Ο χρόνος μέχρι να ανοίξουν ξανά τα «θησαυροφυλάκια» με τα μερίσματα των ευρωπαϊκών τραπεζών, μετρά πλέον αντίστροφα. Οι μέτοχοι σύντομα θα είναι σε θέση να εισπράξουν και πάλι κέρδη από τον κλάδο έστω και υπό συγκεκριμένα κριτήρια και ανάλογα με την τράπεζα στην οποία έχουν επενδύσει.
Με αφορμή τον προβληματισμό που επικράτησε ως προς την ικανότητα των ευρωπαϊκών τραπεζικών ιδρυμάτων να απορροφούν ζημίες και να στηρίξουν περαιτέρω τη δανειοδότηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων κατά την πανδημία του κορονοϊού, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνέστηνε τον Μάρτιο του 2020 την διακοπή καταβολής μερισμάτων των τραπεζών στους μετόχους τους έως τον Οκτώβριο, ενώ σε επόμενη ανακοίνωση της παρέτεινε την σύσταση έως τον Δεκέμβριο.
Η λογική εδράζετο στην αναγκαστική έκτακτη χαλάρωση των κριτηρίων κεφαλαιακής επάρκειας λόγω των επικείμενων δυσχερειών, ώστε συνυπολογίζοντας την πιθανή ανάγκη χρήσης των κεφαλαίων προς στήριξη, να μην πλήττονταν οι χρηματοοικονομικές θέσεις των τραπεζών. Εξάλλου, κατά τους ιθύνοντες, η αναστολή του μηχανισμού ανταμοιβής των μετόχων δεν είχε πλέον χαρακτήρα αντιφατικό με τη χάραξη της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής, καθώς οι τράπεζες έχουν ήδη ωφεληθεί από κρατικές στηρίξεις και ιδιωτική εμπλοκή (βλέπε ανακεφαλαιοποιήσεις).
Η απόφαση εκείνη αφορούσε σε μερίσματα για τα οικονομικά έτη 2019 και 2020, χωρίς ωστόσο να επηρεάζει τις προαποφασισμένες διανομές έως εκείνη τη χρονική περίοδο, οι οποίες θα καταβάλλονταν αναδρομικά. Οι τράπεζες θα έπρεπε επίσης να απέχουν από τις εξαγορές μετοχών που αποσκοπούν στην αμοιβή των μετόχων και καταβολές επιπλέον αμοιβών σε διοικητικά στελέχη.
Τον Σεπτέμβριο λοιπόν και πριν τη λήξη της πρώτης περιόδου αναστολής, μετά από αναθεώρηση της ισχύουσας σύστασης, εκπρόσωπος της ΕΚΤ είχε αναφέρει ότι πριν το τέλος του 2020 θα αποφασίζονταν η κατάργηση της αναστολής, μόνο στην περίπτωση που η εικόνα από το μέτωπο της πανδημίας βελτιωνόταν, αλλά κυρίως τα χρηματοοικονομικά μεγέθη των τραπεζών δεν παρουσίαζαν έντονες διακυμάνσεις.
Προ των πυλών η διανομή μερισμάτων
Όπερ και εγένετο, και τη σήμερον αφενός με την επικείμενη έλευση του εμβολίου, αφετέρου με την πλειονότητα των χρηματοοικονομικών αποτελεσμάτων να αποπνέουν αισιοδοξία, η επανέναρξη της διανομής μερισμάτων είναι προ των πυλών.
Ωστόσο, η ίδια η ΕΚΤ επιμένει ότι το ζήτημα θα εξεταστεί ad hoc. Επιπλέον αυτού, η κάθε τράπεζα θα ακολουθήσει συγκεκριμένη μερισματική πολιτική, κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι μέτοχοι κάποιων πιστωτικών ιδρυμάτων θα ωφεληθούν περισσότερο από μετόχους κάποιων άλλων.
Αυτό, θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες.
Τρεις εξ αυτών είναι:
-πρώτον η (προφανώς αρνητική) ένταση της απορρόφησης της αρχικής σύστασης,
-δεύτερον (η προεξοφλητική) συμπεριφορά των μετοχών τους στο ταμπλό
-τρίτον η προβλεπόμενη ικανότητά τους να επανέλθουν ομαλά σε καθεστώς μερισματικής απόδοσης.
Ποιες τράπεζες γίνονται πιο ελκυστικές για τους επενδυτές
Εξετάζοντας λοιπόν τις είκοσι μεγαλύτερες σε κεφαλαιοποίηση τράπεζες της Ευρώπης, ως προς τον πρώτο παράγοντα, η μεγαλύτερη καθίζηση σε αποδόσεις (συνδυαστικά κεφαλαιακές και μερισματικές) την εξεταζόμενη περίοδο σημειώθηκε από τις Société Générale και Lloyds, (-57,12% και -55,54% αντίστοιχα).
Η NatWest Group ακολούθησε με -53,97%, η Banco Santander με -50.81% και η Banco Bilbao με -46,56%. Αντίθετα, η Deutsche Bank ήταν ο μόνος από τους 20 μεγαλύτερους παίκτες της Ευρώπης που παρείχε θετική απόδοση (+5,23%), ενώ οι μέτοχοι της Danske Bank A / S, UBS και της Nordea αντιμετώπισαν μερικές από τις χαμηλότερες απώλειες σε σύγκριση με άλλες (-7,66%, -9,38% και -12,29% αντίστοιχα).
Με βάση τον δεύτερο παράγοντα, η Banco Bilbao φαίνεται να υπεραποδίδει, καθώς η μηνιαία απόδοση αγγίζει το +52%, ακολουθούμενη από την Banco Santander με +39,9%. Οι Societe Generale και Lloyds επίσης ανακάμπτουν με +34,37% και 24,77% αντίστοιχα, ενώ λογικά συμπεριφερόμενες, οι Deutsche Bank (+15,2%) και Danske (+11,2%) υποαποδίδουν στην ανοδική κίνηση των τραπεζών λόγω της εξαρχής αμυντικής θέσης των μετόχων τους.
Τέλος, ως προς τον τρίτο παράγοντα και βάσει πρόσφατης ανάλυσης της UBS, οι τράπεζες με την καλύτερη ικανότητα να ελιχθούν και να επανέλθουν σε μια «μερισματοφόρο κανονικότητα» είναι οι Nordea, Svenska Handelsbanken και NatWest Danske, ενώ αντίθετη εικόνα παρουσιάζουν οι BBVA, Standard Chartered και BNP Paribas.
Θεωρητικά λοιπόν, οι «ελκυστικές» ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν διπλή ανάγνωση: στις πιο επιθετικές, από όπου αναμένονται και οι μεγαλύτερες συγκινήσεις είναι οι Banco Santander, Banco Bilbao, UniCredit και NatWest ενώ στις πιο σταθερές είναι οι Nordea και Svenska Handelsbanken.
Η εικόνα στην Ελλάδα
Κλείνοντας τη σύντομη αναφορά στην εικόνα του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου, να αναφερθεί ότι οι τέσσερις συστημικές ελληνικές έχουν πάρα πολύ καλή εικόνα βάσει των παραπάνω, καθώς αφενός είχαν μέτρια πτωτική εικόνα εν μέσω πανδημίας σε σχέση με πολλούς ευρωπαϊκούς κολοσσούς και έχουν πολύ ανώτερες αποδόσεις σε μηνιαίο επίπεδο και βάσει της ευαισθησίας τους στις θετικές εξελίξεις.
Δεν πρέπει εξάλλου να αμελείται το γεγονός ότι έχουν την απαραίτητη -ικανοποιητική- κεφαλαιακή θωράκιση συγκριτικά με τις ευρωπαϊκές, ώστε επάξια να συγκαταλέγονται στους πιο ενδιαφέροντες τραπεζικούς επενδυτικούς προορισμούς, ακόμα κι αν η κεφαλαιοποίησή τους δεν τους επιτρέπει να συγκριθούν σε απόλυτα νούμερα με άλλες.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.