Η σύνοδος στο Βίλνιους μας έδωσε δυο αναμενόμενες και κάποιες λιγότερο αναμενόμενες ειδήσεις. Καμία δεν αποτέλεσε έκπληξη: η διαφοροποίηση οφείλεται σε βαθμούς πιθανότητας. Με αυτή την έννοια, η μόνη πραγματική έκπληξη της τελευταίας διετίας ήταν η μαζική, κλασικού τύπου, ρωσική στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022. Εισβολή την οποία είναι αλήθεια ότι οι δυτικές μυστικές υπηρεσίες είχαν προαναγγείλει αλλά σχεδόν κανείς ορθολογικός αναλυτής δεν τις είχε πιστέψει. Το «ιστορικό λάθος του Πούτιν», όπως εύστοχα το χαρακτήρισε ο Μακρόν.
Σε κάθε όμως περίπτωση, η ρωσική εισβολή εξακολουθεί όχι μόνο να παράγει αποτελέσματα αλλά και να αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο πράττουμε και αναλύουμε. Το Βίλνιους εντάσσεται σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο. Αναμενόμενη, όπως είχαμε γράψει και εδώ, ήταν η συζήτηση που θα προκαλούσε η επιχειρούμενη προσέγγιση του ΝΑΤΟ στην Ασία και ο προβληματισμός της Ιαπωνίας που επιδιώκει μεγαλύτερη παρουσία του ΝΑΤΟ. Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Κισίντα ήταν παρών στο Βίλνιους, όπως ήταν παρών και στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη τον Ιούνιο 2022, προκειμένου να υπογραμμιστεί η εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ Ιαπωνίας και ΝΑΤΟ.
Η Ιαπωνία συντόνισε και παράλληλες με τη σύνοδο συναντήσεις των τεσσάρων χωρών που προσκλήθηκαν ως οι τέσσερις εταίροι του ΝΑΤΟ Ασίας-Ειρηνικού (AP4). Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία πήγαν στο Βίλνιους και συντονίστηκαν μεταξύ τους μέσω μιας παράλληλης συνόδου των AP4. Η επιρροή και οι κινήσεις της Κίνας στον Ινδο-ειρηνικό και την ανατολική και νότια Σινική θάλασσα ήταν στην ατζέντα.
Συζητείται, συνεπώς, από προχθές ιδιαίτερα η εξέλιξη αυτή, από διεθνείς παρατηρητές και αναλυτές, αλλά ήταν από πριν σαφές ότι θα αποτελούσε μέγα συμβολικό στοιχείο με περιορισμένες, προς το παρόν, πρακτικές διαστάσεις.
Βεβαίως, η συζήτηση για την παγκόσμια επιρροή της ευρωατλαντικής συμμαχίας (η οποία μπήκε πάλι στο προσκήνιο με την παρουσία των AP4 στο Βίλνιους) αναφέρεται στον πυρήνα των μελλοντικών προβληματισμών για τη δομή και την πολικότητα του διεθνούς συστήματος. Όπως το Παρίσι δεν κουράζεται να υπενθυμίζει, το ΝΑΤΟ δεν παύει να είναι ευρωατλαντικό, όχι παγκόσμιο σύμφωνο. Στην πραγματικότητα, ενώ το εύρος και ο ορίζοντας των ενδεχόμενων εξελίξεων μπορούν μόνο να πιθανολογηθούν, το υπό διαμόρφωση υπόβαθρο έχει ήδη αποκτήσει κάποια χαρακτηριστικά. Παρά τη ρευστότητα της διεθνούς κατάστασης, ορισμένα από αυτά τα χαρακτηριστικά του υπόβαθρου είχαν αρχίσει να διαγράφονται με σχετική σαφήνεια και τα έχουμε αναλύσει σε παλαιότερες δημοσιεύσεις μας.
Δεύτερο αναμενόμενο: οι περιορισμένες υποσχέσεις στην Ουκρανία αναφορικά με τη μελλοντική πιθανότητα ένταξης στο ΝΑΤΟ, σε συνδυασμό με την επιβεβαίωση για άμεση, περαιτέρω εξοπλιστική ενίσχυση για να συνεχίσει το Κίεβο την αντεπίθεση. Το πρώτο σκέλος ουσιαστικά επαναλαμβάνει, με περαιτέρω επεξεργασία και ενημέρωση, τη βασική θέση της συνόδου κορυφής του Βουκουρεστίου τον Απρίλιο του 2008, όταν το ΝΑΤΟ – μετά από δύσκολες διαβουλεύσεις και διαφωνίες – δήλωσε ότι τα μέλη «welcomed Ukraine's and Georgia's Euro-Atlantic aspirations for membership and agreed that these countries will become members of NATO». Χωρίς όμως άμεση έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την Ουκρανία και τη Γεωργία, σε πλήρη αντίθεση, τότε, με την Αλβανία και την Κροατία (αλλά και την ΠΓΔΜ, όπως ονομαζόταν, ως προς την οποία η Αθήνα επέμεινε και πέτυχε να παραμείνει σε εκκρεμότητα μέχρι να επιλυθεί το ζήτημα της ονομασίας).
Για την Ουκρανία, το Βίλνιους ουσιαστικά επαναλαμβάνει την ίδια επιλογή ως μελλοντική κατεύθυνση. Η Ουκρανία θα ξεκινήσει τη διαδικασία ένταξης στο ΝΑΤΟ, «when Allies agree and conditions are met».
Οι συμβιβασμοί στο Βίλνιους ήταν, φυσικά, πολλοί και σε πολλά επίπεδα. Σε σχέση τόσο με την μεγάλη εικόνα (όπου το ΝΑΤΟ καταλήγει, όπως αναμενόταν, ότι η Ουκρανία θα πάρει κάποτε το δρόμο της μελλοντικής ένταξης όταν επιτρέψουν τοι συνθήκες, δηλαδή τελειώσει ο πόλεμος) όσο και με τα ελληνοτουρκικά (αναμενόμενα εν πολλοίς τα F-16 από το φθινόπωρο εάν οριστικοποιηθεί η έγκριση για τη Σουηδία, αναμενόμενη και η επικοινωνιακή αναβάθμιση των ελληνοτουρκικών σχέσεων).
Αλλά υπάρχουν και τα λιγότερο αναμενόμενα. Ο προαναφερθείς συμβιβασμός για την Ουκρανία στο Βίλνιους υπήρξε (σε αντίθεση με εκείνον του Βουκουρεστίου το 2008) εύκολος στις τελικές λεπτομέρειες. Με άλλα λόγια, αντί να ενισχύσει τις υπαρκτές ρωγμές στο ΝΑΤΟ, ο πόλεμος του Πούτιν σταδιακά τις περιόρισε σε σημαντικό βαθμό. Σήμερα, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών (και πάντως όλοι οι μεγάλοι παίκτες) αφενός συνομολογούν ότι η προοπτική μελλοντικής ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ (ουσιαστικά, βέβαια, στην ΕΕ και βλέπουμε) αποτελεί κοινή θέση, αφετέρου υιοθετούν μια ορθολογικά προσεκτική στάση απέναντι στον υπαρκτό κίνδυνο εμπλοκής σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία στην περίπτωση ένταξης της εμπόλεμης Ουκρανίας.
Όταν, την περασμένη Τρίτη, τα μέλη του ΝΑΤΟ συμφώνησαν να εφαρμόσουν ανανεωμένα περιφερειακά αμυντικά σχέδια, έγινε σαφές ότι σε αυτά περιλαμβάνονται όχι μόνον η Φινλανδία αλλά και η Σουηδία. Η παρουσία και των δυο ως νέα μέλη θα αντικατοπτρίζεται πλήρως στα σχέδια, τις ασκήσεις και τους στόχους της συμμαχίας, δήλωσε ο Στόλτενμπεργκ σε συνέντευξη Τύπου. Ενώ η Τουρκία δηλώνει ότι αναμένει την εθνοσυνέλευση να επικυρώσει το φθινόπωρο, η Σουηδία ήδη εντάσσεται κατ’ ουσίαν, σταδιακά και σχετικά αθόρυβα. Ιστορικής σημασίας ενίσχυση για την ευρωατλαντική συμμαχία.
Άλλωστε η παρουσία της Σουηδίας και της Φινλανδίας έχει επιπτώσεις σε επίπεδο τόσο γενικό όσο και περιφερειακό, στο μέτρο που η Βαλτική μετατρέπεται περίπου σε θάλασσα του ΝΑΤΟ. Η Ρωσία προβληματίζεται, μεταξύ πολλών άλλων, για τις δυνατότητες που έχει, πια, το Kaliningrad (Königsberg) να διαδραματίσει τον στρατηγικό ρόλο του με δεδομένους και τους περιορισμούς, βορειότερα, του Φινλανδικού Κόλπου.
Στο τέλος της συνόδου του Βίλνιους, οι δηλώσεις του προέδρου Μπάιντεν (ο οποίος συνέκρινε τον πόλεμο για την εκδίωξη της Ρωσίας από την Ουκρανία με τον αγώνα του Ψυχρού Πολέμου για ελευθερία στην Ευρώπη) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ βλέπουν διάρκεια στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο. Δε θα υπάρξουν «αμφιταλαντεύσεις», επέμεινε ο Μπάϊντεν, όσο καιρό και αν συνεχιστεί ο πόλεμος.
Στην πραγματικότητα, αρκετοί παίκτες στην Ευρώπη αντιλαμβάνονται ότι ενώ η απόκρουση της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία είναι απολύτως αναγκαία, η υπερβολική αποδυνάμωση της Μόσχας θα την καταστήσει απλό πιόνι της Κίνας. Αυτό θα ήταν μια εξαιρετικά δυσάρεστη έκβαση τόσο για την ΕΕ όσο και για την Ινδία.
Η Γερμανία με τον καγκελάριο Scholz παρότι αντιλαμβάνεται πλήρως το πρόβλημα, αφενός αναμένει πρωτοβουλίες από την Ουάσιγκτον, αφετέρου εξακολουθεί να εξαρτά μέρος της οικονομικής και εξαγωγικής ισχύος της και από τις πολλαπλές σχέσεις με την Κίνα (κάτι που φαίνεται και στη νέα στρατηγική που είδε το φως της δημοσιότητας, όπου τα σαφή παράπονα για την Κίνα και οι προοπτικές λύσεων συνυπάρχουν). Η Γαλλία, μοναδική πυρηνική δύναμη και εν πολλοίς γεωπολιτικό κέντρο της ΕΕ, εμμένει – ευτυχώς – στην ανάγκη διεύρυνσης του γεωπολιτικού ρόλου της Ευρώπης, αλλά ο τυχοδιωκτισμός του Πούτιν εξακολουθεί να αποτελεί βασικό εμπόδιο.
Σε αυτό το σύνθετο και απαιτητικό πλαίσιο, η τέχνη του συμβιβασμού προϋποθέτει τόσο την αναπτυγμένη πολιτική δεξιότητα όσο και την ουσιαστική γνώση των συνθηκών και του υπόβαθρου. Καμία από τις δυο προϋποθέσεις δεν βρίσκεται σε υπερεπάρκεια στη σημερινή Ευρώπη. Αφού δεν το πέτυχε ο τυχοδιωκτισμός του Πούτιν, ίσως οι αμερικανικές εκλογές το 2024 αναγκάσουν την Ευρώπη να αναστοχαστεί και να ενηλικιωθεί.
* Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics, αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης και κάτοχος της Έδρας Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στο Fletcher School of Law and Diplomacy του Πανεπιστημίου Tufts στις ΗΠΑ