Του Μιχάλη Μαθιουλάκη*
Η ανακοίνωση,προ λίγων ημερών, των πρώτων αποτελεσμάτων από τις έρευνες της κοινοπραξίας ExxonMobil – Qatar Petroleum στο στόχο «Γλαύκος», στην κυπριακή ΑΟΖ συζητήθηκε έντονα τις τελευταίες μέρες και σε πολλές περιπτώσεις περιείχε στοιχεία υπερβολής. Αρκετές μέρες πριν τις επίσημες ανακοινώσεις, ανώνυμες διαρροές από την Κυπριακή πλευρά έκαναν λόγω για «τεράστιο» κοίτασμα φυσικού αερίου, αντίστοιχο του αιγυπτιακού Zohr. Τη δε μέρα της ανακοίνωσης έγινε λόγος για «τη μεγαλύτερη ποσότητα φυσικού αερίου των τελευταίων ετών», πυροδοτώντας ένα κύμα ενθουσιωδών δημοσιευμάτων για τα αντιστοίχως τεράστια οφέλη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε οικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο.
Τα δεδομένα
Μια πιο προσεκτική ματιά στα δεδομένα, δείχνει μια αρκετά διαφορετική εικόνα από αυτή που παρουσιάζουν τα πρωτοσέλιδα. Η ανακοίνωση της ίδιας της κοινοπραξίας αναφέρει ότι τα αποτελέσματα αφήνουν ενδείξεις για κοίτασμα 142-227 δις κυβικών μέτρων, γεγονός που τοποθετεί το «Γλαύκος» στα ίδια και λίγο χαμηλότερα επίπεδα από το κοίτασμα «Αφροδίτη» που έχει ανακαλυφθεί στην Κύπρο εδώ και μερικά χρόνια και παραμένει έως τώρα αναξιοποίητο. Η δε ανακοίνωση της κυπριακής πλευράς για «το μεγαλύτερο κοίτασμα παγκοσμίως τα τελευταία τρία χρόνια» ισχύει, αλλά μόνο επειδή η μεγαλύτερη ανακάλυψη στην περιοχή έγινε πριν από 3,5 χρόνια στο κοίτασμα Zohr της Αιγύπτου το οποίο είναι 850 δις κυβικά μέτρα, τέσσερις φορές μεγαλύτερο δηλαδή από το αντίστοιχο στο «Γλαύκος». Θα πρέπει λοιπόν να αναρωτηθούμε αν η Κυπριακή Δημοκρατία αποκομίζει κάποιο όφελος από το να φουσκώνει επικοινωνιακά τη σημασία του εν λόγω κοιτάσματος. Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική.
Στρατηγική σημασία
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις συνοδεύτηκαν από πολλές αναφορές στη στρατηγική σημασία της ανακάλυψης. Τι εννοούμε όμως μιλώντας για στρατηγική σημασία; Για την Κυπριακή Δημοκρατία ο πρώτος και κυρίαρχος στρατηγικός της στόχος παραμένει ένας και μοναδικός: Η λύση του κυπριακού προβλήματος. Για να πετύχει τον στρατηγικό της στόχο, η Κύπρος οφείλει να δημιουργήσει και ενδυναμώσει το δυνατόν περισσότερους συντελεστές ισχύος και ο έλεγχος ενεργειακών ροών είναι σαφώς ένας από αυτούς.
Η θεωρία όμως των διεθνών σχέσεων -και η έως τώρα εμπειρία- μας δείχνει ότι η αύξηση της ισχύος ενός κράτους δημιουργεί διλήμματα ασφάλειας στους άλλους διεθνείς δρώντες του συστήματος. Με απλά λόγια, όσο ένα κράτος δείχνει ότι μπορεί να δυναμώσει, τόσο δημιουργεί ανασφάλεια στους γύρω του αυξάνοντας τα κίνητρα τους να επιδιώξουν να εξισορροπήσουν την επερχόμενη αλλαγή στους μεταξύ τους συσχετισμούς ισχύος. Για να υπάρχουν συνθήκες διλήμματος ασφάλειας, πρέπει να ισχύουν κάποιοι βασικοί παράγοντες. Συγκεκριμένα, πρέπει να υπάρχει μία σημαντική μεταβολή στα επίπεδα ισχύος που διαχειρίζεται ένα κράτος, να υπάρχει δυσκολία διατύπωσης ασφαλούς πρόβλεψης για την εξέλιξη των μελλοντικών επιπέδων ισχύος του, και να υφίσταται έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης ως προς τις πραγματικές δυνατότητες παραγωγής ισχύος αυτού και των υπόλοιπων δρώντων μέσα στο διεθνές σύστημα. Η ανακάλυψη νέων ενεργειακών πόρων και η επιλογή των καναλιών διανομής τους, πληροί και τις τρεις αυτές προϋποθέσεις.
Η Στρατηγική της Κύπρου
Με βάση τα παραπάνω, οφείλουμε λοιπόν να αναρωτηθούμε ποια είναι η ενδεδειγμένη στρατηγική της Κύπρου όσον αφορά τις υφιστάμενες, τις πρόσφατες και τις μελλοντικές ανακαλύψεις φυσικού αερίου. Κρατώντας τη ματιά μας πάντα στον βασικό στρατηγικό στόχο της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Λευκωσία οφείλει να μειώσει τα χαρακτηριστικά που δημιουργούν δίλημμα ασφάλειας, έως ότου έχει χτίσει επαρκώς τους συντελεστές ισχύος που της επιτρέπουν να πραγματώσει τον στρατηγικό της σχεδιασμό. Η προώθηση μιας εικόνας ενδυνάμωσης μέσω του «Γλαύκου» μεγαλύτερης από την πραγματική, λειτουργεί ακριβώς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό δε το σημείο δεν σχετίζεται τόσο με την όποια αντίδραση της Τουρκίας, η οποία άλλωστε θα είναι δεδομένη ούτως ή άλλως, αλλά περισσότερο με τις σχέσεις που θέλει να χτίσει η Κύπρος με το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Η ανακάλυψη στο «Γλαύκος» επικοινωνήθηκε με τρόπο που αφήνει να εννοηθεί ότι η Κύπρος «μπορεί και μόνη της» να προχωρήσει στην εκμετάλλευση του φυσικού της αερίου. Κάτι τέτοιο όμως δεν προσφέρει κανένα όφελος στην πραγμάτωση του στρατηγικού της στόχου, που να θυμίσω δεν είναι κανένας άλλος από την επωφελή και δίκαιη λύση του κυπριακού.
Ποια είναι λοιπόν η στρατηγική σημασία του «Γλαύκος»; Κόντρα ίσως στο τι πιστεύουν πολλοί, το συγκεκριμένο κοίτασμα δεν θα πρέπει να αναδεικνύεται ως το πρώτο βήμα για την ανεξάρτητη προώθηση του κυπριακού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές, αλλά ως η βάση για την οικονομικά βιώσιμη δόμηση καναλιών διανομής από κοινού με το Ισραήλ και -ίσως- την Αίγυπτο. Το κοίτασμα στο «Γλαύκος» δε χρειάζεται να περιμένει την επόμενη ανακάλυψη στην κυπριακή ΑΟΖ, αλλά πρέπει να είναι το βασικό στοιχείο για να φέρει, πραγματικά πλέον, κοντά το Ισραήλ στην από κοινού εξαγωγή φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειώσουμε και το εξής: Η Κυπριακή Δημοκρατία, -ορθώς- υπέγραψε πρόσφατα συμφωνία με την Αίγυπτο για την κατασκευή αγωγού που θα συνδέει το κοίτασμα «Αφροδίτη» με τα υφιστάμενα τερματικά LNG της Αιγύπτου προκειμένου να εξαχθεί το κυπριακό φυσικό αέριο, μέσω Αιγύπτου στην ΕΕ. Με βάση όλα τα παραπάνω, και ιδιαιτέρως μετά τις ανακαλύψεις στο «Γλαύκος», η Λευκωσία οφείλει να φροντίσει ώστε ο συγκεκριμένος αγωγός κατασκευαστεί με δυνατότητα αντιστροφής ροής στο μέλλον καθώς μακροπρόθεσμα η σταθερότητα του πολιτικού συστήματος στην Αίγυπτο δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Η ανακάλυψη στο «Γλαύκος» λοιπόν εμπεριέχει όντως στοιχεία στρατηγικής σημασίας για την Κυπριακή Δημοκρατία, αρκεί όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, να ακολουθήσουν μια προσεκτική, λιγότερο θορυβώδη πορεία η οποία οδηγεί προς μία ουσιαστική και οικονομικά επωφελή συνεργασία με το Ισραήλ και την Αίγυπτο και όχι σε φαντασιακές υποθέσεις περί αυτόνομης πορείας του νησιού στον επικίνδυνο δρόμο της ενεργειακής ενδυνάμωσης. Τα όρια άλλωστε μεταξύ ευλογίας και κατάρας είναι πολύ λεπτά όσον αφορά τους ενεργειακούς πόρους κάθε κρατικού δρώντα.
* Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης ([email protected]) είναι Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum, Διευθυντής Επιστημονικής Έρευνας του Ελληνικού Ινστιτούτου Ενεργειακής Ρύθμισης και αναλυτής Ενεργειακής Στρατηγικής στην επιστημονική ομάδα της Έδρας «Θουκυδίδης» του Πανεπιστημίου Μακεδονίας υπεύθυνος για τα ενεργειακά θέματα της ΜΕΝΑ και Ανατολικής Μεσογείου.