει ελεύθερα.
Η απόδειξη αυτών προκύπτει από πλείονες μεταβλητές, όμως από μόνη της η εικόνα στην αγορά ομολόγων λέει πολλά, καθώς οι αποδόσεις των ευρωπαϊκών ομολόγων μεσοσταθμικά έχουν μηδενιστεί, ή ακόμα και μπει σε αρνητικό έδαφος (λ.χ. το γερμανικό 10ετές βρίσκεται στο -0,61%). Παράλληλα, οι χρηματαγορές αποδεικνύουν αυτό πανηγυρικά με τις υπεραποδόσεις που έχουν πολλάκις αναφερθεί.
Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να «διώχνουν χρήμα» με αντίστοιχες νομισματικές πολιτικές, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα την μετακίνηση αυτών σε ευρωπαϊκά προϊόντα. Το κυρίαρχο είναι όμως ότι με το πακέτο δημοσιονομικής στήριξης των ΗΠΑ να βρίσκεται πρό των πυλών και με τα επιτόκια στις μεγάλες οικονομίες να είναι μηδενικά, ενισχύεται η πεποίθηση ότι οι μετοχές εταιρειών τεχνολογίας, ενέργειας, κατασκευών, τράπεζες, χρηματοοικονομικά, κ.α. έχουν τον πρώτο λόγο σε επενδυτικές επιλογές, ενώ παράλληλα και η τιμή της μεγάλης ισοτιμίας EUR/USD ενισχύεται ανοδικά, μάλλον λόγω της υποτίμησης του αμερικανικού δολαρίου παρά την ανατίμηση του ευρώ, ώστε να μην εμποδίζει τη διακράτηση ή έστω να μην επιτείνει την ανάγκη μεγάλης νομισματικής διασποράς.
Τα παραπάνω συνεπικουρούνται από τις εκθέσεις των διεθνών οίκων, που συγκλίνουν σε μια αυξημένη πιθανότητα συνέχισης της ανοδικής κίνησης στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Και με τον συστημικό κίνδυνο να βρίσκεται σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, επιρρωνύεται η συνθήκη υπεραποδόσεων ακόμα και σε μικρότερες οικονομίες, όπως στην περίπτωση της ελληνικής.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.