Όταν ο επενδυτικός κόσμος συνειδητοποίησε ότι η Fed δεν θα μείωνε τα επιτόκια τον περασμένο Μάρτιο και ακόμα περισσότερο όταν στο τραπέζι μπήκε μέχρι και το σενάριο αύξησης των επιτοκίων στις ΗΠΑ φέτος, πολλοί στράφηκαν στην Ευρώπη. Αναλυτές σημαντικών επενδυτικών οίκων άρχισαν να αναλύουν τις καλύτερες προοπτικές των ευρωπαϊκών μετοχών και να τις προτιμούν έναντι των αμερικανικών, με φόντο και τις υψηλές αποτιμήσεις των εισηγμένων στη Wall Street.
Στην ενίσχυση της τάσης συνέβαλαν και τα καλύτερα των εκτιμήσεων (κατά 8%) εταιρικά κέρδη των ευρωπαϊκών εισηγμένων στο α’ τρίμηνο, με το 20% των εταιρειών να ξεπερνά τις προσδοκίες. Μάλιστα, η καλή εικόνα αφορούσε πολλούς κλάδους, από τις τράπεζες και τις φαρμακευτικές, μέχρι τους ημιαγωγούς και τις ενεργειακές. Αποτέλεσμα ήταν να δούμε αναβαθμίσεις των τιμών-στόχων και σημαντικές εισροές κεφαλαίων.
Όμως τα πράγματα δείχνουν να αλλάζουν μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Citi, η οποία προχώρησε χθες στην υποβάθμιση των ευρωπαϊκών μετοχών, δίνοντας σύσταση «neutral» από «overweight», επικαλούμενη την αύξηση των βραχυπρόθεσμων κινδύνων που σχετίζονται με την πολιτική αβεβαιότητα και τη στενότητα της αγοράς. Ταυτόχρονα, οι αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας αναβάθμισαν τη σύσταση για τις αμερικανικές μετοχές, σημειώνοντας ότι είναι πιο προσανατολισμένες στην ανάπτυξη.
«Αναβαθμίζουμε τις ΗΠΑ λόγω της σημαντικά μεγαλύτερης κλίσης προς την ανάπτυξη σε σύγκριση με την Ευρώπη, αλλά και της πιο αμυντικής φύσης της σε επεισόδια αβεβαιότητας», αναφέρει ο οίκος, τονίζοντας μάλιστα ότι ο πολιτικός σεισμός στην Ευρώπη θα μετριάσει την πρόσφατη στροφή των επενδυτών προς την Ευρώπη.
Η ίδια η Citi παραμένει θετική για την Ευρώπη, αλλά σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς η αγορά βρίσκεται σε διαφορετική φάση του οικονομικού κύκλου και εμφανίζει διαφορετικά θεμελιώδη. Αυτή η αντίληψη ήταν που κυριαρχούσε ευρύτερα στις τάξεις των επενδυτικών οίκων και των διαχειριστών κεφαλαίων, πριν δηλαδή σημειωθεί η έκρηξη της πολιτικής αβεβαιότητας.
Εξάλλου, η Citi προέβλεπε πριν τις ευρωεκλογές ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές έχουν περιθώρια ανόδου της τάξης του 14% έως τα μέσα του 2025.
Σημειώνεται ότι ο τεχνολογικός Nasdaq καταγράφει άνοδο της τάξης του 18% φέτος και ο S&P 500 ενισχύεται κατά 14%, όταν τα κέρδη των ευρωπαϊκών δεικτών έχουν περιοριστεί σημαντικά. Ο Euro Stoxx 600 κερδίζει 6,8%, ο Euro Stoxx 50 είναι στο +8%, ενώ ο DAX στη Φρανκφούρτη και ο FTSE 100 στο Λονδίνο, ενισχύονται κατά 7,9% και 5,3%, αντίστοιχα.
Τη χειρότερη επίδοση καταγράφει ο CAC στο Παρίσι καθώς έχει απολέσει σχεδόν το σύνολο των κερδών του έτους. Το γαλλικό χρηματιστήριο έχει γίνει αποδέκτης των περισσότερων ανησυχιών, μετά την ανακοίνωση των πρόωρων εκλογών από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, με τις γαλλικές μετοχές να έχουν χάσει σε κεφαλαιοποίηση πάνω από 250 δισ. δολάρια.
Υπάρχει, βέβαια, και η άλλη όψη του νομίσματος. Αναλυτές της Jefferies χαρακτηρίζουν υπερβολικό το sell-off στη Γαλλία, ενώ της UBS εκτιμούν ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές θα υπεραποδώσουν των αμερικανικών.
Από τη μία, λοιπόν, έχουμε τις πρόωρες εκλογές και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, εξέλιξη που δεδομένα αυξάνει σημαντικά την πολιτική αβεβαιότητα και την επενδυτική επιφυλακτικότητα, αφαιρώντας… πόντους από τις ευρωπαϊκές μετοχές. Παράλληλα, το περσινό και φετινό χρηματιστηριακό ράλι είναι σαφές ότι οφείλεται στην AI mania, στον πυρήνα της οποίας βρίσκονται τα μεγαλύτερα τεχνολογικά μεγαθήρια των ΗΠΑ και σε αυτόν τον τομέα η Ευρώπη υστερεί.
Από την άλλη, η Ευρώπη βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης και η ΕΚΤ έχει ήδη αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια. Στην Ευρώπη αναμένονται τρεις ή τέσσερις μειώσεις φέτος, όταν στις ΗΠΑ ζήτημα είναι αν θα δούμε μία ή δύο. Στο ίδιο πλαίσιο, η Ευρώπη αναμένεται να κλείσει το αναπτυξιακό χάσμα με τις ΗΠΑ, καθώς δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που προειδοποιούν ότι οι επιπτώσεις της 2ετίας υψηλών επιτοκίων αργά ή γρήγορα θα φανούν, περιορίζοντας την οικονομική δραστηριότητα.
Εν κατακλείδι, η πολιτική αβεβαιότητα στην Ευρώπη θόλωσε το τοπίο αναφορικά με το ποια αγορά εμφανίζει τις καλύτερες προοπτικές, αν και η μεγάλη εικόνα είναι ότι το ράλι στη Wall θα συνεχιστεί για όσο «αντέχει» να το σηκώνει η μανία για την τεχνητή νοημοσύνη.
Τέλος, όσοι δεν ανησυχούν υπερβολικά είτε για την έκταση της πολιτικής αβεβαιότητας, είτε για τις αναταράξεις που αυτή μπορεί να προκαλέσει, περιμένουν να εξελιχθεί πλήρως η διόρθωση για να τοποθετηθούν στις ευρωπαϊκές μετοχές. Και αυτό γιατί μετά τη διόρθωση θα είναι ακόμη πιο «προσιτές» σε σύγκριση με τις υψηλές αποτιμήσεις των αμερικανικών.