Του Νίκου Μελέτη
Χρειάσθηκαν έξι ώρες συνομιλιών στο Σότσι μεταξύ των προέδρων Πούτιν και Ερντογάν προκειμένου να υπάρξει μια ακόμη Συμφωνία η οποία επιβεβαιώνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ρωσίας στην Συριακή κρίση και προσφέρει στον τούρκο ηγέτη την ευκαιρία να κερδίσει κάτι παραπάνω από όσα πέτυχε με την «Πηγή Ειρήνης», αλλά αρκετά λιγότερα από όσα ήταν στον αρχικό σχεδιασμό του.
Αν ο στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής πριν 8 χρόνια ήταν η ανατροπή του προέδρου της Συρίας Μ. Ασάντ και αργότερα η επιβολή μιας ιδιόμορφης ζώνης ασφάλειας που θα εξελίσσονταν σε ζώνη κατοχής, που θα κάλυπτε 480 χιλιόμετρα της τουρκοσυριακής μεθορίου, το αποτέλεσμα των δυο συμφωνιών του Ταγίπ Ερντογάν με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Μ. Πένς και τον Ρώσο πρόεδρο Β. Πούτιν είναι προφανές ότι οι στόχοι αυτοί δεν επετεύχθησαν.
Όμως ο κ. Ερντογάν με μια... εικονική στρατιωτική επιχείρηση πέτυχε αφενός να τονώσει το δικό του ηγετικό προφίλ στο εσωτερικό της χώρας του, να προβάλει την Τουρκία ως μια απρόβλεπτη αλλά έτοιμη να διαπραγματευθεί περιφερειακή δύναμη και να αποσπάσει αυτό που μέχρι πρότινος κανείς δεν του προσέφερε.
Την νομιμοποίηση μιας στρατιωτικής εισβολής στην Συρία, την αποδοχή της Ζώνης μήκους 110 χιλιομέτρων και 32 χιλιομέτρων πλάτους που έχει καταλάβει μεταξύ των πόλεων Tel Abyad και Ras Al Ayn, την απομάκρυνση σε όλη την υπόλοιπη μεθόριο των δυνάμεων του YPG σε βάθος 30 χιλιομέτρων.
Η ρωσική στρατιωτική αστυνομία και οι μεθοριακές δυνάμεις της Συρίας θα αναλάβουν να επιβλέψουν και εγγυηθούν την απόσυρση αυτή των Kούρδων του YPG και των «όπλων» τους όπως αναφέρει το MOU που εκδόθηκε μετά την συνάντηση Ερντογάν -Πούτιν στο Σότσι, κάτι που σημαίνει ότι δεν έγινε αποδεκτή η απαίτηση Ερντογάν για αφοπλισμό του YPG.
Εκτός της Ζώνης την οποία έχει καταλάβει η Τουρκία με την επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης» ανατολικά και δυτικά θα ξεκινήσουν (μετά την παρέλευση των 150 ωρών) κοινές Ρωσοτουρκικές περιπολίες με την εξαίρεση της πόλης Qamishli, σε βάθος όμως μόλις 10 χιλιομέτρων.
Η Ρωσία επίσης δεσμεύεται ότι θα αποχωρήσουν οι δυνάμεις του YPG από τις πόλεις Manbij και Tal Rifat,ενώ προβλέπεται κοινή δράση για επιστροφή προσφύγων σε «εθελοντική βάση» όμως όπως επισημαίνεται,κάτι που ψαλιδίζει το επιχείρημα της Τουρκίας ότι η παρουσία της στο συριακό έδαφος θα διασφαλίσει την επιστροφή στην υποανάπτυκτη και αφιλόξενη αυτή περιοχή της Συρίας 2,5 εκατομμυρίων προσφύγων που προέρχονται κυρίως από τις δυτικές, κεντρικές και παραθαλάσσιες περιοχές της Συρίας.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι επίσης η ανάληψη από την Ρωσία της δέσμευσης για «διευκόλυνση της εφαρμογής» της Συμφωνίας των Αδάνων του 1998 με την οποία η Συρία δεσμεύονταν να πάρει μέτρα εναντίον κάθε παρουσίας του PKK και συμπαθούντων του, στο Συριακό έδαφος και ήταν μια συμφωνία η οποία χρησιμοποιήθηκε από την Τουρκία ως νομιμοποιητική βάση για μονομερείς παρεμβάσεις στο έδαφος της Συρίας. Τώρα πλέον είναι η Ρωσία που αναλαμβάνει την τήρηση των δεσμεύσεων της Συρίας για μη υπόθαλψη του PKK και όλων των συνδεόμενων με αυτό οργανώσεων. Βεβαίως για την Τουρκία στην κατηγορία αυτή εμπίπτει και το YPG κάτι που δεν συμμερίζονται ούτε το αντιμετωπίζουν ως τρομοκρατική οργάνωση οι Ρώσοι και οι Αμερικανοί.
Ο κ. Ερντογάν έχει κάθε λόγο πάντως να είναι ικανοποιημένος καθώς μέσα σε μια εβδομάδα επεδίωξε και πέτυχε να αποδείξει ότι μπορεί να «παίζει» και να ισορροπεί με σχετική ευκολία μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Μόσχας. Και την περίοδο που είχε αρχίσει για πρώτη φορά η αμφισβήτηση του στο εσωτερικό, έχει επιτύχει κάτι ακόμη πολύ πιο σημαντικό ίσως: σχεδόν ένα ολόκληρο έθνος να χαιρετά στρατιωτικά τον «τιμονιέρη» του. Μπορεί η εικόνα να θυμίζει Βόρεια Κορέα, μπορεί όποιος δεν ανταποδίδει τον στρατιωτικό χαιρετισμό να κινδυνεύει να βρεθεί στην φυλακή, όμως όλα αυτά στην σημερινή Τουρκία είναι λεπτομέρειες.