Νέα δεδομένα έχει δημιουργήσει ο πόλεμος της Γάζας καθώς μπορεί να μην «επαναχαράχθηκε» η Μ. Ανατολή όπως είχε προαναγγείλει ο Μ. Νετανιάχου αλλά αναδεικνύει νέους πρωταγωνιστές και σηματοδοτεί την επιστροφή των ΗΠΑ στην περιοχή.
Οι ΗΠΑ όμως βρίσκονται μπροστά σε κρίσιμα διλήμματα εάν δεν θέλουν να εγκλωβισθούν σε ένα επικίνδυνο τέλμα στη Μ. Ανατολή που θα τις αποσπάσει από την αντιμετώπιση του στρατηγικού αντιπάλου τους την Κίνα και θα θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα σε μια ευαίσθητη για την παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια περιοχή.
Ο πόλεμος στη Γάζα βρήκε τις ΗΠΑ απροετοίμαστες, καθώς μετά από δύο δεκαετίες εμπλοκής στη Μ. Ανατολή είχε πλέον δρομολογηθεί η αποχώρηση τους από την περιοχή, διατηρώντας όμως μια σειρά βάσεων στην περιοχή, θεωρώντας ότι είχε επέλθει μια δύσκολη έστω ισορροπία, με το Ισραήλ να είναι ισχυρό και να είναι σε διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων του με τους Άραβες και το Ιράν να παραμένει πάντοτε απειλητικό, αλλά να έχουν γίνει βήματα αποκατάστασης των σχέσεων του με τις Αραβικές χώρες του Κόλπου και κάποια βήματα έστω δύσκολης συνεννόησης με τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ ως στρατηγική επιλογή έχουν στραφεί στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού στην αντιπαράθεση τους με την Κίνα και το άνοιγμα τρίτου μετώπου, μετά από εκείνο της Ουκρανίας θα ήταν ανεπιθύμητο.
Όμως το σοκ της 7ης Οκτωβρίου άλλαξε τα δεδομένα. Η αντίδραση των ΗΠΑ ήταν άμεση και είχε στόχο όχι μόνο την ασφάλεια του Ισραήλ, αλλά κυρίως να λειτουργήσει αποτρεπτικά για δυνάμεις όπως το Ιράν και τα proxies του προκειμένου να μη βρουν την ευκαιρία για μια περιφερειακή σύγκρουση με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Η αποστολή δυο ναυτικών σχηματισμών με επικεφαλής δύο από τα ισχυρότερα αεροπλανοφόρα των ΗΠΑ με 7.500 προσωπικό, ενός πυρηνικού υποβρυχίου κλάσης Ohio, μαχητικών και αεροσκαφών ανεφοδιασμού (F-16, F-15, F-35, και A-10) καθώς και 1200 στρατιωτών που προστέθηκαν στους 45.000 που διαθέτει ήδη η Ουάσιγκτον στην περιοχή, η μεταφορά Patriot αλλά και συστημάτων ΤHAAD (Terminal High Altitude Area Defense), οδήγησαν στη μεγαλύτερη αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή από τον πόλεμο στο Ιράκ.
Όμως οκτώ εβδομάδες μετά την έναρξη του πολέμου και ενώ υπήρξε εντατική διπλωματία από τις ΗΠΑ, αναδεικνύεται η αδυναμία του στρατηγικού σχεδιασμού τους για τη Μ. Ανατολή η οποία αδιαφορούσε ή πάντως δεν έθετε σε προτεραιότητα το Παλαιστινιακό.
Έτσι τώρα και οι ΗΠΑ βρίσκονται μπροστά σε δύσκολες επιλογές και μάλιστα σε μια δύσκολη προεκλογική χρονιά για τον πρόεδρο Μπάιντεν.
Η απεριόριστη στήριξη στο Ισραήλ, παρά τους αστερίσκους για σεβασμό των αμάχων και αποφυγή ανθρωπιστικής κρίσης, είναι υποχρέωση από τη δέσμευση των ΗΠΑ στην ασφάλεια του Ισραήλ.
Όμως δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην εικόνα των ΗΠΑ όχι μόνο στη Μ. Ανατολή αλλά και στη διεθνή κοινή γνώμη, που η Αμερική θεωρείται συνυπεύθυνη για τις «σφαγές» των αμάχων στη Γάζα.
Αυτό δημιουργεί ένα μεγάλο κύμα αντιαμερικανισμού το οποίο δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα και τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ και δυσχεραίνει τη συνεργασία με τις Αραβικές χώρες.
Η Ουάσιγκτον με τα συνεχή ταξίδια του υπουργού εξωτερικών Α. Μπλίνκεν που συνομίλησε με όλες τις πλευρές (εκτός φυσικά του Ιράν και της Χαμάς), την επίσκεψη του ίδιου του Μπάιντεν στο Ισραήλ και τη μεσολάβηση μέσω του Κατάρ, έδειξαν πάντως ότι οι ΗΠΑ έχουν ακόμη βαρύνοντα ρόλο στη Μ.Ανατολή.
Στο πλαίσιο της στρατηγικής που είχε τεθεί σε εφαρμογή και προέβλεπε την ενίσχυση των δεσμών με τη Σαουδική Αραβία αλλά και παροχή πυρηνικής τεχνογνωσίας για ειρηνικούς σκοπούς, ως ένα από τα ανταλλάγματα για την αποκατάσταση σχέσεων του Ριαντ με το Ισραηλ, και της σταθερής δέσμευσης για την ασφάλεια του Βασιλείου, η Σ. Αραβία προβάλλεται ως ηγετική δύναμη της περιοχής.
Η επιρροή του Ριάντ είναι σαφώς σημαντική στον μουσουλμανικό κόσμο και η αναβάθμιση και των αμυντικών δυνατοτήτων του, θα του έδινε την πρωτοκαθεδρία στην περιοχή.
Βεβαίως, αυτό δεν γίνεται εύκολα αποδεκτό από άλλες χώρες της περιοχής όπως η Τουρκία και η Αίγυπτος και κυρίως από το Ιράν. Το οποίο με τη μεσολάβηση της Κίνας αποκατέστησε τις σχέσεις του με τη Σ. Αραβία αλλά όσο είναι στο προσκήνιο η στρατηγική αντιπαράθεση Τεχεράνης - Τελ Αβίβ και το Παλαιστινιακό παραμένει άλυτο, οι σχέσεις αυτές είναι εύθραυστες.
Επίσης, η σπουδή με την οποία οι Αμερικανοί υποστηρίζουν το μεγαλόπνοο έργο του Διαδρόμου IMEC που θα συνδέσει την Ινδία με την Ευρώπη μέσω Κόλπου (Ινδία, ΗΑΕ, Σ. Αραβία, Ιορδανία, Ισραήλ και κατάληξη στην Ευρώπη δια θαλάσσης) δείχνει την αποφασιστικότητα τους για να αντιπαρατεθούν στην Κίνα προβάλλοντας έναν εναλλακτικό ενεργειακό και εμπορικό διάδρομο στον κινεζικό One Belt One Road.
O IMEC όμως παρακάμπτει αρκετές χώρες όπως η Αίγυπτος αλλά και η Τουρκία και αυτό προκαλεί αντιδράσεις και καχυποψία έναντι των αμερικάνικων προθέσεων.
Στη διάρκεια της κρίσης πάντως δόθηκε η ευκαιρία στο Κατάρ κυρίως αλλά και στην Αίγυπτο να αναδειχθούν ως οι χώρες εκείνες που μπορούν να διαπραγματευθούν λεπτές και ευαίσθητες συμφωνίες. Το Κατάρ λόγω και της σχέσης του με τη Χαμάς κατόρθωσε να ηγηθεί των μεσολαβητικών προσπαθειών για την απελευθέρωση των ομήρων που δίνει ελπίδες για μια αποκλιμάκωση.
Έτσι η Ντόχα κατόρθωσε σε μεγάλο βαθμό να διασκεδάσει και τις εντυπώσεις για το γεγονός ότι συνεχίζει να στηρίζει τη Χαμάς και να φιλοξενεί στο έδαφος της τον πολιτικό ηγέτη της Ι. Χανίγιε.
Και η Αίγυπτος όμως διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο καθώς όχι μόνο είναι αυτή που ρυθμίζει την παροχή της κρίσιμης ανθρωπιστικής βοήθειας αλλά ήταν αυτή που έβαλε πρώτη την κόκκινη γραμμή αποκρούοντας κάθε ιδέα εκτοπισμού των Παλαιστινίων της Γάζας λόγω της ισραηλινής επίθεσης.
Όμως τώρα προτεραιότητα πρέπει να είναι ο τερματισμός του πολέμου στη Γάζα. Μετά θα πρέπει να γίνει η διαχείριση της Γάζας, έργο εξαιρετικά δύσκολο, καθώς ακόμη δεν έχει διατυπωθεί μια σοβαρή βιώσιμη εναλλακτική πρόταση. Μόνο τότε θα καταστεί δυνατή η δρομολόγηση μιας νέας ειρηνευτικής διαδικασίας η οποία αποτελεί και το μοναδικό κλειδί για την ειρήνευση στη Μ. Ανατολή.
Και φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν διαθέσιμοι συνομιλητές ούτε από το Ισραήλ με την παρούσα κυβέρνηση που ακροδεξιοί και ορθόδοξοι Εβραίοι απορρίπτουν τα δυο κράτη και υποστηρίζουν τους εποικισμούς, ούτε πολύ περισσότερο με τη διεφθαρμένη ανυπόληπτη και χωρίς επιρροή ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής.