Οι συζητήσεις σχετικά με την παράδοση των μαχητικών F-16 επιβαρύνουν εδώ και μήνες τις σχέσεις μεταξύ Άγκυρας και Ουάσινγκτον - και παρεμποδίζουν ταυτόχρονα την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Η ενόχληση της τουρκικής κυβέρνησης δύσκολα μπορεί να μη γίνει αντιληπτή: Η Άγκυρα χρειάζεται επειγόντως σύγχρονη τεχνολογία οπλισμού για να εκσυγχρονίσει την ξεπερασμένη πολεμική της αεροπορία. Παραδοσιακά, οι Τούρκοι εξαρτώνται μονομερώς από τις ΗΠΑ για τα μαχητικά τους αεροσκάφη.
Για να ξεπεράσει αυτή την κατάσταση, η Άγκυρα αναζητά εδώ και καιρό εναλλακτικές λύσεις. Τον Νοέμβριο έγινε γνωστό ότι η Τουρκία διαπραγματεύεται με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ισπανία για την παράδοση 40 Eurofighter Typhoon. Αυτό το τελευταίας τεχνολογίας μαχητικό αεροσκάφος κατασκευάζεται από κοινού από τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία και την Ιταλία. «Το Eurofighter είναι μια πολύ καλή εναλλακτική λύση και θέλουμε να το αγοράσουμε», δήλωσε πρόσφατα ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ.
Το νέο ενδιαφέρον της Άγκυρας για το ευρωπαϊκό μαχητικό αεροσκάφος έχει διάφορα κίνητρα: πρώτον, το Eurofighter είναι ένα δοκιμασμένο αεροσκάφος όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στον αραβικό κόσμο. Ο Ερντογάν θα έβαζε επίσης τέλος στη μονομερή εξάρτησή του από την Ουάσιγκτον. Τέλος, το δημοσίως εκδηλωμένο ενδιαφέρον για τα Eurofighter αποτελεί έναν τακτικό ελιγμό και ένα μήνυμα προς τους Αμερικανούς ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν διαφορετικά. Οι παράλληλες διαπραγματεύσεις αυτού του είδους είναι αρκετά συνηθισμένες στις διεθνείς αγορές όπλων.
«Η Μέση Ανατολή έχει αλλάξει μετά την 7η Οκτωβρίου»
Η πώληση των αεροσκαφών Eurofighter απαιτεί την έγκριση όλων των μελών της ευρωπαϊκής κοινοπραξίας, δηλαδή του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας. Οι Βρετανοί και οι Ισπανοί έχουν ήδη δώσει πράσινο φως στην πώληση των Eurofighter στην Άγκυρα. Η Γερμανία, ωστόσο, έχει ταχθεί κατά μίας τέτοιας συμφωνίας. Σύμφωνα με πληροφορίες το Βερολίνο δέχεται έντονες πιέσεις από τους Βρετανούς να αλλάξει στάση.
Η πρόσφατη ανακοίνωση της Γερμανίδας υπουργού Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ ότι το Βερολίνο θα εγκαταλείψει το βέτο στην πώληση Eurofighter στη Σαουδική Αραβία δημιουργεί μια νέα κατάσταση - με ενδεχομένως εκτεταμένες συνέπειες. Για τη Γερμανία, η στροφή σημαίνει αλλαγή στρατηγικής και ενδεχομένως το τέλος της πολιτικής της μη προμήθειας όπλων σε χώρες που εμπλέκονται σε διεθνείς κρίσεις και πολέμους. Λόγω της εμπλοκής της στον εμφύλιο πόλεμο στην Υεμένη, η Σαουδική Αραβία από το 2018 βρισκόταν στον κατάλογο των χωρών, στις οποίες το Βερολίνο δεν ενέκρινε εξαγωγές όπλων.
Είναι ενδεικτικό -και έχει περισσότερο από συμβολική σημασία- ότι η Γερμανίδα υπουργός ανακοίνωσε την αλλαγή πολιτικής στην Ιερουσαλήμ. Η νέα εξοπλιστική πολιτική του Βερολίνου έχει άμεση σχέση με το Ισραήλ και τον πόλεμο στη Γάζα. «Η Μέση Ανατολή έχει αλλάξει μετά την 7η Οκτωβρίου», δήλωσε η Αναλένα Μπέρμποκ, η οποία -δεν πρέπει να ξεχνάμε- ανήκει σε ένα πολιτικό κόμμα που θεωρούνταν ειρηνιστικό και παραδοσιακά ήταν αντίθετο στις εξαγωγές όπλων.
«Ο Ερντογάν έχει προσβάλει ουκ ολίγες φορές τους συμμάχους του»
Αλλά αυτό αποτελεί πια παρελθόν: το Βερολίνο έχει επαναξιολογήσει το ρόλο της Σαουδικής Αραβίας και πιστοποιεί τον - κατά λέξη - εποικοδομητικό ρόλο του Ριάντ. Σύμφωνα με το γερμανικό σκεπτικό, αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι σαουδαραβικά πολεμικά αεροσκάφη κατέρριψαν πυραύλους που εκτόξευσαν οι Χούθι στην Υεμένη προς το Ισραήλ.
Τώρα πού το Βερολίνο εγκατέλειψε το βέτο κατά των προμηθειών Eurofighter στη Σαουδική Αραβία, μπορεί να προκύψει σύντομα το ερώτημα αν και πότε θα συμβεί το ίδιο με την Τουρκία. Όπως αναφέραμε ήδη Βρετανοί και Ισπανοί τάσσονται υπέρ της πώλησης των Eurofighter στους Τούρκους. Η γερμανική βιομηχανία αεροσκαφών θα ήθελε πολύ μια συνεργασία με την Άγκυρα.
Το τι ακριβώς διαδραματίζεται στο παρασκήνιο σε αυτό το άκρως ευαίσθητο θέμα δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε. Ωστόσο, μια έγκριση της γερμανικής κυβέρνησης για προμήθεια μαχητικών τύπου Eurofighter στην Άγκυρα δεν πρέπει να αναμένεται στο εγγύς μέλλον. Αυτό οφείλεται κυρίως στον ίδιο τον Ερντογάν. Με την κάθε άλλο παρά φιλοδυτική πολιτική του, ο Τούρκος πρόεδρος έχει προσβάλει ουκ ολίγες φορές τους συμμάχους του - εμποδίζοντας έτσι την πρόσβαση στη σύγχρονη πολεμική τεχνολογία της Δύσης.
Οι συνεχιζόμενες εντάσεις μεταξύ Άγκυρας και ΝΑΤΟ, οι οποίες οφείλονται κυρίως στην επιμονή της Τουρκίας στον ιδιαίτερο γεωστρατηγικό της ρόλο, δεν ευνοούν συμφωνίες για την παράδοση υπερσύγχρονων οπλικών συστημάτων στη χώρα αυτή.
Το είδαμε αυτό το 2019, όταν η αγορά του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S 400 από τον Ερντογάν οδήγησε στον αποκλεισμό του από το πρόγραμμα F 35. Το βλέπουμε αυτές τις μέρες, καθώς η καθυστέρηση στην έγκριση της Τουρκίας για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ εμποδίζει την παράδοση των F-16.
Μέχρι η Τουρκία να αλλάξει ριζικά την πολιτική της, είναι απίθανο το Βερολίνο να δώσει την έγκρισή του για την πώληση των Eurofighter στην Άγκυρα.
Πηγή: Deutsche Welle